Σε εκτενή επιστημονική αναφορά σχετικά με το θάνατο της 16χρονης Στέλλας Ακουμιανάκη στο Νοσοκομείο Ρεθυμνου την Κυριακή του Πάσχα, από υπερβολική κατανάλωση αλκοόλ, προχώρησαν η Ένωση Γιατρών, ο Διευθυντής της ΜΕΘ, Χαράλαμπος Μαρκάκης και ο Διευθυντής της Παθολογικής Κλινικής, Κωνσταντίνος Μαλάς.
Οι γιατροί αναφέρονται εκτενώς στο πως αντιμετωπίζονται τα περιστατικά μέθης στα Νοσοκομεία, επικαλούμενοι μάλιστα την ελληνική και διεθνή βιβλιογραφία,
όπως επίσης αναφέρουν λεπτομερώς τι ακριβώς συνέβη στο Νοσοκομείο στην περίπτωση της Στέλλας.
Αναλυτικά η αναφορά έχει ως εξής:
«Παρά την εκτενή ενημέρωση των συγγενών για τον τρόπο αντιμετώπισης και τις αιτίες θανάτου της Στέλλας Ακουμιανάκη και λόγω της διαστρέβλωσης της αλήθειας με αποτέλεσμα τη διαμόρφωση μιας εσφαλμένης κοινής γνώμης, η Ένωση γιατρών, η Παθολογική Κλινική, και η ΜΕΘ του Γενικού Νοσοκομείου Ρεθύμνου εκδίδουν την ακόλουθη αναφορά.
Μετά από την ολοκλήρωση της προανακριτικής διαδικασίας, τα αποτελέσματα όλων των τοξικολογικών εξετάσεων, την έκθεση του Ιατροδικαστή και την προκαταρκτική εξέταση που πραγματοποιήθηκε από τη διοίκηση έχουν να δηλώσουν τα εξής:
Η οξεία μέθη είναι μια συνήθης αιτία προσέλευσης στα ΤΕΠ του Νοσοκομείου Ρεθύμνου, ειδικά τους θερινούς μήνες και κατά τη διάρκεια του Καρναβαλιού. Η τυπική κλινική εικόνα των ασθενών με οξεία μέθη είναι η πτώση του επιπέδου συνείδησης και οι εμετοί (Το επίπεδο συνείδησης μετριέται διεθνώς με την κλίμακα Γλασκώβης και στην οξεία μέθη είναι συχνά μειωμένο).
Η οξεία μέθη αντιμετωπίζεται με τον ενδεδειγμένο τρόπο στα ΤΕΠ όλων των Νοσοκομείων στην Ελλάδα και το Εξωτερικό σύμφωνα με οδηγίες που υπάρχουν σε έγκυρα συγγράμματα, αλλά και την κλινική εμπειρία, εφόσον όπως αναφέρθηκε δεν πρόκειται για σπάνιο περιστατικό.
Στο Νοσοκομείο Ρεθύμνου δεν υπάρχει η δυνατότητα μέτρησης της συγκέντρωσης της αλκοόλης στο αίμα (BAC), αλλά ούτε και σε κανένα άλλο Νοσοκομείο της Κρήτης. Η εξέταση αυτή γίνεται στο Πανεπιστήμιο Κρήτης, δηλαδή εργάσιμες ημέρες, πρωινή ώρα και όχι σαν ρουτίνα, αλλά μετά από συνεννόηση των γιατρών. Δεν είναι μια εξέταση που γίνεται άμεσα και κατά συνέπεια δεν θα μπορούσε να αποτελέσει γνώμονα για καθορισμό θεραπευτικών αποφάσεων.
Η τοξικότητα από αλκοόλ είναι μια κατάσταση στην οποία μπορεί σε κάποιες περιπτώσεις να περιέλθει ένας έφηβος καταναλώνοντας μικρή ποσότητα αλκοόλ περίπου 40-60ml (1ml ανά κιλό σώματος) δηλαδή 2-3 ποτά. Είναι πιθανή λοιπόν ακόμα και με αυτή την ποσότητα αλκοόλ. Εάν ο ασθενής καταναλώσει μεγάλη ποσότητα αλκοόλ σε μικρό χρονικό διάστημα με άδειο στομάχι το αλκοόλ που απορροφάται μπορεί να φτάσει σε τοξικά επίπεδα στο αίμα πριν προλάβει ο οργανισμός να το αποβάλλει με εμετό. Το αλκοόλ σαν πτητικό υγρό απορροφάται άμεσα από το στομάχι (70%) και από το λεπτό έντερο (30%) μέσα σε 10-60 λεπτά, και φτάνει στο μέγιστο της δράσης του σε 40-60 λεπτά από την κατανάλωση, δεν κολλά στα τοιχώματα του στομάχου, ούτε παραμένει εκεί όταν το άτομο έχει κάνει εμετό. Για αυτό το λόγο στην οξεία μέθη δεν γίνονται ποτέ πλύσεις στομάχου ειδικά όταν έχει προηγηθεί εμετός. Ειδικότερα, δεν γίνεται πλύση στομάχου σε κανέναν ασθενή με πτώση επιπέδου συνείδησης λόγω του ενδεχόμενου της εισρόφησης κατά τη διάρκεια της πλύσης.
Η θεραπεία της οξείας μέθης είναι κατά βάση συμπτωματική δηλαδή δεν υπάρχει κάποιο αντίδοτο ή εξειδικευμένη θεραπεία. Δεν ενδείκνυνται και γι’ αυτό το λόγο έχουν αποσυρθεί από δεκαετιών οι ενέσεις καφεΐνης. Στόχος είναι να προστατευτεί το άτομο από τη δράση της αλκοόλης και συγκεκριμένα από την υπογλυκαιμία, την αφυδάτωση, την πιθανή εισρόφηση και την καταστολή του αναπνευστικού κέντρου. Γι’ αυτό τον λόγο χορηγούνται γαστροπροστατευτικά φάρμακα, και σακχαρούχοι οροί, τοποθετείται το άτομο σε θέση ανάνηψης, ελέγχεται συχνά ο ρυθμός της αναπνοής του.
Η τοξικότητα και ο θάνατος από αλκοόλ και είναι μία κατάσταση που δεν μπορεί να προβλεφθεί, εφόσον τα συμπτώματα της μέθης και η κλινική εικόνα της τοξικότητας δεν διαφέρουν. Το άτομο μπορεί να περιέλθει αιφνιδίως σε κατάσταση τοξικότητας και θανάτου. Ειδικά, η τοξικότητα με τη μορφή του εγκεφαλικού οιδήματος και της καρδιακής καταστολής μπορεί να εμφανιστεί αιφνίδια και δεν υπάρχει κανένα ασφαλές κλινικό κριτήριο για να την προβλέψει ο γιατρός.
Όσον αφορά στην περίπτωση της άτυχης Στέλλας Ακουμιανάκη, η ασθενής προσεκομίσθη στα ΤΕΠ του Νοσοκομείου Ρεθύμνου με φορείο από 2 συνοδούς στις 4.30 τα ξημερώματα του Μεγάλου Σαββάτου και εξετάστηκε άμεσα από τον ειδικευόμενο ιατρό που εφημέρευε, μέσα στην ανάνηψη του ΤΕΠ. Ο γιατρός πήρε ιστορικό και τα στοιχεία της ασθενούς (Ονοματεπώνυμο και ηλικία) από τους συνοδούς οι οποίοι τον ενημέρωσαν ότι έκανε πολλαπλούς εμετούς οι οποίοι μύριζαν αλκοόλ αλλά δεν έδωσαν άλλες πληροφορίες. Μέσα στην Ανάνηψη της έκανε κλινική εξέταση, έλεγξε την πιθανότητα τραυματισμού, την εκτίμησε νευρολογικά, μέτρησε την Κλίμακα Γλασκώβης, της πήρε ζωτικά σημεία της μέτρησαν το σάκχαρο και της πήρε αέρια αίματος. Η ασθενής είχε φυσιολογική αρτηριακή πίεση, οξυγόνο, σφύξεις, σάκχαρο και Γλασκώβη 10-11 (δηλαδή είχε αυτόματες κινήσεις, άνοιγε τα μάτια σε επώδυνα ερεθίσματα και απαντούσε με ακατάληπτες λέξεις/ήχους). Η κατάσταση της υγείας της ανταποκρινόταν στην κλινική εικόνα της οξείας μέθης.
Ο γιατρός έδωσε τις οδηγίες που δίνονται για την περίπτωση της μέθης και η ασθενής οδηγήθηκε με το φορείο σε συγκεκριμένο χώρο των ΤΕΠ και όχι σε θάλαμο προκειμένου να είναι σε τακτική παρακολούθηση και οπτική επαφή από τη νοσηλεύτρια και το γιατρό, οι οποίοι είναι ταυτόχρονα υπεύθυνοι και δουλεύουν τόσο για το ιατρείο, όσο και για την ανάνηψη και τη Βραχεία νοσηλεία του Παθολογικού τομέα του ΤΕΠ. Δεν κλήθηκαν οι γονείς της ασθενούς διότι η ασθενής συνοδεύονταν από 2 άτομα που άνηκαν στον φιλικό της κύκλο.
Η ασθενής κατά τη διάρκεια παραμονής της στα ΤΕΠ ελέγχθηκε 2 φορές από τους γιατρούς για πιθανή εισρόφηση ή καταστολή της αναπνοής, και 3 φορές από τη νοσηλεύτρια όταν έγιναν και οι αλλαγές των ορών. Καθ’ όλη τη διάρκεια της παραμονής της η ασθενής ήταν σε θέση ανάνηψης με φυσιολογικό ρυθμό αναπνοής. Οι συνοδοί έμειναν κοντά της καθ’ όλη τη διάρκεια της παραμονής της στα ΤΕΠ.
Τελευταία φορά ελέγχθηκε από τη νοσηλεύτρια στις 8.35 (όταν έγινε η αλλαγή του τελευταίου ορού), η οποία δεν παρατήρησε διαταραχή στην αναπνοή της. Στις 8.45 έγινε κλήση της νοσηλεύτριας από τους συνοδούς, η οποία διαπίστωσε παθολογική αναπνοή με αφρώδεις εκκρίσεις και κάλεσε άμεσα την ειδικευόμενη παθολόγο. Η ειδικευόμενη μετέφερε την ασθενή στην αίθουσα ανάνηψης όπου ξεκίνησε άμεσα η ανάνηψη. Ταυτόχρονα κλήθηκε η ειδικευμένη παθολόγος και η ΜΕΘ, οι οποίοι παρουσιάστηκαν στα ΤΕΠ άμεσα (εντός 1-2 λεπτών). Στη συνέχεια έγιναν από όλους τους γιατρούς τόσο στην ανάνηψη όσο και στη ΜΕΘ υπεράνθρωπες προσπάθειες προκειμένου να κρατήσουν στη ζωή την ασθενή. Όλοι οι γιατροί της εφημερίας της Μεγάλης Παρασκευής ειδικοί και ειδικευόμενοι παρέμειναν για να βοηθήσουν μέχρι το απόγευμα της επόμενης ημέρας. Δυστυχώς, η κατάστασή της ασθενούς δεν βελτιώθηκε και η ασθενής κατέληξε την Κυριακή του Πάσχα από καρδιακή ανακοπή.
Η ασθενής αντιμετωπίστηκε από το Νοσοκομείο άμεσα και με τον ενδεδειγμένο τρόπο. Το προσωπικό ήταν στη θέση του και έδρασε άμεσα τόσο στην είσοδο της ασθενούς όσο και όταν η κατάστασή της επιδεινώθηκε.
Η επιδείνωση της υγείας της ήταν μια εξέλιξη σπάνια, πολυσυστηματική, αιφνίδια, ραγδαία, μη προβλέψιμη, και μη αναστρέψιμη και δεν οφείλονταν σε καμία από τις συνήθεις επιπλοκές της δράσης του αλκοόλ στον οργανισμό (εισρόφηση, καταστολή του αναπνευστικού κέντρου, ή υπογλυκαιμία)
Μετά από την ολοκλήρωση όλων των τοξικολογικών εξετάσεων και την έκθεση του ιατροδικαστή ο θάνατος της ασθενούς αποδίδεται στην τοξική δράση της αλκοόλης στον εγκέφαλο, στα αγγεία και την καρδιά της.
Μετά την εκτενή παρουσίαση του συγκεκριμένου περιστατικού, πιστεύουμε ότι θα πάψουν οι άδικες επιθέσεις προς το Νοσοκομείο και το προσωπικό, οι οποίες είναι αβάσιμες και επιστημονικά ατεκμηρίωτες. Σε αντίθετη περίπτωση δηλώνουμε ότι τόσο το Νοσοκομείο όσο και το προσωπικό του ατομικά, επιφυλασσόμαστε για κάθε νόμιμο δικαίωμά μας». |
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου