Κυριακή 23 Οκτωβρίου 2011

Οι «πικετέρος» της Αργεντινής χάνουν την υπομονή τους

 Η Αργεντινή στα χέρια των Κίρτσνερ
Της CECILE RAIMBEAU*
Με τις μισές ψήφους -και προβάδισμα σαράντα μονάδων έναντι των αντιπάλων της- η Κριστίνα Κίρτσνερ, η πρόεδρος της Αργεντινής, σάρωσε στην εσωκομματική ψηφοφορία της 14ης Αυγούστου (για την επιλογή του υποψήφιου για τις σημερινές προεδρικές εκλογές). Εκτός απροόπτου, θα κερδίσει και δεύτερη θητεία, έχοντας πάρει τη σκυτάλη από τον σύζυγό της. Η πολιτική τους, ωστόσο, δεν τυγχάνει καθολικής αποδοχής.

 ΣΟΦΙΑ ΠΕΤΡΟΠΟΥΛΟΥ, «London 2011». «Ας είμαστε ειλικρινείς! Ο Νέστορ και η Κριστίνα πήραν μέτρα που δεν έχουν πάρει αλλού ούτε σοσιαλιστικές κυβερνήσεις!» δηλώνει κοφτά ο Βαλδεμάρ, ένας πενηντάχρονος δικηγόρος που αρέσκεται στο να προκαλεί. Η σκέψη του προκαλεί έκπληξη στους φίλους του, οι οποίοι έχουν συγκεντρωθεί σε μια φτωχική καντίνα σε ένα προάστιο του Μπουένος Αϊρες, το Λορένσο Βαρέλα. Είναι Ιούλιος, περίπου δώδεκα εβδομάδες πριν από τις προεδρικές εκλογές, και η συζήτηση περιστρέφεται γύρω από τους Κίρτσνερ, τους «Κ», όπως αποκαλούν οι Αργεντίνοι το ζεύγος που βρίσκεται στην ηγεσία της χώρας από το 2003.
Αρχικά ο σύζυγος, ο οποίος έφτασε στην εξουσία με την υπόσχεση «να ενδυναμώσει την εθνική αστική τάξη (1)», κατόπιν, το 2007, η κυρία, η οποία δεσμεύθηκε για την αλλαγή μέσα από τη συνέχεια, ενώ σήμερα είναι υποψήφια για την επανεκλογή της. Πάντως, ο Βαλδεμάρ, όπως και ο Νέκα και ο φίλος του ο Αλμπέρτο, έχει διατελέσει μέλος μιας ακροαριστερής οργάνωσης που απέρριπτε το σύνολο της πολιτικής τάξης. Στόχος της ήταν να αλλάξει τον κόσμο χωρίς να καταλάβει την εξουσία. Τίποτα, λοιπόν, δεν προδιέθετε για το ότι αυτός ο μαχητής της αριστεράς θα επιδείκνυε την παραμικρή, έστω, υποστήριξη προς τους «Κ». Αραγε, οι «παλιοί» της οργάνωσης, η οποία δεν ξεπέρασε ποτέ τα 1.400 μέλη, θα έλεγαν σήμερα τα ίδια πράγματα με αυτόν; «Ολοι!», λέει φωναχτά, υπερβάλλοντας ίσως λιγάκι: «Είναι τόσο πολωμένη η κοινωνία ώστε αν δεν είσαι αντίθετος με τους "Κ", όλοι θεωρούν ότι τους υποστηρίζεις»!
Ας γυρίσουμε 20 χρόνια πίσω. Η Αργεντινή φιγουράρει ως το χαϊδεμένο παιδί του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ). Με την άφιξή του στην προεδρία το 1989, ο Κάρλος Μένεμ ακολουθεί την οδό του νεοφιλελευθερισμού προς μεγάλη χαρά των οικονομικών κύκλων. Η κυβέρνησή του ξεπουλά μεγάλη μερίδα δημόσιων επιχειρήσεων σε ξένους επενδυτές και, αποφασισμένη να πατάξει τον πληθωρισμό, υιοθετεί μια σταθερή ισοτιμία ανάμεσα στο δολάριο και το πέσο.
ΤΟ ΧΡΕΟΣ
Ο πληθωρισμός πέφτει, το ίδιο και οι εξαγωγές. Η παραγωγή, ενισχυμένη από ένα υπερτιμημένο νόμισμα, παύει να είναι ανταγωνιστική. Το χρέος εκτοξεύεται στα ύψη: από τα 7,6 δισεκατομμύρια δολάρια στις αρχές της δεκαετίας του 1970, φτάνει στα 132 δισεκατομμύρια το 2001, δεκαεφτά φορές επάνω. Το επίσημο ποσοστό της ανεργίας αγγίζει σύντομα το 18% του πληθυσμού (2). Οταν στις 5 Δεκεμβρίου του 2001 το ΔΝΤ αρνείται τη χορήγηση δανείου στην κυβέρνηση, η χώρα αδυνατεί πλέον να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις της. Ξεσπά κρίση χρέους και τραπεζικός πανικός. Η οικονομία παραλύει. Σύντομα, οι Αργεντίνοι κατεβαίνουν στους δρόμους. Το Κίνημα Ανεργων Εργατών (MTD) του Σολάνο, στο οποίο συμμετέχουν ο Νέκα, ο Αλμπέρτο και ο Βαλδεμάρ, συγκαταλέγεται στις μυριάδες οργανώσεις των «πικετέρος» (άνεργοι που κάνουν μπλόκα στους δρόμους), οι οποίες συσπειρώνονται γύρω από το σύνθημα «να φύγουν όλοι»!
«Μας εξαπάτησαν το 2001», παρεμβαίνει ο Αλμπέρτο. «Δεν έπρεπε να αρκεστούμε στο να περιμένουμε πότε θα φύγουν. Οχι, έπρεπε να τους διώξουμε»! Σε ολόκληρη τη χώρα, όπως και σε αυτή την ομάδα των παλιών φίλων, η κουβέντα έχει ανάψει: έχει ανανεωθεί πραγματικά η πολιτική τάξη, την οποία γιουχάιζαν οι πολίτες υπό τους ήχους κονσέρτων κατσαρόλας; Εν ολίγοις, οι Κίρτσνερ εκπροσωπούν τη ρήξη ή τη συνέχεια; Υστερα από δυο χρόνια πολιτικής αστάθειας, το 2003, ανέρχεται στην εξουσία ο Νέστορ Κίρτσνερ. Αν και σχετικά άγνωστος (ήταν κυβερνήτης στο κρατίδιο της Σάντα Κρους, στην Παταγονία), κατορθώνει να ενσαρκώσει την αλλαγή χάρη σε ένα παραδοσιακό περονικό λόγο που προβάλλει την προάσπιση του εθνικού συμφέροντος (3). Από τους πρώτους μήνες της διακυβέρνησής του, πείθει το Ανώτατο Δικαστήριο να καταργήσει τους νόμους της αμνηστίας και να ανοίξει εκ νέου τις δίκες των στρατιωτικών που θεωρούνται ύποπτοι για εγκλήματα κατά τη διάρκεια της δικτατορίας (1976 - 1983). Η δημοτικότητά του είναι εξασφαλισμένη. Το 2011, έναν χρόνο μετά το θάνατο του, η γυναίκα του σκίζει στις δημοσκοπήσεις και θα μπορούσε να ανανεώσει για τρίτη φορά τη θητεία των «Κ».
«Αν διαλύθηκε το MTD το 2005, αυτό οφείλεται εν μέρει στην καταστολή και στην αντεπαναστατική πολιτική του Νέστορ Κίρτσνερ!», υπογραμμίζει ο Αλμπέρτο, πρώην ιερέας, ο οποίος μεταπήδησε στον πολιτικό αγώνα, αφήνοντας να εννοηθεί ότι όσοι «πικετέρος» δεν διαλύθηκαν, απορροφήθηκαν από την εξουσία. Ο Νέκα κατεβάζει τους τόνους: «Εντάξει, οι Κίρτσνερ μπορεί να ρούφηξαν το αίμα ορισμένων οργανώσεων, άλλες να τις δίχασαν, όμως η πολιτική τους έχει ως αφετηρία τη δική μας εξέγερση». Και ο Βαλδεμέρ υπενθυμίζει τα μέτρα που έλαβαν οι «Κ».
Ως καλός νομομαθής, ξεκινά από το εργατικό δίκαιο, δίνοντας έμφαση στην υπογραφή περισσότερων από χιλίων συλλογικών συμβάσεων, κυρίως στον τομέα της βιομηχανίας. Ο Κίρτσνερ, για να συγκρατήσει την κοινωνική διαμαρτυρία, αποκατέστησε τις σχέσεις του με τη Γενική Συνομοσπονδία Εργατών (CGT), που είχε ως κληρονομιά ένα γραφειοκρατικό συνδικαλισμό και υπήρξε η αληθινή ραχοκοκαλιά της κυβέρνησης στην ιστορία του περονισμού. Διότι, στις συναντήσεις που έγιναν επί ίσοις όροις υπό την αιγίδα της κυβέρνησης, το πανίσχυρο συνδικάτο και η εργοδοσία έκαναν δυνατή τη διαπραγμάτευση για καλύτερες εργασιακές συνθήκες στους τομείς του χαλκού, των τροφίμων, των μεταφορών, των επικοινωνιών...
ΑΥΤΟΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ
Ο Βαλδεμάρ αναφέρει επίσης το νόμο περί χρεοκοπίας των επιχειρήσεων (2011), ο οποίος αντιμετωπίζει ευνοϊκότερα την αυτοδιαχείριση και τους συνεταιρισμούς και παραχωρεί στους υπαλλήλους τη δυνατότητα να κάνουν χρήση της αποζημίωσής τους προκειμένου να διεκδικήσουν την κυριότητα των μηχανημάτων και των εγκαταστάσεων των επιχειρήσεων στις οποίες εργάζονται. «Θα μπορούσαν, βέβαια, να προχωρήσουν κι άλλο»: ο νόμος περί χρεοκοπίας δεν ικανοποιεί το αίτημα για απαλλοτρίωση υπέρ των εργαζόμενων οι οποίοι «πήραν στα χέρια τους» τις επιχειρήσεις τους κατά την περίοδο της κρίσης. Θα μπορούσε επίσης να αναφέρει κανείς το νέο νόμο για τα μέσα μαζικής ενημέρωσης (2009), ο οποίος εμποδίζει τη δημιουργία μονοπωλίων και παραχωρεί το ένα τρίτο του φάσματος των ερτζιανών σε οργανώσεις μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, το νόμο για τους γάμους των ομοφυλόφιλων ζευγαριών (2010) ή την επανεθνικοποίηση των συντάξεων που είχαν ιδιωτικοποιηθεί από τον Μένεμ (2008) (4). Χωρίς να υπολογίσουμε και τα νέα προγράμματα κοινωνικών επιδομάτων.
Το 2002, οι «πικετέρος» στα προάστια επιβίωναν χάρη σε λαϊκά μαγειρεία, τα οποία διαχειρίζονταν συλλογικά. «Σήμερα, με το γενικό επίδομα ανά παιδί [AUH] και το πρόγραμμα "η Αργεντινή στη δουλειά", μπορεί να μην έχουμε αφθονία, αλλά, τουλάχιστον χορταίνουμε όλοι την πείνα μας», εξηγεί ο Νέκα. Το AUH, το οποίο θεσπίστηκε πριν από δυο χρόνια από την κυρία Κίρτσνερ, αποτελεί το πιο δημοφιλές μέτρο από όσα έχει λάβει: το βοήθημα αυτό, το οποίο αντιστοιχεί σε 230 πέσος (περίπου το 10% του βασικού μισθού) ανά παιδί, χορηγείται σε περισσότερες από 1.800.000 οικογένειες. Σε αντίθεση με τα προηγούμενα κοινωνικά προγράμματα τα οποία συχνά θεωρούνταν «ρουσφέτια» για έναν περιορισμένο αριθμό φτωχών, το συγκεκριμένο βοήθημα συνιστά δικαίωμα. Οσο για το πρόγραμμα «η Αργεντινή στη δουλειά», προτείνει θέσεις εργασίας με την υποστήριξη του κράτους μέσα στο πλαίσιο της κοινωνικής οικονομίας. Με αυτόν τον τρόπο, δημιουργήθηκαν 200.000 θέσεις εργασίας στο ευρύτερο Μπουένος Αϊρες. Αλλά, εκτός από τις αμοιβές που είναι κατώτερες του βασικού μισθού (περίπου 2.300 πέσος, δηλαδή 370 ευρώ) ορισμένες οργανώσεις ανέργων εκφράζουν παράπονα για την πελατειακή νοοτροπία που ενίοτε διαστρεβλώνει την προσφορά τους.
Η Αργεντινή, ωστόσο, ενθουσιάζει την Ευρώπη με τον ρυθμό ανάπτυξής της, ο οποίος ξεπέρασε το 9% μέσα στο 2010. Αυτή η επιτυχία οφείλεται κατ' αρχήν σε ένα μέτρο που ελήφθη πριν από την άνοδο του Κίρτσνερ στην εξουσία, το 2003, την κατάργηση της ισοτιμίας μεταξύ πέσο και δολαρίου στο τέλος του 2001. Το εθνικό νόμισμα υποτιμάται. Παρ' όλο που η μέση αξία των πραγματικών μισθών πέφτει κατά 30%, η υποτίμηση δίνει ώθηση στο εξαγωγικό εμπόριο. Ταυτόχρονα, η παγκόσμια αύξηση της τιμής των πρώτων υλών αποβαίνει επωφελής για τον πρωτογενή τομέα, κυρίως για τις εξαγωγές της μεταλλαγμένης σόγιας. Το Ακαθάριστο Εθνικό Προϊόν, το οποίο είχε πραγματοποιήσει βουτιά της τάξης πλέον του 10% το 2002, αυξάνεται αλματωδώς κατά 8% την επόμενη χρονιά. Οι «Κ», επωφελούμενοι από αυτό το μάννα, χρηματοδοτούν μια πολιτική αναδιανομής του πλούτου. Τα δημόσια έξοδά τους τροφοδοτούν έναν «σοφό οικονομικό κύκλο». Ως πότε;
Οι φιλελεύθεροι αναλυτές κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου από το 2002. Μεταξύ 2005 και 2008, παρατηρεί ο οικονομολόγος Πιέρ Σαλαμά, «δεν πέρασε ούτε μια χρονιά χωρίς άκρως απαισιόδοξες προβλέψεις για την οικονομία» (5). Ακόμα και σήμερα, οι «ορθόδοξοι» σύμμαχοι της φιλελεύθερης αντιπολίτευσης προβλέπουν σοβαρές δυσκολίες κι επιστροφή στον υπερπληθωρισμό. Επικροτούν, ωστόσο, τις αναδιαρθρώσεις του χρέους που πραγματοποίησε το ζεύγος Κίρτσνερ, αν και τους κατηγορούν ότι δεν προχώρησαν παράλληλα σε μείωση των δημόσιων δαπανών.
Το επιτελείο του Κίρτσνερ, το 2005, επιβάλλει με επιτυχία στους ιδιώτες δανειστές της χώρας την ανταλλαγή έναντι νέων ομολόγων μειωμένων κατά 60%. Το 2006, με τη βοήθεια της Βενεζουέλας -η οποία της δανείζει 2,5 δισεκατομμύρια δολάρια- η κυβέρνηση εξοφλεί προκαταβολικά το σύνολο του χρέους της προς το ΔΝΤ, δηλαδή 9,8 δισ. δολάρια, εξοικονομώντας 900 εκατομμύρια δολάρια από τους τόκους. Ο Οργανισμός, που μέχρι τότε υπαγόρευε τις πολιτικές του στη χώρα, βλέπει ξαφνικά την επιρροή του να μειώνεται δραστικά. Αλλά, κι εκεί ακόμα, η πολιτική των «Κ» παρουσιάζει αμφιλεγόμενα σημεία. Πέντε χρόνια αργότερα, η πρόεδρος προτείνει νέα ανταλλαγή στους κατόχους ομολόγων που δεν έκαναν την ανταλλαγή το 2005. Σε επενδυτές δηλαδή, για τους οποίους ο προκάτοχός της έδινε τη διαβεβαίωση ότι δεν θα εξοφλούνταν ποτέ... «Δηλαδή, με εξαίρεση ορισμένα νέα δάνεια, το σημερινό χρέος είναι ίδιο με εκείνο που είχε συναφθεί την περίοδο της δικτατορίας και είχε κηρυχτεί παράνομο από ομοσπονδιακό δικαστήριο το 2000. Ανακυκλώθηκε και επαναχρηματοδοτήθηκε από έναν παράλογο μηχανισμό που γαρνίρεται με παράνομα συμβόλαια», λέει με θυμό ο Αλεχάνδρο Ολμος από το κόμμα Proyecto Sur (Το Σχέδιο του Νότου, αριστερά), οπαδός του λογιστικού ελέγχου του χρέους της Αργεντινής ανάλογο με εκείνο που κήρυξε ο πρόεδρος του Εκουαδόρ Ραφαέλ Κορέα.
ΜΕΙΩΣΗ ΤΗΣ ΦΤΩΧΕΙΑΣ
Μεταξύ 2002 και 2009, το ποσοστό της φτώχειας μειώθηκε από το 45% στο 11%, σύμφωνα με την Οικονομική Επιτροπή για τη Λατινική Αμερική και την Καραϊβική (Cepal) των Ηνωμένων Εθνών (6). Αλλά, οι ανισότητες παραμένουν κραυγαλέες. Επιπλέον, το 36% του ενεργού πληθυσμού εξακολουθεί να απασχολείται στην παραοικονομία. «Σημειώθηκε όντως ουσιαστική βελτίωση σε όλους τους τομείς της ανθρώπινης ανάπτυξης, αλλά, από το 2008, η δημιουργία θέσεων εργασίας έχει βαλτώσει και οι βελτιώσεις έχουν φτάσει στα όριά τους», αναλύει ο Νταν Αντάσκο, ερευνητής στο Παρατηρητήριο για το Κοινωνικό Χρέος του Καθολικού Πανεπιστημίου της Αργεντινής (UCA). Αιτία, η άνοδος των τιμών. Η κυβέρνηση στην αρχή προσπάθησε να υποβαθμίσει το γεγονός, ώσπου υποχρεώθηκε να παραδεχτεί την ύπαρξη του πληθωρισμού, τον οποίο ανεξάρτητοι οργανισμοί υπολογίζουν γύρω στο 25% ετησίως.
Προκειμένου να τον συγκρατήσει, η κυρία Κίρτσνερ σκοπεύει κυρίως να φρενάρει τις μισθολογικές διεκδικήσεις μέσω του κοινωνικού διαλόγου με την υποστήριξη της CGT. «Ο έλεγχος στις αυξήσεις των μισθών ευνοεί πρωτίστως τις επιχειρήσεις», σχολιάζει ο Εδουάρδο Λουσίτα από την οργάνωση Αριστεροί Οικονομολόγοι. Παρά τις αυξήσεις στους μισθούς, η αλήθεια είναι ότι το κόστος των εργατικών χεριών έχει σχεδόν παγώσει από το 2001, εξαιτίας της αύξησης κατά 25% της παραγωγικότητας ανά εργαζόμενο. Σύμφωνα με τον Λουσίτα, ο πληθωρισμός βρίσκεται σε άνοδο, εν πολλοίς λόγω των παράλογων προνομιακών επιτοκίων που απολαμβάνουν μια χούφτα σημαντικές επιχειρήσεις. Ενα ζήτημα που εξεγείρει εξίσου και τον Χούλιο Γκαμπίνα, καθηγητή πολιτικής οικονομίας και μέλος του αργεντίνικου κλάδου της Ενωσης υπέρ της Φορολόγησης των Χρηματοπιστωτικών Συναλλαγών και της Πολιτικής Δράσης (Attac): «Από το 2003, η οικονομία εξακολουθεί να συγκεντρώνεται στα χέρια ορισμένων μεγάλων επιχειρήσεων, κυρίως ξένων, οι οποίες επαναπατρίζουν τα κέρδη τους»!
Πολλές συλλογικότητες καταγγέλλουν επίσης την εξάπλωση της καλλιέργειας της μεταλλαγμένης σόγιας, η οποία καλύπτει πλέον περισσότερη από τη μισή καλλιεργήσιμη έκταση της χώρας (18 εκατομμύρια εκτάρια), επιφέροντας τον εκτοπισμό αγροτών και ιθαγενών προς τις εξαθλιωμένες συνοικίες των αστικών κέντρων. Ομοίως, ο αγώνας κατά των υπαίθριων εξορύξεων με τη χρήση κυανίου και υδραργύρου έχει εξελιχθεί σε διακύβευμα: στο κοινοβούλιο ψηφίστηκε νόμος για την προστασία των παγετώνων, αλλά μπλοκαρίστηκε με βέτο της κυρίας Κίρτσνερ. Υπάρχουν υποψίες για παρέμβαση της πανίσχυρης καναδικής εταιρείας Barrick Gold, η οποία σχεδιάζει την εξόρυξη περίπου 500 τόνων πολύτιμων μετάλλων από την Κορδιλιέρα των Ανδεων, χωρίς να πολυνοιάζεται για την οικολογική καταστροφή.
Από το μέτωπο της αριστεράς, πολλοί αγωνιστές θα ήθελαν να δουν το κράτος να καταφέρει ισχυρότερα πλήγματα στα συμφέροντα των πολυεθνικών. Οι «Κ», από την πλευρά τους, φρόντιζαν πάντα να μη διαταράσσουν ιδιαίτερα το πλαίσιο ενός σοβαρού και παραγωγικού καπιταλισμού. «Εθνικοποιήθηκε ξανά το ταχυδρομείο, καθώς και ο εθνικός αερομεταφορέας Aerolineas Argenti-nas, δυο επιχειρήσεις σε κακή κατάσταση, όχι όμως και οι μεγάλες δημόσιες υπηρεσίες που είχαν ιδιωτικοποιηθεί τη δεκαετία του 1990», λέει με λύπη ο Γκαμπίνα. «Η εκμετάλλευση των φυσικών πόρων, του φυσικού αερίου, του πετρελαίου και των ορυκτών παραμένει στα χέρια μεγάλων ευρωπαϊκών και αμερικανικών ομίλων», επιμένει, τονίζοντας ότι η Κίρτσνερ κάθε άλλο παρά αντιγράφει τον παρεμβατισμό του Περόν, ο οποίος ωστόσο αποτελεί σημείο αναφοράς. Εκείνος είχε -από την πρώτη κιόλας θητεία του- ιδρύσει μια Τράπεζα Βιομηχανικής Πίστωσης κι έναν εμπορικό στόλο, είχε εθνικοποιήσει την κεντρική τράπεζα, τους σιδηροδρόμους, το ηλεκτρικό ρεύμα...
(1) Αναφέρεται από τον Raul Zibechi, «Globalizacion ο burguesia nacional», 9 Οκτωβρίου 2003, http://alainet.org/
(2) Διαβάστε Carlos Gabetta, «Συνολική κρίση στην Αργεντινή», «ΚΕ»-«Le Monde Diplomatique», 27-1-02, βλ. http://monde-diplomatique.gr/spip.php?article305.
(3) Από το όνομα του Χουάν Δομίνγκο Περόν, προέδρου της Αργεντινής από το 1946 έως το 1955 και εν συνεχεία από το 1973 έως το 1974. Η πρώτη του θητεία αντιπροσωπεύει μια μορφή πολιτικού εθνικισμού με αυταρχικές τάσεις, η οποία χαρακτηρίζεται από την έντονη παρέμβαση του κράτους στην οικονομία.
(4) Διαβάστε Manuel Riesco, «Seisme sur les retraites en Argentine et au Chili», Le Monde Diplomatique, Δεκέμβριος 2008.
(5) «Croissance et inflation en Argentine sous les mandatures Kirchner», στο «Problemes d' Amerique latine» , Νο 82, Παρίσι, Οκτώβριος 2011.
(6) Σύμφωνα με το Παρατηρητήριο για το Κοινωνικό Χρέος του Καθολικού Πανεπιστημίου της Αργεντινής (UCA), η φτώχεια αγγίζει το 30% του πληθυσμού.
*Δημοσιογράφος, συγγραφέας, μαζί με τον φωτογράφο Daniel Llerard, του βιβλίου «Argentine rebelle, un laboratoire de contre-pouvoirs», Alternatives, Παρίσι, 2006. 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου