του Παρασκευά Περάκη
Ως ένα αυθόρμητο κίνημα αμφισβήτησης του πολιτικού συστήματος περιγράφει το 'ντόμινο' εξεγέρσεων στον αραβικό κόσμο ο επίκουρος καθηγητής του Τμήματος Κοινωνιολογίας του Πανεπιστημίου Κρήτης, Νίκος Σερντεδάκις. Μιλώντας στα Χανιώτικα Νέα, εξηγεί τα αίτια και τα χαρακτηριστικά του κινήματος αυτού, το οποίο επιχειρεί να ανατρέψει τις υφιστάμενες πολιτικές και οικονομικές δομές.
Ποια ήταν τα αίτια της εκδήλωσης αντικαθεστωτικών κινημάτων στον αραβικό κόσμο;
Οι εξεγέρσεις στις χώρες του αραβικού κόσμου όντως συνιστούν μια απρόβλεπτη και απρόσμενη εξέλιξη. Στις μουσουλμανικές χώρες της Αφρικής και της Μέσης Ανατολής, μετά την κατάκτηση της εθνικής τους ανεξαρτησίας, μέσα από σκληρούς αντι-αποικιακούς αγώνες στα μέσα του προηγούμενου αιώνα, εγκαθιδρύθηκαν πολιτικά καθεστώτα, τα οποία δυστυχώς γρήγορα μετεξελίχθηκαν σε αυταρχικά, με ψευδεπίγραφους θεσμούς πολιτικής αντιπροσώπευσης και πολιτικής συμμετοχής. Σε χώρες όπως το Ιράκ, η Συρία, η Αίγυπτος, η Αλγερία, η Λιβύη και η Τυνησία, για παράδειγμα, κυριάρχησαν πολιτικοί ηγέτες, οι οποίοι εγκατέστησαν προσωποπαγή και μάλιστα οικογενειοκρατικά καθεστώτα πελατειακού τύπου. Όσο διαρκούσε ο Ψυχρός Πόλεμος ανάμεσα στις χώρες του δυτικού και του ανατολικού μπλοκ, πολλοί από τους ηγέτες των αραβικών χωρών επεχείρησαν να εμφανιστούν ως εκφραστές ενός εθνικισμού, ο οποίος λόγω του επικρατούντος κρατισμού μπορούσε να εμφανίζεται ως ένα είδος ιδιότυπου μετα-αποικιακού τριτοκοσμικού σοσιαλισμού.
Στα τέλη της δεκαετίας του 1970, μετά την ιρανική επανάσταση και την επικράτηση των σιιτών του Αγιατολάχ Χομεϊνί εις βάρος των κοσμικών δημοκρατικών δυνάμεων και της επαναστατικής Αριστεράς που είχαν συμμετάσχει στην αποκαθήλωση του Σάχη, σε πολλές αραβικές κοινωνίες, οι ισλαμιστές αρχίζουν να προβάλλουν ως ένα νέο μαζικό πολιτικό υποκείμενο. Αυτόν τον μετασχηματισμό μπορούμε να τον αντιληφθούμε καλύτερα αν αναλογιστούμε τον σταδιακό παραμερισμό της PLO του Αραφάτ και της Φατάχ από τη Χαμάς στην πιο γνωστή σε εμάς Παλαιστίνη.
Στην Αίγυπτο πιο συγκεκριμένα, η ισχνή αντιπολίτευση της κομμουνιστικής Αριστεράς γρήγορα τέθηκε εκτός νόμου και την έκφραση των λαϊκών αιτημάτων ανέλαβαν οι Αδελφοί Μουσουλμάνοι, οργάνωση η οποία μετά από εσωτερικές έριδες και διασπάσεις κατέληξε να απολαμβάνει ένα καθεστώς αποδοχής στο μέτρο που δεν αμφισβητούσε άμεσα το πολιτικό κατεστημένο της Αιγύπτου.
Πώς ερμηνεύεται το χρονικό σημείο των εξεγέρσεων;
Σύμφωνα με όλα τα παραπάνω, τα πολιτικά καθεστώτα στον αραβικό κόσμο εμφανίζονταν ως εξαιρετικά σταθερά, ιδιαίτερα εκείνα που δεν αμφισβητούσαν την πολιτική των ΗΠΑ και δευτερευόντως της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην περιοχή. Πολλά από τα κόμματα εξουσίας και οι ηγέτες τους συμμετείχαν στη Σοσιαλιστική Διεθνή και παρά τη ρητορική της Δύσης για την υπεράσπιση των ανθρώπινων και των κοινωνικών δικαιωμάτων καμία κριτική δεν ασκούνταν σχετικά με την παραβίασή τους.
Τούτη, όμως, η σταθερότητα των καθεστώτων σε μεγάλο βαθμό στηρίζονταν σε δύο παράλληλες διαδικασίες, οι οποίες, όπως φαίνεται εκ των υστέρων, για λόγους που θα προσπαθήσω να εξηγήσω, έπαψαν να λειτουργούν. Από τη μια, τα καθεστώτα ήταν σε θέση να ενεργοποιούν τους κατασταλτικούς μηχανισμούς του κράτους, εναντίον όσων επιχειρούσαν να τα αμφισβητήσουν ή ακόμα και να αρθρώσουν μετριοπαθή αιτήματα, δίχως να καταβάλλουν σημαντικό κόστος στο εσωτερικό τους, αλλά και ως προς τις συνέπειες πιθανών αντιδράσεων στο διεθνές περιβάλλον τους. Με το πρόσχημα της αυστηρής αστυνόμευσης των ισλαμιστών ήταν σε θέση να ακυρώνουν ακόμα και τις στοιχειώδεις δημοκρατικές ελευθερίες που προβλέπονταν στα συνταγματικά τους κείμενα. Από την άλλη, στο πλαίσιο των αναγκών νομιμοποίησής τους, οι κυρίαρχες πολιτικές και οικονομικές ελίτ φρόντιζαν να διαμορφώνουν ένα στοιχειώδες δίχτυ προστασίας για τα πιο φτωχά κοινωνικά στρώματα και κοινωνικές ομάδες.
Όμως, στο πλαίσιο των διαδικασιών της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης και των επιταγών των ποικίλων οργανισμών και κρατών που την προωθούν συστηματικά, επιβάλλοντας συγκεκριμένες πολιτικές στα επιμέρους εθνικά κράτη, τα μέτρα προστασίας των κοινωνικά αδύναμων σταδιακά ατόνησαν, διαμορφώνοντας τους όρους για την έκρηξη της ανεργίας, της φτώχειας και συνεπώς της λαϊκής δυσαρέσκειας προς το πολιτικό σύστημα. Παράλληλα, η ένταση της καταστολής φαίνεται να έφτασε σε ένα οριακό σημείο, λειτουργώντας αντίστροφα ως προς την αποτελεσματικότητά της. Η υπερβολική της άσκηση έφτασε προφανώς στο σημείο να την καθιστά αντιπαραγωγική. Οπως γνωρίζουμε, η υπερβολική καταστολή εντείνει τα βιωμένα συναισθήματα της κοινωνικής αδικίας, εντείνει τη δυσαρέσκεια και πιθανά οδηγεί στην ανάληψη συλλογικής δράσης από όσους αισθάνονται ότι το κόστος της συμμετοχής στη διαμαρτυρία υπολείπεται του κόστους που συνεπάγεται η αδιαμαρτύρητη αποδοχή της υφιστάμενης πραγματικότητας.
Επιπλέον, στις κοινωνίες που σήμερα ξεσπούν οι μαζικές κινητοποιήσεις αμφισβήτησης του πολιτικού συστήματος, οι ηλικιακά νεώτεροι αποτελούν το κυρίαρχο δημογραφικό στρώμα. Στο εσωτερικό αυτής της δημογραφικής ομάδας μπορούμε πλέον να συναντήσουμε αποφοίτους Πανεπιστημίου που βιώνουν τον κοινωνικό αποκλεισμό, λόγω της αδυναμίας του συστήματος να τους εντάξει στις παραγωγικές δομές, η πρόσβαση στις οποίες διαμεσολαβείται από τα πελατειακά δίκτυα μιας ελίτ όπου το πολιτικό και το οικονομικό στοιχείο διαπλέκονται έντονα και ισχυρά, εμπεριέχοντας τον κίνδυνο η αμφισβήτηση του ενός να σημάνει και την αμφισβήτηση του άλλου. Μ’ άλλα λόγια, ο μεγάλος φόβος του ευρύτερου συστήματος είναι η αμφισβήτηση του πολιτικού συστήματος στις αραβικές χώρες να μετασχηματιστεί σε αμφισβήτηση του ίδιου του καπιταλιστικού συστήματος.
Έχουμε να κάνουμε με αυθόρμητες λαϊκές εξεγέρσεις ή με δράσεις που οργανώθηκαν από πολιτικές και θρησκευτικές οργανώσεις;
Όσα παρακολουθούμε στις τηλεοράσεις και διαβάζουμε στο διεθνή έντυπο και ηλεκτρονικό Τύπο μας πείθουν πώς βρισκόμαστε μπροστά σε λαϊκές εξεγέρσεις, οι οποίες τουλάχιστον στην Τυνησία και στην Αίγυπτο ξεκίνησαν με αυθόρμητο τρόπο, δηλαδή χωρίς να έχουν προαποφασιστεί και οργανωθεί από υφιστάμενες οργανώσεις, πολιτικού η θρησκευτικού χαρακτήρα. Τέτοιες οργανώσεις, κυρίως οι θρησκευτικές που μέχρι σήμερα θεωρούνταν ότι είχαν σημαντική επιρροή στα λαϊκά στρώματα, βρέθηκαν απροετοίμαστες και στην περίπτωση της Αιγύπτου οι Αδελφοί Μουσουλμάνοι αρχικά δίστασαν να συμμετάσχουν ενεργά στις κινητοποιήσεις. Προφανώς, έχοντας κατακτήσει ένα status νόμιμης και κυρίως αυστηρά επιτηρούμενης λειτουργίας και δράσης, στη φάση της έναρξης της διαμαρτυρίας έκριναν ότι η αβέβαιη έκβασή της θα μπορούσε να ακυρώσει όσα είχαν κατακτήσει στο πέρασμα του χρόνου.
Μόνο όταν συνειδητοποίησαν ότι η διαμαρτυρία μετασχηματίζεται σε γενικευμένη εξέγερση και ότι το καθεστώς χάνει τα διεθνή ερείσματα του αποφάσισαν να συμμετάσχουν, έχοντας όμως χάσει την πρωτοβουλία των κινήσεων και τη δυνατότητα να προβληθούν ως οι φορείς ενός άλλου μοντέλου εξουσίας, συμβατού με τις επιθυμίες των εξεγερμένων. Δεν πρέπει επίσης να ξεχνάμε ότι οι εξεγερμένοι από την πρώτη στιγμή διεκδίκησαν τη μετάβαση σ’ ένα καθεστώς δημοκρατίας και διεύρυνσης των κοινωνικών και πολιτικών δικαιωμάτων. Πρόκειται για αιτήματα τα οποία σε μεγάλο βαθμό δεν βρίσκονται στην κορυφή της πολιτικής ατζέντας των ισλαμιστών και σε μεγάλο βαθμό ίσως απηχούν μια διαφορετική πολιτική κουλτούρα από εκείνη που υιοθετούν οι ισλαμικές οργανώσεις.
Είναι σωστό να αναφερόμαστε στο 'αραβικό ντόμινο' που περιγράφει ο διεθνής Τύπος;
Η επιτυχής έκβαση των διαμαρτυριών στην Τυνησία και στην Αίγυπτο ως προς την εκδίωξη των απονομιμοποιημένων πολιτικών ηγετών άνοιξε τον δρόμο για τη διαμόρφωση αντίστοιχων κινημάτων σε όλες τις κοινωνίες της περιοχής όπου επικρατούν αφενός αυταρχικά καθεστώτα και αφετέρου συνθήκες οικονομικής κρίσης. Το μίγμα είναι εκρηκτικό και δεν είναι εύκολο να περιοριστεί στην πολιτική διάσταση. Αυτό που τροφοδοτεί τις λαϊκές κινητοποιήσεις είναι η δυσαρέσκεια που τρέφεται από τη διάψευση των προσδοκιών πολλών κοινωνικών ομάδων και κοινωνικών τάξεων σχετικά με την κοινωνική τους θέση, την πολιτική τους ισχύ και το κύρος τους. Το ντόμινο που βλέπουμε σταθερά να εξελίσσεται στις αραβικές κοινωνίες έχει και μια κρυμμένη προς το παρόν διάσταση, εσωτερικής υφής αυτή τη φορά.
Δεδομένου ότι είδαμε να κινητοποιούνται ακτιβιστές μέσω διαδικτύου ακόμα και με τη μορφή ηλεκτρονικών επιθέσεων, τι συμπεράσματα εξάγουμε από την 'ψηφιακή' διάσταση των κινημάτων αυτών;
Το ότι οι κινητοποιήσεις οργανώθηκαν μέσω των νέων τεχνολογιών, το διαδίκτυο, το facebook και τα μηνύματα στα κινητά τηλέφωνα δείχνει ότι βρισκόμαστε μπροστά σε μια νέα πραγματικότητα, με δρώντες που βρίσκονται σε μια φάση συγκρότησης και υπό αυτήν την έννοια όλες οι εξελίξεις φαντάζουν πιθανές και τα ενδεχόμενα, οι πιθανές εκβάσεις δεν πρόκειται να εξαντληθούν στο άμεσο μέλλον.
Πώς βλέπετε την επόμενη μέρα σε Τυνησία και Αίγυπτο;
Η επιβολή του στρατού στην Τυνησία και στην Αίγυπτο συνιστούν ένα πρόσκαιρο διάλειμμα ειρήνευσης, το οποίο όμως είναι εξαιρετικά εύθραυστο καθώς, όπως είπαμε και παραπάνω, τα βαθύτερα αίτια των εξεγέρσεων δεν είναι μόνο πολιτικά, αλλά επίσης βαθιά δομικά, όπως άλλωστε βαθιά δομική είναι η κρίση που απλώνεται και στις δικές μας κοινωνίες.
GOODNET
Ως ένα αυθόρμητο κίνημα αμφισβήτησης του πολιτικού συστήματος περιγράφει το 'ντόμινο' εξεγέρσεων στον αραβικό κόσμο ο επίκουρος καθηγητής του Τμήματος Κοινωνιολογίας του Πανεπιστημίου Κρήτης, Νίκος Σερντεδάκις. Μιλώντας στα Χανιώτικα Νέα, εξηγεί τα αίτια και τα χαρακτηριστικά του κινήματος αυτού, το οποίο επιχειρεί να ανατρέψει τις υφιστάμενες πολιτικές και οικονομικές δομές.
Ποια ήταν τα αίτια της εκδήλωσης αντικαθεστωτικών κινημάτων στον αραβικό κόσμο;
Οι εξεγέρσεις στις χώρες του αραβικού κόσμου όντως συνιστούν μια απρόβλεπτη και απρόσμενη εξέλιξη. Στις μουσουλμανικές χώρες της Αφρικής και της Μέσης Ανατολής, μετά την κατάκτηση της εθνικής τους ανεξαρτησίας, μέσα από σκληρούς αντι-αποικιακούς αγώνες στα μέσα του προηγούμενου αιώνα, εγκαθιδρύθηκαν πολιτικά καθεστώτα, τα οποία δυστυχώς γρήγορα μετεξελίχθηκαν σε αυταρχικά, με ψευδεπίγραφους θεσμούς πολιτικής αντιπροσώπευσης και πολιτικής συμμετοχής. Σε χώρες όπως το Ιράκ, η Συρία, η Αίγυπτος, η Αλγερία, η Λιβύη και η Τυνησία, για παράδειγμα, κυριάρχησαν πολιτικοί ηγέτες, οι οποίοι εγκατέστησαν προσωποπαγή και μάλιστα οικογενειοκρατικά καθεστώτα πελατειακού τύπου. Όσο διαρκούσε ο Ψυχρός Πόλεμος ανάμεσα στις χώρες του δυτικού και του ανατολικού μπλοκ, πολλοί από τους ηγέτες των αραβικών χωρών επεχείρησαν να εμφανιστούν ως εκφραστές ενός εθνικισμού, ο οποίος λόγω του επικρατούντος κρατισμού μπορούσε να εμφανίζεται ως ένα είδος ιδιότυπου μετα-αποικιακού τριτοκοσμικού σοσιαλισμού.
Στα τέλη της δεκαετίας του 1970, μετά την ιρανική επανάσταση και την επικράτηση των σιιτών του Αγιατολάχ Χομεϊνί εις βάρος των κοσμικών δημοκρατικών δυνάμεων και της επαναστατικής Αριστεράς που είχαν συμμετάσχει στην αποκαθήλωση του Σάχη, σε πολλές αραβικές κοινωνίες, οι ισλαμιστές αρχίζουν να προβάλλουν ως ένα νέο μαζικό πολιτικό υποκείμενο. Αυτόν τον μετασχηματισμό μπορούμε να τον αντιληφθούμε καλύτερα αν αναλογιστούμε τον σταδιακό παραμερισμό της PLO του Αραφάτ και της Φατάχ από τη Χαμάς στην πιο γνωστή σε εμάς Παλαιστίνη.
Στην Αίγυπτο πιο συγκεκριμένα, η ισχνή αντιπολίτευση της κομμουνιστικής Αριστεράς γρήγορα τέθηκε εκτός νόμου και την έκφραση των λαϊκών αιτημάτων ανέλαβαν οι Αδελφοί Μουσουλμάνοι, οργάνωση η οποία μετά από εσωτερικές έριδες και διασπάσεις κατέληξε να απολαμβάνει ένα καθεστώς αποδοχής στο μέτρο που δεν αμφισβητούσε άμεσα το πολιτικό κατεστημένο της Αιγύπτου.
Πώς ερμηνεύεται το χρονικό σημείο των εξεγέρσεων;
Σύμφωνα με όλα τα παραπάνω, τα πολιτικά καθεστώτα στον αραβικό κόσμο εμφανίζονταν ως εξαιρετικά σταθερά, ιδιαίτερα εκείνα που δεν αμφισβητούσαν την πολιτική των ΗΠΑ και δευτερευόντως της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην περιοχή. Πολλά από τα κόμματα εξουσίας και οι ηγέτες τους συμμετείχαν στη Σοσιαλιστική Διεθνή και παρά τη ρητορική της Δύσης για την υπεράσπιση των ανθρώπινων και των κοινωνικών δικαιωμάτων καμία κριτική δεν ασκούνταν σχετικά με την παραβίασή τους.
Τούτη, όμως, η σταθερότητα των καθεστώτων σε μεγάλο βαθμό στηρίζονταν σε δύο παράλληλες διαδικασίες, οι οποίες, όπως φαίνεται εκ των υστέρων, για λόγους που θα προσπαθήσω να εξηγήσω, έπαψαν να λειτουργούν. Από τη μια, τα καθεστώτα ήταν σε θέση να ενεργοποιούν τους κατασταλτικούς μηχανισμούς του κράτους, εναντίον όσων επιχειρούσαν να τα αμφισβητήσουν ή ακόμα και να αρθρώσουν μετριοπαθή αιτήματα, δίχως να καταβάλλουν σημαντικό κόστος στο εσωτερικό τους, αλλά και ως προς τις συνέπειες πιθανών αντιδράσεων στο διεθνές περιβάλλον τους. Με το πρόσχημα της αυστηρής αστυνόμευσης των ισλαμιστών ήταν σε θέση να ακυρώνουν ακόμα και τις στοιχειώδεις δημοκρατικές ελευθερίες που προβλέπονταν στα συνταγματικά τους κείμενα. Από την άλλη, στο πλαίσιο των αναγκών νομιμοποίησής τους, οι κυρίαρχες πολιτικές και οικονομικές ελίτ φρόντιζαν να διαμορφώνουν ένα στοιχειώδες δίχτυ προστασίας για τα πιο φτωχά κοινωνικά στρώματα και κοινωνικές ομάδες.
Όμως, στο πλαίσιο των διαδικασιών της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης και των επιταγών των ποικίλων οργανισμών και κρατών που την προωθούν συστηματικά, επιβάλλοντας συγκεκριμένες πολιτικές στα επιμέρους εθνικά κράτη, τα μέτρα προστασίας των κοινωνικά αδύναμων σταδιακά ατόνησαν, διαμορφώνοντας τους όρους για την έκρηξη της ανεργίας, της φτώχειας και συνεπώς της λαϊκής δυσαρέσκειας προς το πολιτικό σύστημα. Παράλληλα, η ένταση της καταστολής φαίνεται να έφτασε σε ένα οριακό σημείο, λειτουργώντας αντίστροφα ως προς την αποτελεσματικότητά της. Η υπερβολική της άσκηση έφτασε προφανώς στο σημείο να την καθιστά αντιπαραγωγική. Οπως γνωρίζουμε, η υπερβολική καταστολή εντείνει τα βιωμένα συναισθήματα της κοινωνικής αδικίας, εντείνει τη δυσαρέσκεια και πιθανά οδηγεί στην ανάληψη συλλογικής δράσης από όσους αισθάνονται ότι το κόστος της συμμετοχής στη διαμαρτυρία υπολείπεται του κόστους που συνεπάγεται η αδιαμαρτύρητη αποδοχή της υφιστάμενης πραγματικότητας.
Επιπλέον, στις κοινωνίες που σήμερα ξεσπούν οι μαζικές κινητοποιήσεις αμφισβήτησης του πολιτικού συστήματος, οι ηλικιακά νεώτεροι αποτελούν το κυρίαρχο δημογραφικό στρώμα. Στο εσωτερικό αυτής της δημογραφικής ομάδας μπορούμε πλέον να συναντήσουμε αποφοίτους Πανεπιστημίου που βιώνουν τον κοινωνικό αποκλεισμό, λόγω της αδυναμίας του συστήματος να τους εντάξει στις παραγωγικές δομές, η πρόσβαση στις οποίες διαμεσολαβείται από τα πελατειακά δίκτυα μιας ελίτ όπου το πολιτικό και το οικονομικό στοιχείο διαπλέκονται έντονα και ισχυρά, εμπεριέχοντας τον κίνδυνο η αμφισβήτηση του ενός να σημάνει και την αμφισβήτηση του άλλου. Μ’ άλλα λόγια, ο μεγάλος φόβος του ευρύτερου συστήματος είναι η αμφισβήτηση του πολιτικού συστήματος στις αραβικές χώρες να μετασχηματιστεί σε αμφισβήτηση του ίδιου του καπιταλιστικού συστήματος.
Έχουμε να κάνουμε με αυθόρμητες λαϊκές εξεγέρσεις ή με δράσεις που οργανώθηκαν από πολιτικές και θρησκευτικές οργανώσεις;
Όσα παρακολουθούμε στις τηλεοράσεις και διαβάζουμε στο διεθνή έντυπο και ηλεκτρονικό Τύπο μας πείθουν πώς βρισκόμαστε μπροστά σε λαϊκές εξεγέρσεις, οι οποίες τουλάχιστον στην Τυνησία και στην Αίγυπτο ξεκίνησαν με αυθόρμητο τρόπο, δηλαδή χωρίς να έχουν προαποφασιστεί και οργανωθεί από υφιστάμενες οργανώσεις, πολιτικού η θρησκευτικού χαρακτήρα. Τέτοιες οργανώσεις, κυρίως οι θρησκευτικές που μέχρι σήμερα θεωρούνταν ότι είχαν σημαντική επιρροή στα λαϊκά στρώματα, βρέθηκαν απροετοίμαστες και στην περίπτωση της Αιγύπτου οι Αδελφοί Μουσουλμάνοι αρχικά δίστασαν να συμμετάσχουν ενεργά στις κινητοποιήσεις. Προφανώς, έχοντας κατακτήσει ένα status νόμιμης και κυρίως αυστηρά επιτηρούμενης λειτουργίας και δράσης, στη φάση της έναρξης της διαμαρτυρίας έκριναν ότι η αβέβαιη έκβασή της θα μπορούσε να ακυρώσει όσα είχαν κατακτήσει στο πέρασμα του χρόνου.
Μόνο όταν συνειδητοποίησαν ότι η διαμαρτυρία μετασχηματίζεται σε γενικευμένη εξέγερση και ότι το καθεστώς χάνει τα διεθνή ερείσματα του αποφάσισαν να συμμετάσχουν, έχοντας όμως χάσει την πρωτοβουλία των κινήσεων και τη δυνατότητα να προβληθούν ως οι φορείς ενός άλλου μοντέλου εξουσίας, συμβατού με τις επιθυμίες των εξεγερμένων. Δεν πρέπει επίσης να ξεχνάμε ότι οι εξεγερμένοι από την πρώτη στιγμή διεκδίκησαν τη μετάβαση σ’ ένα καθεστώς δημοκρατίας και διεύρυνσης των κοινωνικών και πολιτικών δικαιωμάτων. Πρόκειται για αιτήματα τα οποία σε μεγάλο βαθμό δεν βρίσκονται στην κορυφή της πολιτικής ατζέντας των ισλαμιστών και σε μεγάλο βαθμό ίσως απηχούν μια διαφορετική πολιτική κουλτούρα από εκείνη που υιοθετούν οι ισλαμικές οργανώσεις.
Είναι σωστό να αναφερόμαστε στο 'αραβικό ντόμινο' που περιγράφει ο διεθνής Τύπος;
Η επιτυχής έκβαση των διαμαρτυριών στην Τυνησία και στην Αίγυπτο ως προς την εκδίωξη των απονομιμοποιημένων πολιτικών ηγετών άνοιξε τον δρόμο για τη διαμόρφωση αντίστοιχων κινημάτων σε όλες τις κοινωνίες της περιοχής όπου επικρατούν αφενός αυταρχικά καθεστώτα και αφετέρου συνθήκες οικονομικής κρίσης. Το μίγμα είναι εκρηκτικό και δεν είναι εύκολο να περιοριστεί στην πολιτική διάσταση. Αυτό που τροφοδοτεί τις λαϊκές κινητοποιήσεις είναι η δυσαρέσκεια που τρέφεται από τη διάψευση των προσδοκιών πολλών κοινωνικών ομάδων και κοινωνικών τάξεων σχετικά με την κοινωνική τους θέση, την πολιτική τους ισχύ και το κύρος τους. Το ντόμινο που βλέπουμε σταθερά να εξελίσσεται στις αραβικές κοινωνίες έχει και μια κρυμμένη προς το παρόν διάσταση, εσωτερικής υφής αυτή τη φορά.
Δεδομένου ότι είδαμε να κινητοποιούνται ακτιβιστές μέσω διαδικτύου ακόμα και με τη μορφή ηλεκτρονικών επιθέσεων, τι συμπεράσματα εξάγουμε από την 'ψηφιακή' διάσταση των κινημάτων αυτών;
Το ότι οι κινητοποιήσεις οργανώθηκαν μέσω των νέων τεχνολογιών, το διαδίκτυο, το facebook και τα μηνύματα στα κινητά τηλέφωνα δείχνει ότι βρισκόμαστε μπροστά σε μια νέα πραγματικότητα, με δρώντες που βρίσκονται σε μια φάση συγκρότησης και υπό αυτήν την έννοια όλες οι εξελίξεις φαντάζουν πιθανές και τα ενδεχόμενα, οι πιθανές εκβάσεις δεν πρόκειται να εξαντληθούν στο άμεσο μέλλον.
Πώς βλέπετε την επόμενη μέρα σε Τυνησία και Αίγυπτο;
Η επιβολή του στρατού στην Τυνησία και στην Αίγυπτο συνιστούν ένα πρόσκαιρο διάλειμμα ειρήνευσης, το οποίο όμως είναι εξαιρετικά εύθραυστο καθώς, όπως είπαμε και παραπάνω, τα βαθύτερα αίτια των εξεγέρσεων δεν είναι μόνο πολιτικά, αλλά επίσης βαθιά δομικά, όπως άλλωστε βαθιά δομική είναι η κρίση που απλώνεται και στις δικές μας κοινωνίες.
GOODNET
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου