Κυριακή 24 Ιουνίου 2012

μια πιό καθημερινή ιστορία

Μετά από τριήμερη απουσία επέστρεψα στο σπίτι και το βρήκα ανάκατο. Η μπαλκονόπορτα παραβιασμένη και ένα κομμάτι της τακτοποιημένο στον καναπέ. Στο κρεβάτι πάνω στο δίπλα δωμάτιο, υπήρχε ότι τακτοποιήθηκε πρίν 5 χρόνια στην τελευταία μετακόμιση. Δεν θυμόμουν καν, τι είχαν μέσα αυτά τα κουτιά.
 Κι αυτά όλα, αρκετά τακτοποιημένα πάνω στο κρεβάτι παρά, τα χυμένα φω. Μπιζού τάχα μου. Ιδέα φαεινή. Κάποιος μπήκε στο σπίτι και δεν βρήκε τίποτα να πάρει. Ή δεν είχε χρόνο. Ή τρόμαξε από κάποιο θόρυβο. Κι άλλη μπαλκονόπορτα ανοιχτή, το σπίτι ορθάνοιχτο. Σόκ. Για ελάχιστο χρόνο. Τίποτα πολύτιμο δεν έλειπε γιατί ακριβώς δεν υπήρχε αντικείμενο αξιοποιήσιμο; Προσεβλήθην. Όμως παρηγορήθηκα. Τρόμαξαν και έπρεπε να τη κάνουν στα γρήγορα και από άλλη πόρτα. Τα αποτυπώματα παπουτσιών στη σκόνη του μπαλκονιού εξόδου έδειχναν σύγχρονη έξοδο από δύο σημεία. Δύο άτομα μαρτυρούσε και το ότι δεν χρησιμοποιήθηκε σκάλα και υπήρξε αναρρίχηση με πατημασιές στον εξωτερικό τοίχο. Ο πρώτος ο ελαφρύτερος, πού σκαρφάλωσε είχε και λεπτά χέρια, άρα ήταν αδύνατος. Τα αποτυπώματα από τα παπούτσια, μεγάλου μεγέθους. Γύρισα στον κυρίως χώρο απορημένη. Μόνο ένα δωμάτιο αγγίχτηκε. Και κατά την αποχώρηση ανοίχτηκε βιαστικά και ένα συρτάρι στη διαδρομή εξόδου. Το κλαδί από την μπουκαμβίλια σπασμένο, φαινόταν ξερό. Ήταν μέρες έτσι. Οι γείτονες δεν αντιλήφθηκαν τίποτα. Και είναι παρατηρητικοί και καθόλου αδιάφοροι. Το αντίθετο, τρέχουν όλοι να βοηθήσουν με το παραμικρό και νοιάζονται το χώρο και τους ανθρώπους του. Δεν καταλαβαίνω γιατί δεν πήραν απολύτως τίποτα. Μα τίποτα; Χωρίς να μπορώ να πω ότι ξέρω τι έχω στο σπίτι βέβαια. Δεν φοβάμαι περισσότερο από πριν. Με φυλακίζει όμως μια αίσθηση μη ασφάλειας και με ενοχλεί αυτό ιδιαίτερα. Εκτιμώ πού επέλεξαν να μην είμαι στο σπίτι. Αλλά κάθε φορά πού αλλάζω δωμάτιο αναρωτιέμαι αν κάνω καλά πού αφήνω πίσω, ανοιχτή πόρτα. Επιβάλλονται τα λογικά μέτρα ασφάλειας για να μη φύγει κανείς στην υπερβολή. Περισσότερο με αγχώνει η ευκολία πρόσβασης.

ΥΓ
 Ό άνθρωπος δυσκολεύεται πιά πολύ και καταφεύγει σε κινήσεις απελπισίας. Δεν έχει να περιμένει τίποτα, από πουθενά και έτσι μειώνεται ο φόβος και η αναστολή καταργείται.
Κλιμακωτά μεταφέρεται μια τρελή πίεση και εκφράζεται σε κάθε τάξη και κάθε άνθρωπο διαφορετικά. 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου