''Εποχή''
Tου
Νίκου Σερντεδάκι*
Στις αρχές αυτής της εβδομάδας, το πρωτοσέλιδο της γαλλικής εφημερίδας Λιμπερασιόν με πηχυαίο τίτλο ΧΑΟΣ στα ελληνικά, εκ πρώτης όψεως φάνηκε ότι είναι σε θέση να περιγράψει μονολεκτικά τα τεκταινόμενα στην Ελλάδα, αλλά και τις επιπτώσεις τους σε πλανητικό επίπεδο. Μια χώρα που αποτελεί μόλις το 2% του ΑΕΠ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και το 0,5% του παγκόσμιου ΑΕΠ, λόγω της ανικανότητας του πολιτικού της προσωπικού να διαχειριστεί με τρόπο σώφρονα τα του οίκου της απειλεί με καταστροφή την Ευρωπαϊκή Ένωση,
το ευρώ και ευρύτερα τις παγκοσμιοποιημένες αγορές, οι οποίες εύκολα πανικοβάλλονται από τις πολιτικές αποφάσεις ενός ανυπόληπτου πρωθυπουργού.
Στόχος η υποβολή
της κοινωνίας σ’ ένα σοκ
Τούτη η ανάγνωση του χάους ως συνθήκης, που περιγράφει ένα περιβάλλον καταστροφής, προκείμενης ή αναμενόμενης, αποτελεί μια μάλλον εύκολη ανάγνωση της κατάστασης, που, όμως, διατρέχεται από ένα εξαιρετικά βαθύ πολιτικό περιεχόμενο. Ένα περιεχόμενο που αναπαράγεται τόσο από τις κατεστημένες πολιτικές δυνάμεις του αστισμού όσο και από τις μιντιακές του εκφράσεις. Οφείλουμε να το αναγνωρίσουμε: ο Γιώργος Παπανδρέου το ανέδειξε ρητά στην Κοινοβουλευτική του Ομάδα και στη Βουλή. Η απόφαση για προσφυγή στο δημοψήφισμα ένα μόνο στόχο υπηρετούσε: την υποβολή της ελληνικής κοινωνίας σ’ ένα σοκ, έτσι ώστε, μηδενός εξαιρουμένου, άπαντες να αναγνωρίσουν την αναγκαιότητα της ά-κριτης πολιτικής υπακοής στα κελεύσματα των διεθνών οικονομικο-πολιτικών ελίτ. Διαφορετικά, ακόμα και η άρθρωση σκέψεων για τη δυνατότητα άσκησης μιας εναλλακτικής πολιτικής, στο πλαίσιο της δεδομένης συστημικής πραγματικότητας, δεν μπορεί παρά να οδηγήσει σε γενικευμένο χάος. Πώς φτάσαμε, όμως, μέχρις εδώ;
Η ρητορική, που αρχικά επιστρατεύτηκε για να δικαιολογήσει την προσφυγή της Ελλάδας στο ΔΝΤ, το Μνημόνιο και τη στενή επιτήρηση από την τρόικα είχε την οσμή μιας κενής περιεχομένου επανάληψης. Κάθε νέα κυβέρνηση παρά τις προεκλογικές της προγραμματικές δεσμεύσεις για «καλύτερες μέρες», «δυστυχώς» υποχρεώνεται να ανακαλύψει την «καμένη γη» που παρέλαβε. Οι προεκλογικές υποσχέσεις μετατίθενται για ένα επόμενο χρονικό διάστημα, συνήθως το προ-εκλογικό έτος, όταν οι ψευδώνυμες φιλολαϊκές πολιτικές κρίνονται υποχρεωτικές για τη διεκδίκηση της επόμενης κυβερνητικής θητείας. Όμως, στη συγκυρία της εποχής, τούτη η πεπατημένη δεν μπορούσε να ακολουθηθεί. Η δομική κρίση του παγκόσμιου καπιταλισμού επέβαλε νέες προσεγγίσεις. Προσεγγίσεις επίτασης των αναδιανεμητικών υπέρ του κεφαλαίου πολιτικών, αποδιάρθρωσης των εργασιακών σχέσεων, συρρίκνωσης των εισοδημάτων των μεσαίων και λαϊκών τάξεων, αύξησης της ανεργίας και ιδιωτικοποίησης των δημόσιων αγαθών. Το επιθανάτιο βαλς είχε αρχίσει να ακούγεται ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του ’80 και τώρα έπρεπε να επιτελεστεί χορευτικά στα συντρίμμια των ευρωπαϊκών μεταπολεμικών κρατών πρόνοιας.
Ο κυρίαρχος λαός εισβάλλει στο πεδίο της πολιτικής
«Μαζί τα φάγαμε». Αυτό ήταν το νέο μότο αιτιολόγησης της αναγκαιότητας των νέων μνημονιακών πολιτικών που παρά τις προκληθείσες αντιδράσεις συμπύκνωνε εύγλωττα μια εν πολλοίς εσωτερικευμένη στην κοινωνία αντίληψη. Δεν ευθύνονται μόνο οι πολιτικοί (και μάλιστα αδιαφοροποίητα) για την οικονομική πραγματικότητα της χώρας, αλλά και όλοι εκείνοι που μετείχαν στο σύστημα του πελατειασμού και των πολιτικών αντιπαροχών. Οι φοροφυγάδες, οι δημόσιοι υπάλληλοι και οι συντεχνίες υποδείχθηκαν ως οι κύριοι υπαίτιοι του ελληνικού δράματος. Με περισσό κυνισμό (διε;)φθαρμένοι πολιτικοί και δημοσιογράφοι σε διατεταγμένη υπηρεσία ανταγωνίζονταν στην καταγγελία όσων τολμούσαν να υπερασπιστούν κεκτημένα κοινωνικά και πολιτικά δικαιώματα. Μέσα σε δύο χρόνια ο κυρίαρχος λαός κερματίστηκε σε συντεχνιακές συσσωματώσεις που αντιδρούν με επονείδιστη ιδιοτέλεια στις νεομεσσιανικές πολιτικές που διαβάζουν την «κρίση ως ευκαιρία», βεβαίως-βεβαίως, για τον αενάως επαγγελόμενο «εκσυγχρονισμό» της ελληνικής κοινωνίας. Όμως και τούτη η ρητορική αποδείχθηκε ότι είχε κοντά ποδάρια. Το κοινωνικο-πολιτικό και κυρίως το ταξικό περιεχόμενο των νεοφιλελεύθερων πολιτικών δεν μπορούσε πλέον να κρυφτεί πίσω από ευφυή τερατολογήματα.
Όπως προκύπτει από μια σε εξέλιξη έρευνα για τις απεργιακές κινητοποιήσεις που εκδηλώθηκαν μετά την εκλογική νίκη του ΠΑΣΟΚ, σε μια περίοδο μόλις δύο ετών εκδηλώθηκαν δέκα και πλέον γενικές απεργίες και εκατοντάδες σε επιμέρους κλάδους, με διαρκώς ογκούμενη συμμετοχή και κοινωνική απήχηση. Η κοινωνική δυσαρέσκεια σταδιακά πολιτικοποίησε τις μαζικές κινητοποιήσεις που κατέληξαν τον περασμένο Ιούλιο στην ανοικτή αμφισβήτηση της κυβέρνησης και των μονοδρόμων της. Ο κυρίαρχος λαός είχε και έχει πια εισβάλει στο πεδίο της πολιτικής.
Ποιοι παράγοντες οδήγησαν στο ελληνικό χάος
Ας επανέλθουμε, όμως, προς στιγμήν στην εναλλακτική ανάγνωση του χάους. Όπως μου υπενθύμισε Ηρακλειώτης συνάδελφος, κοινωνικός ανθρωπολόγος που εντρυφεί στα των θετικών επιστημών, το χάος διατρέχεται από τάξη, απρόβλεπτη ως προς την «κανονικότητά» της, αλλά παρά ταύτα τάξη (ας με συγχωρήσουν οι φυσικοί και οι μαθηματικοί για την αυθαιρεσία). Τούτο με ώθησε να σκεφτώ ότι αυτήν την τάξη οφείλουμε να αναδείξουμε, προβάλλοντας το συνεκτικό νόημα μιας κοινωνικής πολυπλοκότητας, την οποία (για να επιστρέψουμε στην ασφάλεια της κοινωνιολογικής θεωρίας) η συστημική πραγματικότητα αδυνατεί να δαμάσει και να ηνιοχήσει, καθώς προφανώς εκφεύγει των λειτουργικών προκείμενων που εγγυώνται την αναπαραγωγή της.
Ποιος ή ποιοι λοιπόν είναι οι παράγοντες που οδήγησαν στο ελληνικό χάος. Η δημοσιογραφικού τύπου απάντηση επικεντρώνεται σε μάλλον ψυχολογικού και ηθικού τύπου ερμηνείες. Πολιτικοί αγκιστρωμένοι στις καρέκλες τους, εξουσιομανείς, δίχως στοιχειώδη ηθική ευθύνη έναντι του τόπου, του έθνους και της πατρίδας, μωροί και κοντόφθαλμοι υποδεικνύονται ως οι υπαίτιοι για τα ατυχήματα που σημειώνονται στο διαρκώς αναθεωρούμενο «οδικό χάρτη» που ομολογημένα οδηγεί στη δυστοπία της κοινωνικής ερήμωσης. Παρά τα ψήγματα αλήθειας που περιέχουν οι παραπάνω ψυχολογικές και ηθικές επικρίσεις, η επικέντρωση σ’ αυτές μάλλον συσκοτίζει παρά διαφωτίζει τις ουσιώδεις πλευρές της νέας μας πραγματικότητας.
Η «κραυγή του πλήθους»
Υποστηρίζω ότι ο κρίσιμος παράγοντας που επιβάλλει την ανάγνωση των τεκταινομένων με όρους χάους, ως μια αρνητική πραγματικότητα, είναι η διαμόρφωση ενός κοινωνικού περιβάλλοντος το οποίο δεν αφήνει περιθώρια ικανοποιητικής λειτουργίας του πολιτικού συστήματος, σύμφωνα με τα εγγενή χαρακτηριστικά του. Για να το εκφράσω διαφορετικά και ίσως πιο κοντά στο τρέχον πολιτικό λεξιλόγιο, το πολιτικό σύστημα δεν εκδηλώνει απλά μια κρίση αξιοπιστίας και αποτελεσματικότητας λόγω της ανεπαρκούς ποιότητας του προσωπικού που το διαχειρίζεται, αλλά βρίσκεται μπροστά σε μια κρίση νομιμοποίησης που απορρέει από την επανεμφάνιση μιας συστατικής του μεταβλητής που στις συνθήκες της προγενέστερης «ομαλότητας» είχε αδρανοποιηθεί. Αυτή δεν είναι άλλη από τη μεταβλητή της λαϊκής βούλησης και κυριαρχίας. Ο κυρίαρχος λαός, θεμελιακός πυρήνας του δημοκρατικού πολιτεύματος, μέσω των μαζικών κινητοποιήσεων αρθρώνει μη διαχειρίσιμες απαιτήσεις και αιτήματα. Πλάι στο χάος που προκύπτει στο εσωτερικό του πολιτικού μας συστήματος ορθώνεται η συγκροτητική για τη δημοκρατία τάξη του πλήθους (άλλη μια συγγνώμη από τους μαρξιστές). Τούτη η «κραυγή του πλήθους» διαμορφώνει πλέον τα πολιτικά πράγματα.
Η κορύφωση της διαμαρτυρίας τον περασμένο Ιούλιο έκανε την κυβέρνηση Παπανδρέου να χάσει για πρώτη φορά το βηματισμό της. Για λίγες ώρες εναγωνίως αναζητούσε τη στήριξη των υπόλοιπων αστικών δυνάμεων για να συνεχίσει να υπηρετεί τις καταστροφικές πολιτικές που τις έχουν έξωθεν επιβληθεί. Τότε μας έσωσε με το πρώτο μικρό σε έκταση κούρεμα και την συγκυβέρνηση Βενιζέλου. Την 26η Οκτωβρίου ξανασώθηκε ο τόπος με το βαθύτερο κούρεμα, αλλά και τη νέα δανειακή συμφωνία που ανερυθρίαστα δηλώνεται πως θα επιφέρει νέα κοινωνικά δυσβάσταχτα δεινά. Όμως το πλήθος είχε και πάλι άλλη γνώμη. Την 28η Οκτωβρίου, οι κάτοικοι της χώρας που αποδοκίμασαν στο πρόσωπο των κυβερνητικών αξιωματούχων την ακολουθούμενη πολιτική έκαναν για τους τελευταίους την κατάσταση αφόρητη.
Η κυβέρνηση δια του δημοψηφίσματος επέλεξε τον μόνο εναπομείναντα σ’ αυτήν δρόμο. Τον ωμό εκβιασμό και μέσω αυτού την παραδειγματική πειθάρχηση του πλήθους. Το δίλημμα που δημοψηφισματικά έθετε ήταν σε τελική ανάλυση το ίδιο με εκείνο που υπαγόρευσε προς τον ελληνικό λαό το δίδυμο Μέρκελ-Σαρκοζί: ή ακολουθείτε τις νεοφιλελεύθερες συνταγές ή πτωχεύετε και εξαθλιώνεστε. Μ’ άλλα λόγια μας τέλειωσαν τα καρότα, τώρα τον τόνο δίνουν τα μαστίγια.
Ζούμε μια από τις σπάνιες στιγμές κατά τις οποίες είναι ορατή η υφιστάμενη ενδεχομενικότητα που οδηγεί στο απροσδιόριστο μέλλον μας. Θα πειθαρχηθεί η κοινωνία που αντιδρά και αντιστέκεται ή θα οδηγηθούμε σε ελπιδοφόρες ατραπούς που θα εμπεδώνουν την δημοκρατία, την ισότητα και την ελευθερία; Είμαστε σίγουροι ότι το δεύτερο ενδεχόμενο δεν θα προκύψει με τρόπο αυτόματο από τη διάχυτη δυσαρέσκεια και τη περιοδική διαμαρτυρία. Όσοι και όσες το επαγγέλλονται οφείλουν να συγκροτήσουν ένα εναλλακτικό σχέδιο κοινωνικής οργάνωσης, δίχως ιδεολογικές εμμονές και βεβαιότητες. Ένα πολιτικό σχέδιο που θα συνενώνει τόσο τις υπαρκτές κινηματικές όσο και τις υφιστάμενες πολιτικές εκφράσεις προβάλλει σήμερα ως ώριμη απαίτηση. Θα ανταποκριθούμε;
*Ο Νίκος Σερντεδάκις είναι επίκουρος καθηγητής κοινωνιολογίας στο Πανεπιστήμιο Κρήτης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου