ΑΥΓΗ
Του Δημήτρη Σεβαστάκη*
Το κομμάτι της πραγματικότητας που λέει ότι οι πάνω από 55-60 ετών ψήφισαν συντηρητικά, βυθίζοντας ξανά και με μανία τους νέους στο δανειοληπτικό και εν τέλει παραπολιτικό τέλμα
Το καινούργιο ασημένιο σεντάν κοκάλωσε στην κεντρική συνοικιακή λεωφόρο. Η κίνηση μπλόκαρε. Βγήκε η περιπτερού και έδωσε την απογευματινή συντηρητική εφημερίδα. Το λεωφορείο από πίσω σφύριξε. Ο γέρος έβρισε. Θεωρούσε αδιανόητο να ανυπομονεί κάποιος 8 το βράδυ να γυρίσει σπίτι του. Κοίταζα τον ζαρωμένο αντιπαθητικό καρπό να ακουμπάει στο παράθυρο.
Ρολόι με ασημένιο μπρασελέ. Φρίκη. Μου θυμίζει εφορία επί χούντας ή κάτι που έχει σχέση με αγορά χαρτοσήμων. Πόσα τετραγωνικά θα είναι το αυθαίρετό του; Πότε καταπάτησε μέσω συνεταιρισμού το οικόπεδο στη Λούτσα; Ποιο βράδυ του '80 έριξε τα παράνομα μπετά; Πρέπει να μισώ τους γεννηθέντες το 1940; Αυτούς που μόλις προχθές, και εν μέσω κρίσης, εξήγαγαν 20.000 ευρώ στην Άπω Ανατολή ή τη Γερμανία αγοράζοντας στα 65 ή στα 70 τους καινούργιο αυτοκίνητο από το εφάπαξ; Αυτούς, που, θέλοντας να «προστατεύσουν» τη σύνταξή τους, το παλαιό δυάρι που νοικιάζουν σε Ρουμάνους, το οικόπεδο με το αυθαίρετο στη Λούτσα, το καινούργιο αμάξι euro 5, ψήφισαν τυφλά; Αυτούς που αψήφησαν τους φοιτητές, τους ντελιβεράδες, την κόρη μου, τους άνεργους διανοούμενους, τους νέους εργάτες, τις μονογονεϊκές ή στεγνές νέες οικογένειες;
Πρέπει να μισώ, για λογαριασμό κάθε αφανισμένου, αυτούς που ψήφισαν εναντίον της μεγάλης πραγματικότητας; Είναι πολιτική απάντηση η απέχθεια στον εγωπαθή γέρο; Αυτόν που γλύτωσε απ' όλα; Τον κεντρώο υποθηκοφύλακα όλων των συμβάσεων, κάθε μικροαστισμού, κάθε νοικοκυρίστικης αυτοσυντήρησης; Αυτόν που πήδαγε από νικητήρια παράταξη σε ανερχόμενη παράταξη, αυτόν που μπορούσε να κράζει την «επάρατο» Δεξιά και τώρα τον «λαϊκισμό» - αναλόγως συμφέροντος και δυσώδους ιδιοτέλειας; Δεν ξέρω αν η άσκηση αυτοσυγκράτησης απέναντι σε μια ιστορική λαϊκή κουτοπονηριά, απέναντι στην έξυπνη θέωση της αντιπαραγωγικότητας, απέναντι στο διαρκές ρουσφετολογικό τέχνασμα είναι πολιτική απάντηση.
Εκείνο που καταλαβαίνω είναι ότι δεν μπορεί να χτιστεί πολιτική απάντηση χωρίς να βάζει μέσα της, χωρίς να εσωτερικεύει και τις ενδιάμεσες ζώνες και τα γκρίζα στοιχεία που αφορούν αυτή την άτυπη, αλλά ευρεία παρεκτροπή. Την εκτροπή του αυτοαναφορικού ψηφοφόρου που βρίζει το ΠΑΣΟΚ μόνο όταν δεν του «τακτοποίησε» και τον γιο -εκτός από την κόρη και την ανιψιά- στον πολιτικά φιλικό δήμο. Αυτή την ακατάγραπτη, ψιθυριστή απρέπεια που συγκροτεί τον εμφύλιο φόβο των γενεών. Δεν ξέρω αν τα γενικά εργαλεία της Αριστεράς, τα μεγαλόσχημα και αβρόφρονα εργαλεία με τα οποία ηγείται των οραμάτων, των ψευδαισθήσεων και των κοινωνικών αγώνων, μπορούν να εξηγήσουν και να επιλύσουν, μέσα στην εργαστηριακή τους στιλπνότητα, ακουμπισμένα στην άσπρη αντιβακτηριδιακή πολιτική γάζα. Δίπλα στην τεχνική ανάλυση της μεγάλης σκέψης, της μεγάλης οικονομικής σύνθεσης, δεν ξέρω αν μπορεί να χωρέσει η ανάλυση της απλής απέχθειας.
Σίγουρα, όμως, αυτό το ημίαιμο και ημίφωτο κομμάτι πραγματικότητας δεν πρέπει να αντιμετωπιστεί με μια ρητορική και ενίοτε συγχωρητική προσαρμογή στις γνωστές αριστερές κοινοτοπίες. Το κομμάτι της πραγματικότητας που λέει ότι οι πάνω από 55-60 ετών ψήφισαν συντηρητικά, βυθίζοντας ξανά και με μανία τους νέους στο δανειοληπτικό και εν τέλει παραπολιτικό τέλμα. Ε, αυτό πρέπει να το ξανασκεφτούμε αναθεωρητικά.
Πολλά έχουν πληρώσει οι «απέξω» και οι νέοι, στις εμμονές και στους φόβους των διπλανών τους. Άκομψο βέβαια να εντοπίζεις την ηλικία, δυσνόητο να εντάσσεις στην αριστερή μεθοδολογία βιοψυχολογικές και πολιτιστικές αναλυτικές παραμέτρους. Φυσικά. Όμως πολιτική ανάλυση που γίνεται σε συνθήκες εργαστηρίου χωρίς να βλέπει τη ζωή και την άδικη ζωή και τη απρεπή πλευρά της ζωής, δεν μου αρκεί. Σ' εμένα δεν αρκεί. Ξέρω τη ζούγκλα, γνωρίζω αυτά τα υβρίδια των 32 χρόνων που γαντζώνονται ως σύμβουλοι και εξωπολιτικοί ειδικοί στις δομές εξουσίας. Γνωρίζω τη θανάτωση που προκαλούν οι δικές τους απολαβές και η αφόρητη, ποζάτη ανικανότητά τους στους ταπεινωμένους συνταξιούχους εργάτες. Γνωρίζω τους έξυπνους νεο-γέρους θηρευτές των ευρωπαϊκών προγραμμάτων και της κατάλληλης γνωριμίας - κόμβου. Βλέπω σ' αυτούς το διαλεκτικό ισοδύναμο του θρασύτατου τέως κατασκευαστή πολυκατοικιών. Ξέρω ότι η εξουσιαστική κοινωνία εμπρόθετα βυθίζει στον εμφύλιο τα κομμάτια της, ότι κομματιάζει τα κομμάτια της. Και σκέφτομαι τα παιδιά, τους νέους ως απένταρους συνταξιούχους, μιξάρω τις ηλικίες, ενώνω τις αιτίες, συνδέω τις λύπες.
Ανάβει το πράσινο. Η αγωνία και η πολιτική απορία με γερνάει. Ή μάλλον καταφέρνω να εκνευρίζομαι με το διπλό γήρας. Των όντως πολιτικά γέρων του συντηρητισμού και των στρεψόδικων, γηραλέων νέων του αριβιστικού αναλφαβητισμού. Κι αυτό με βοηθάει ν' αγαπήσω τους χαμένους. Να καταλάβω τη βαθιά και άχρονη ηλικία της ανθρωπιστικής απώλειας.
*Ο Δημήτρης Α. Σεβαστάκης είναι ζωγράφος, επ. καθηγητής ΕΜΠ
dsevastakis@arch.ntua.gr
Του Δημήτρη Σεβαστάκη*
Το κομμάτι της πραγματικότητας που λέει ότι οι πάνω από 55-60 ετών ψήφισαν συντηρητικά, βυθίζοντας ξανά και με μανία τους νέους στο δανειοληπτικό και εν τέλει παραπολιτικό τέλμα
Το καινούργιο ασημένιο σεντάν κοκάλωσε στην κεντρική συνοικιακή λεωφόρο. Η κίνηση μπλόκαρε. Βγήκε η περιπτερού και έδωσε την απογευματινή συντηρητική εφημερίδα. Το λεωφορείο από πίσω σφύριξε. Ο γέρος έβρισε. Θεωρούσε αδιανόητο να ανυπομονεί κάποιος 8 το βράδυ να γυρίσει σπίτι του. Κοίταζα τον ζαρωμένο αντιπαθητικό καρπό να ακουμπάει στο παράθυρο.
Ρολόι με ασημένιο μπρασελέ. Φρίκη. Μου θυμίζει εφορία επί χούντας ή κάτι που έχει σχέση με αγορά χαρτοσήμων. Πόσα τετραγωνικά θα είναι το αυθαίρετό του; Πότε καταπάτησε μέσω συνεταιρισμού το οικόπεδο στη Λούτσα; Ποιο βράδυ του '80 έριξε τα παράνομα μπετά; Πρέπει να μισώ τους γεννηθέντες το 1940; Αυτούς που μόλις προχθές, και εν μέσω κρίσης, εξήγαγαν 20.000 ευρώ στην Άπω Ανατολή ή τη Γερμανία αγοράζοντας στα 65 ή στα 70 τους καινούργιο αυτοκίνητο από το εφάπαξ; Αυτούς, που, θέλοντας να «προστατεύσουν» τη σύνταξή τους, το παλαιό δυάρι που νοικιάζουν σε Ρουμάνους, το οικόπεδο με το αυθαίρετο στη Λούτσα, το καινούργιο αμάξι euro 5, ψήφισαν τυφλά; Αυτούς που αψήφησαν τους φοιτητές, τους ντελιβεράδες, την κόρη μου, τους άνεργους διανοούμενους, τους νέους εργάτες, τις μονογονεϊκές ή στεγνές νέες οικογένειες;
Πρέπει να μισώ, για λογαριασμό κάθε αφανισμένου, αυτούς που ψήφισαν εναντίον της μεγάλης πραγματικότητας; Είναι πολιτική απάντηση η απέχθεια στον εγωπαθή γέρο; Αυτόν που γλύτωσε απ' όλα; Τον κεντρώο υποθηκοφύλακα όλων των συμβάσεων, κάθε μικροαστισμού, κάθε νοικοκυρίστικης αυτοσυντήρησης; Αυτόν που πήδαγε από νικητήρια παράταξη σε ανερχόμενη παράταξη, αυτόν που μπορούσε να κράζει την «επάρατο» Δεξιά και τώρα τον «λαϊκισμό» - αναλόγως συμφέροντος και δυσώδους ιδιοτέλειας; Δεν ξέρω αν η άσκηση αυτοσυγκράτησης απέναντι σε μια ιστορική λαϊκή κουτοπονηριά, απέναντι στην έξυπνη θέωση της αντιπαραγωγικότητας, απέναντι στο διαρκές ρουσφετολογικό τέχνασμα είναι πολιτική απάντηση.
Εκείνο που καταλαβαίνω είναι ότι δεν μπορεί να χτιστεί πολιτική απάντηση χωρίς να βάζει μέσα της, χωρίς να εσωτερικεύει και τις ενδιάμεσες ζώνες και τα γκρίζα στοιχεία που αφορούν αυτή την άτυπη, αλλά ευρεία παρεκτροπή. Την εκτροπή του αυτοαναφορικού ψηφοφόρου που βρίζει το ΠΑΣΟΚ μόνο όταν δεν του «τακτοποίησε» και τον γιο -εκτός από την κόρη και την ανιψιά- στον πολιτικά φιλικό δήμο. Αυτή την ακατάγραπτη, ψιθυριστή απρέπεια που συγκροτεί τον εμφύλιο φόβο των γενεών. Δεν ξέρω αν τα γενικά εργαλεία της Αριστεράς, τα μεγαλόσχημα και αβρόφρονα εργαλεία με τα οποία ηγείται των οραμάτων, των ψευδαισθήσεων και των κοινωνικών αγώνων, μπορούν να εξηγήσουν και να επιλύσουν, μέσα στην εργαστηριακή τους στιλπνότητα, ακουμπισμένα στην άσπρη αντιβακτηριδιακή πολιτική γάζα. Δίπλα στην τεχνική ανάλυση της μεγάλης σκέψης, της μεγάλης οικονομικής σύνθεσης, δεν ξέρω αν μπορεί να χωρέσει η ανάλυση της απλής απέχθειας.
Σίγουρα, όμως, αυτό το ημίαιμο και ημίφωτο κομμάτι πραγματικότητας δεν πρέπει να αντιμετωπιστεί με μια ρητορική και ενίοτε συγχωρητική προσαρμογή στις γνωστές αριστερές κοινοτοπίες. Το κομμάτι της πραγματικότητας που λέει ότι οι πάνω από 55-60 ετών ψήφισαν συντηρητικά, βυθίζοντας ξανά και με μανία τους νέους στο δανειοληπτικό και εν τέλει παραπολιτικό τέλμα. Ε, αυτό πρέπει να το ξανασκεφτούμε αναθεωρητικά.
Πολλά έχουν πληρώσει οι «απέξω» και οι νέοι, στις εμμονές και στους φόβους των διπλανών τους. Άκομψο βέβαια να εντοπίζεις την ηλικία, δυσνόητο να εντάσσεις στην αριστερή μεθοδολογία βιοψυχολογικές και πολιτιστικές αναλυτικές παραμέτρους. Φυσικά. Όμως πολιτική ανάλυση που γίνεται σε συνθήκες εργαστηρίου χωρίς να βλέπει τη ζωή και την άδικη ζωή και τη απρεπή πλευρά της ζωής, δεν μου αρκεί. Σ' εμένα δεν αρκεί. Ξέρω τη ζούγκλα, γνωρίζω αυτά τα υβρίδια των 32 χρόνων που γαντζώνονται ως σύμβουλοι και εξωπολιτικοί ειδικοί στις δομές εξουσίας. Γνωρίζω τη θανάτωση που προκαλούν οι δικές τους απολαβές και η αφόρητη, ποζάτη ανικανότητά τους στους ταπεινωμένους συνταξιούχους εργάτες. Γνωρίζω τους έξυπνους νεο-γέρους θηρευτές των ευρωπαϊκών προγραμμάτων και της κατάλληλης γνωριμίας - κόμβου. Βλέπω σ' αυτούς το διαλεκτικό ισοδύναμο του θρασύτατου τέως κατασκευαστή πολυκατοικιών. Ξέρω ότι η εξουσιαστική κοινωνία εμπρόθετα βυθίζει στον εμφύλιο τα κομμάτια της, ότι κομματιάζει τα κομμάτια της. Και σκέφτομαι τα παιδιά, τους νέους ως απένταρους συνταξιούχους, μιξάρω τις ηλικίες, ενώνω τις αιτίες, συνδέω τις λύπες.
Ανάβει το πράσινο. Η αγωνία και η πολιτική απορία με γερνάει. Ή μάλλον καταφέρνω να εκνευρίζομαι με το διπλό γήρας. Των όντως πολιτικά γέρων του συντηρητισμού και των στρεψόδικων, γηραλέων νέων του αριβιστικού αναλφαβητισμού. Κι αυτό με βοηθάει ν' αγαπήσω τους χαμένους. Να καταλάβω τη βαθιά και άχρονη ηλικία της ανθρωπιστικής απώλειας.
*Ο Δημήτρης Α. Σεβαστάκης είναι ζωγράφος, επ. καθηγητής ΕΜΠ
dsevastakis@arch.ntua.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου