Τρίτη 31 Ιανουαρίου 2012

Αλήθειες για το Νοσοκομείο Ρεθύμνου και τη δημόσια περίθαλψη

GOODnet
Ο λόγος για το Νοσοκομείο Ρεθύμνου. Τι θα γίνει τελικά; Θα το κλείσουν; Θα μετατραπεί σε Κέντρο Υγείας Αστικού Τύπου; Και οι γιατροί τι θέλουν; Mήπως υπερβάλλουν και το παρακάνουν με τις διαμαρτυρίες; Mήπως το μόνο που τους νοιάζει είναι να μην τους κόψουν λεφτά;
Ας τα πάρουμε απ’ την αρχή.
Η οικονομική κρίση που ζούμε έχει αποκτήσει πλέον χαρακτήρα ανθρωπιστικής κρίσης. Δεν «παράγει» μόνο ανεργία, απολύσεις,
κλείσιμο επιχειρήσεων, φτώχεια και εξαθλίωση, «παράγει» αποδεδειγμένα πλέον και αρρώστια. Ο άνεργος, με βάση τον ολιστικό ορισμό του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, δεν είναι στην πραγματικότητα υγιής. Είναι εν δυνάμει άρρωστος. Κάθε 1% αύξηση της ανεργίας συνεπάγεται πολλαπλάσια αύξηση της νοσηρότητας και θνησιμότητας, των ψυχικών παθήσεων, των αυτοκτονιών, του αλκοολισμού και της τοξικοεξάρτησης. Αφού λοιπόν αυξάνονται οι ανάγκες για ιατρική και κοινωνική φροντίδα την περίοδο της κρίσης, αυτό που θα περίμενε κάθε καλόπιστος - για τις προθέσεις της «εθνοσωτήριας» κυβέρνησης – πολίτης, θα ήταν η ενίσχυση των δημόσιων υπηρεσιών υγείας και κοινωνικής πρόνοιας. 
Αυτό όμως που συμβαίνει είναι η σχεδιασμένη κατεδάφιση, πάντα στο όνομα του «εξορθολογισμού» και των πιέσεων της τρόικας, και των τελευταίων υπολειμμάτων του ατελούς και προβληματικού κοινωνικού κράτους στη χώρα μας. Εμείς δεν υποστηρίζουμε το σημερινό Σύστημα Υγείας που έχει εδώ και χρόνια υποστεί αρκετές «νεοφιλελεύθερες μεταλλάξεις», που ταλαιπωρεί και τους ασθενείς και το προσωπικό, που ευνοεί την αναξιοκρατία, τη συναλλαγή με τον άρρωστο και τις εταιρείες, την αδιαφορία και το βόλεμα, αλλά τον κοινωνικό και δικαιωματικό του πυρήνα. Υποστηρίζουμε με πάθος την πολύ σημαντική δουλειά που γίνεται στα νοσοκομεία και ΚΥ, την υπεράνθρωπη προσπάθεια της πλειονότητας των εργαζομένων να φροντίσουν με υπευθυνότητα και εντιμότητα κάθε άνθρωπο που έχει ανάγκη τις υπηρεσίες τους.
Η υγεία, επισήμως πλέον, δεν αποτελεί για την κυβέρνηση κοινωνικό αγαθό ούτε συνταγματική υποχρέωση της Πολιτείας, αλλά εμπόρευμα που «πωλείται» με όρους ελεύθερου ανταγωνισμού. Η «απόσυρση» του Μνημονιακού Κράτους και η ιδιωτικοποίηση των δημόσιων υπηρεσιών υγείας σε περίοδο οικονομικής εξαθλίωσης των εργαζομένων και της κοινωνίας, συνιστά «κοινωνικό δαρβινισμό». Μας λένε απερίφραστα ότι το «πείραμα» της δημοσιονομικής απολυταρχίας δεν γίνεται χωρίς θύματα. Πρέπει να αφήσουμε τη «φυσική επιλογή» να λειτουργήσει!  Σε λίγο, με διαλυμένα Ασφαλιστικά Ταμεία και εκατοντάδες χιλιάδες ανασφάλιστους πολίτες, το δίλημμα της «Δημοσιονομικής Απολυταρχίας» προς τους ασθενείς θα είναι ωμό: « ή έχεις λεφτά ή πεθαίνεις»! 
Αυτή λοιπόν είναι η αλήθεια για την πολιτική Υγείας σήμερα. Η ολοκληρωτική κατάρρευση του ΕΣΥ είναι «προ των πυλών». Όσοι λοιπόν συναινούν, με διάφορα προσχήματα, σ’αυτό το μνημονιακό πλαίσιο δεν δικαιούνται να δηλώνουν «κοινωνικά ευαίσθητοι» ούτε να «κλαψουρίζουν» για το κατάντημα της δημόσιας περίθαλψης.
Άρα και μόνο λόγω αυτής της εγκληματικής πολιτικής, θα έπρεπε εμείς οι εργαζόμενοι στα νοσοκομεία αλλά και οι πολίτες, οι φορείς, οι πάντες, να αντιδράσουμε σθεναρά, να διεκδικήσουμε το δικαίωμά μας σε δημόσια και δωρεάν περίθαλψη ποιότητας.
Πολύ περισσότερο όταν είμαστε ένας Νομός που τον βρήκε η κρίση με αναγνωρισμένο έλλειμμα στις υπηρεσίες υγείας. Όπως δεν βρέθηκαν όλοι οι πολίτες στην ίδια «αφετηρία» κατά την έναρξη της οικονομικής κρίσης, έτσι και ο νομός Ρεθύμνου και το Νοσοκομείο του βρέθηκαν στη δίνη της μνημονιακής βαρβαρότητας υστερώντας ήδη σημαντικά σε σχέση με όλους τους άλλους Νομούς και τα νοσηλευτικά ιδρύματα της Περιφέρειας. Αυτό είναι μια άλλη αλήθεια, τεκμηριωμένη με στοιχεία και όχι βέβαια με αυθαίρετες συγκρίσεις επιμέρους δεικτών κάποιων ευρωπαϊκών χωρών που καμιά σχέση δεν έχουν με τη γεωμορφολογική ιδιαιτερότητα της χώρας μας.
Υπενθυμίζουμε ότι έχουμε κατ’ επανάληψιν βρεθεί στο ίδιο οριακό σημείο: κλείσιμο Παιδιατρικής, εφημερία της Καρδιολογικής με «δανεικούς» γιατρούς από γειτονικό νοσοκομείο, λειτουργία της ΜΕΘ επί 1,5 χρόνο χάρις κυριολεκτικά στον ηρωισμό 3 γιατρών και αμέτρητες περιπτώσεις σοβαρής δυσλειτουργίας όλων σχεδόν των κλινικών, των τμημάτων και των Εργαστηρίων. Το γεγονός ότι, παρά τα προβλήματα αυτά, το Νοσοκομείο παραμένει όρθιο, οφείλεται αποκλειστικά και μόνο στο ζήλο και το φιλότιμο του προσωπικού και όχι φυσικά στις ενέργειες των Διοικήσεων, των παραγόντων και των «αρμοδίων».
Γι’ αυτό και η έμφαση στα προβλήματα του Νοσοκομείου Ρεθύμνου δεν είναι καθόλου υπερβολική. Αν υπάρχει μια υπερβολή είναι στην ανοχή που έδειξαν οι τοπικές εξουσίες αλλά και οι πολίτες στη μακρόχρονη υγειονομική εγκατάλειψη του Νομού και στη διαιώνιση των προβλημάτων του Νοσοκομείου. Δυστυχώς, και αυτό είναι επίσης μια πικρή αλήθεια, το Νοσοκομείο και η Δημόσια Υγεία δεν υπήρξαν ποτέ πολιτική προτεραιότητα για τον τόπο μας, όσο και αν οι γιατροί και οι εργαζόμενοί του φώναζαν ότι έπρεπε να γίνει υπόθεση της κοινωνίας.
Μήπως όμως το παρακάναμε με τις συνεχείς διαμαρτυρίες και συμβάλλουμε, άθελα μας ίσως, στην απαξίωση του Νοσοκομείου;
Aς είμαστε σοβαροί.
Από πότε η ανάδειξη των προβλημάτων και η διεκδίκηση λύσεων απαξιώνει ένα χώρο, μια υπηρεσία, ένα σύστημα; Η προβολή των εγκληματικών ελλείψεων σε προσωπικό, πόρους, εξοπλισμό και υλικά ευνοεί την απαξίωση ενός νοσηλευτικού ιδρύματος ή η ωραιοποίηση της κατάστασης, η συγκάλυψη, ο εφησυχασμός, η μοιρολατρεία και η δουλικότητα προς την εκάστοτε εξουσία;
Οι γιατροί και οι εργαζόμενοι που αγωνίζονται για ένα καλύτερο Νοσοκομείο και για ποιοτική δωρεάν δημόσια περίθαλψη, δεν απαξιώνουν ούτε πυροβολούν το Νοσοκομείο γιατί δεν γίνεται να απαξιώνεις τη δική σου δουλειά ή να πυροβολείς τον εαυτό σου. Γιατί πολύ απλά το Νοσοκομείο είμαστε εμείς. Την απόδοση ενός Νοσοκομείο δεν την καθορίζουν, όσο και αν είναι απολύτως αναγκαία, ούτε οι κτιριακές υποδομές ούτε τα μηχανήματα. Την επηρεάζει καταλυτικά το ανθρώπινο δυναμικό του, αυτοί που εργάζονται και δίνουν όλο το 24ωρο, μέρα-νύχτα, καθημερινές και αργίες, την ώρα που οι γραφειοκράτες και οι «εξορθολογιστές» κοιμούνται ήσυχοι, μια πραγματική μάχη - συχνά άνιση- με την αρρώστια, τον πόνο και το θάνατο. Και αυτό το πολύτιμο κεφάλαιο, οι άνθρωποι του Νοσοκομείου, είναι σήμερα στα όρια της οικονομικής εξαθλίωσης, της σωματικής και ψυχικής εξουθένωσης, της κατάρρευσης ηθικού. Αυτός είναι ίσως ο πιο μεγάλος κίνδυνος για τη λειτουργία του Νοσοκομείου.
Και γι’ αυτό αποτελεί χυδαιότητα η αναφορά σε «συντεχνιακές διεκδικήσεις», όταν αναφερόμαστε για το προσωπικό του Νοσοκομείου. Όπως επίσης αποτελεί αθλιότητα, η αναφορά για «φακελάκια» όταν μιλάμε για γιατρούς ενός νοσοκομείου με μηδαμινά φαινόμενα διαφθοράς ή για «συνδικαλιστικές σκοπιμότητες» όταν μιλάμε για την Ένωση Γιατρών ΕΣΥ που πρωτοστατεί χρόνια τώρα-αλλά ειδικά αυτή την περίοδο- σε κάθε πρωτοβουλία συλλογικής αντίστασης και κοινωνικής αλληλεγγύης στον τόπο μας.
Τι φοβόμαστε λοιπόν και δεν πρέπει να μιλάμε για τα προβλήματα και τις ελλείψεις του Νοσοκομείου;
Ότι θα μας βάλει «κακό βαθμό» η τρόικα και θα μας υποβαθμίσουν οι «οίκοι αξιολόγησης»;
Αυτό που πρέπει να μας ενδιαφέρει είναι η αξιολόγηση των ασθενών μας και είμαστε σίγουροι ότι αυτοί ξέρουν «από πρώτο χέρι» και τα καλά και τα στραβά μας. Η αξιοπιστία του Νοσοκομείου και η εμπιστοσύνη των πολιτών στις υπηρεσίες του είναι ένα καθημερινό στοίχημα και μια διαρκής πρόκληση για όλους μας.
Συμπερασματικά:
1. To Nοσοκομείο μας υστερεί και έχουμε υποχρέωση να διεκδικήσουμε την αναβάθμισή του, ιδιαίτερα σήμερα, ακριβώς επειδή πρέπει να σωθεί ο φτωχός κόσμος, οι εργαζόμενοι και η κοινωνία και όχι οι τράπεζες και οι χρηματαγορές. Το Μνημόνιο, η νεοφιλελεύθερη πολιτική και η εγκατάλειψη είναι το μεγάλο πρόβλημα για το Νοσοκομείο και όχι οι αντιδράσεις των εργαζομένων και της κοινωνίας.
2. Το Νοσοκομείο και η δημόσια περίθαλψη έχουν ανάγκη από συμμάχους. Έχουν ανάγκη από ένα κοινωνικό κίνημα για το δικαίωμα στην Υγεία, με την ενεργό συμμετοχή των ασθενών, των πολιτών, των συνδικαλιστικών και κοινωνικών οργανώσεων, της Τοπικής Αυτοδιοίκησης. Μόνο αν το κάνουμε αυτό αποτρέπουμε αποφασιστικά κάθε επίδοξο «μεταρρυθμιστή» να ακρωτηριάσει, να κλείσει, να μετατρέψει ή να καταργήσει δομές και υπηρεσίες ζωτικής σημασίας για την περιοχή μας.
3. Δεν πρέπει να παραγνωρίζουμε ότι η στήριξη του ΕΣΥ και του Κοινωνικού Κράτους προϋποθέτει συνολική αλλαγή πορείας και διαφορετικές οικονομικές και πολιτικές προτεραιότητες. Δεν διεκδικούμε λοιπόν μια «όαση» στη μνημονιακή έρημο. Απλώς προσπαθούμε να «πάρουμε λίγο παραπάνω νερό, γιατί το μέλλον έχει πολλή ξηρασία», όπως έλεγε και ο ποιητής.

ΞΑΝΘΟΣ ΑΝΔΡΕΑΣ
μέλος του Γενικού Συμβουλίου της Ομοσπονδίας Νοσοκομειακών Γιατρών (ΟΕΝΓΕ)



 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου