Κρίσιμη προσδοκία παραμένει η αποτελεσματική συμπερίληψη μέσα από το κατώφλι της νομιμότητας για εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπους οι οποίοι έχουν συγκροτήσει βιοτικούς δεσμούς στην Ελλάδα. Όσο οι άνθρωποι αυτοί ζουν σε ζώνες ανασφάλειας, τόσο η περιπέτεια των ιδίων και της ευρύτερης κοινωνίας συνεχίζεται, βαίνοντας σε ολοένα σκοτεινότερα μονοπάτια. Στα μονοπάτια του ακροδεξιού λόγου,
της ρατσιστικής βίας και κυρίως της ανέξοδης καλλιέργειας φοβικών συνδρόμων
Του Κωνσταντίνου Τσιτσελίκη
Πέρασε ήδη ένας μήνας μετά το τέλος της, και η έκβαση της απεργίας πείνας των 300 μεταναστών προκαλεί διττά αισθήματα: Πρώτον, αίσθημα επιτυχίας στους ίδιους τους απεργούς και σε όσους τους στάθηκαν στον δύσκολο αγώνα τους αλλά και στους πολλούς εκείνους, άτομα και φορείς, που εξέφρασαν την αλληλεγγύη τους. Παράλληλα, δημιούργησε αισθήματα ήττας και αυτόματα αναπαρήγαγε φοβικό λόγο από εκείνους που κατήγγειλαν την κυβέρνηση ότι υποχώρησε, και ότι έτσι κύματα μεταναστών θα κατακλύσουν την χώρα. Σε κάθε περίπτωση, το τέλος της απεργίας πείνας δεν πρόσφερε δομικές λύσεις για το μεταναστευτικό, το οποίο περιμένει τα φώτα της δημοσιότητας στο ξέσπασμα της επόμενης κρίσης.
Ασφαλώς, ούτε η ηττοπάθεια ούτε η υπεραισιοδοξία μπορούν να αποτελέσουν σίγουρο οδηγό πλεύσης σε ένα όχι εύκολο μέλλον για τους μετανάστες. Αντίθετα, η επόμενη μέρα της απεργίας πείνας πρέπει να συσχετιστεί με το μεταναστευτικό ως προς τις εκκρεμότητες που επείγει να ρυθμιστούν. Εκκρεμότητες που αφορούν δεκάδες χιλιάδες ανθρώπους που ζουν και εργάζονται στην Ελλάδα, συχνά έχοντας παιδιά στο σχολείο. Εάν η απεργία πείνας έληξε με την εφαρμογή του υφιστάμενου δικαίου (θυμίζω ότι κατά σύμπτωση ο ν. 3907/11 τέθηκε σε εφαρμογή ταυτόχρονα με την έναρξη της απεργίας πείνας) και την υπόσχεση βελτιωτικής τροποποίησής του, το μεταναστευτικό στο σύνολό του συνιστά ένα πολυδαίδαλο ζήτημα, και το έχουμε τονίσει ξανά, με βαθιά πολιτικό χαρακτήρα, καθώς είναι συνυφασμένο με την (αν)ασφάλεια και τη συνοχή της ευρύτερης ελληνικής κοινωνίας.
Κρίσιμη προσδοκία παραμένει η αποτελεσματική συμπερίληψη μέσα από το κατώφλι της νομιμότητας για εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπους οι οποίοι έχουν συγκροτήσει βιοτικούς δεσμούς στην Ελλάδα. Όσο οι άνθρωποι αυτοί ζουν σε ζώνες ανασφάλειας, τόσο η περιπέτεια των ιδίων και της ευρύτερης κοινωνίας συνεχίζεται, βαίνοντας σε ολοένα σκοτεινότερα μονοπάτια. Στα μονοπάτια του ακροδεξιού λόγου, της ρατσιστικής βίας και κυρίως της ανέξοδης καλλιέργειας φοβικών συνδρόμων. Σε αυτά πρέπει να αντιταχθεί ένας ρεαλιστικός λόγος βασισμένος στην πραγματικότητα και να αντιπροτείνει λύσεις που θα εμπεδώσουν την ασφάλεια δικαίου για όλους τους μετανάστες και την προστασία της ανθρώπινης αξιοπρέπειας. Που θα απεγκλωβίσουν δεκάδες χιλιάδες ανθρώπους που επιθυμούν να φύγουν. Που θα απαλείψουν τις γκρίζες ζώνες οι οποίες παραπέμπουν στην παραβατικότητα, τη μαύρη εργασία, την εκμετάλλευση και την αποσάθρωση των κοινωνικών δομών αλληλεγγύης. Δεν είναι σίγουρο ότι εν τέλει η απεργία πείνας μεσοπρόθεσμα λειτούργησε προς αυτή την κατεύθυνση. Ενδεχομένως να ενδυναμώσει συντηρητικά αντανακλαστικά δυσχεραίνοντας την υιοθέτηση νομοθετικών μεταρρυθμίσεων, οι οποίες θα φανούν ως έκτακτη παραχώρηση σε εκβιαστικά αιτήματα και όχι ως αποτέλεσμα κοινωνικών αιτημάτων και διεργασιών. Εξάλλου, στο ίδιο κλίμα εντάσσεται και η τελική έκβαση της υπόθεσης του νόμου για την ιθαγένεια που κρίνεται σε λίγους μήνες ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας. Μια υπόθεση που εν μέσω έντονων ιδεολογικών αντιπαραθέσεων αποτελεί έναν ακόμη κρίσιμο σταθμό στη δύσκολη πορεία συμπερίληψης των αλλοδαπών στην ελληνική κοινωνία.
Για να λυθεί με δικαιοσύνη το ζήτημα εκείνων που ζουν μακροχρόνια στη χώρα και που επιζητούν τη νομιμότητα, θεωρώ ότι προέχει άμεσα η εφαρμογή πολιτικών ενσωμάτωσης και η περαιτέρω μεταρρύθμιση του σχετικού δικαίου στο πνεύμα αυτό (βλ. και προτάσεις της Ελληνικής Ένωσης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, http://www.hlhr.gr/) ώστε να επιτευχθεί:
— Η επανεξέταση και απόδοση άδειας παραμονής σε όσους εξέπεσαν από την νομιμοποίηση του 2005 ή σε όσους δεν είχαν «πιάσει» τότε τις προδιαγραφές (σε συνδυασμό με την μείωση των απαιτούμενων ενσήμων για την έκδοση άδειας παραμονής κ.λπ.),
— Η εφαρμογή της δυνατότητας που δίνει το άρθρο 24, ν. 3907/11 (και που ήδη εφαρμόστηκε στους «300»), δηλαδή την απόδοση 6μηνιαίων ανανεώσιμων αδειών,
— Η μείωση του προαπαιτούμενου χρόνου διαμονής τών χωρίς χαρτιά από 12ετία σε 7ετία ή και λιγότερο για την έκδοση ειδικής άδειας διαμονής του νέου άρθρου 44, ν. 3386/05 όταν διαπιστώνεται η ύπαρξη βιοτικών δεσμών.
— Η εφαρμογή ενός δίκαιου συστήματος αναγνώρισης του πολιτικού ασύλου, σύμφωνα με τον ν. 3907/11 και η ταχεία εκκαθάριση των εκκρεμών αιτήσεων.
— Η καταγραφή των μεταναστών διαφορετικών κατηγοριών ώστε να είναι γνωστό στους ίδιους και τη διοίκηση ποιοι δικαιούνται τι. Η απογραφή πληθυσμού μπορεί να είναι μια καλή ευκαιρία.
Τους πανηγυρισμούς για την κατάληξη της απεργίας πείνας δεν θα πρέπει να διαδεχθεί ο εφησυχασμός. Ούτε οι κραυγές φόβου να αποπροσανατολίσουν τη δημόσια συζήτηση από τις μεταβαλλόμενες πραγματικότητες. Οι επάλληλες εκφάνσεις του μεταναστευτικού αναμένουν να αντιμετωπιστούν με γενναίες νομοθετικές μεταρρυθμίσεις και την άσκηση τολμηρών πολιτικών. Διαφορετικά, η οπισθοδρόμηση θα γίνει μονόδρομος, διογκώνοντας τα προβλήματα, όχι μόνο για τα υποκείμενα της διεκδικούμενης προστασίας, αλλά και για ολόκληρη την ελληνική κοινωνία.
Ο Κωνσταντίνος Τσιτσελίκης είναι επίκουρος καθηγητής στο Τμήμα Βαλκανικών, Σλαβικών και Ανατολικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Μακεδονίας. Διδάσκει διεθνές δίκαιο, δικαιώματα του ανθρώπου και των μειονοτήτων. Αντιπρόεδρος της Ελληνικής Ένωσης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου.
Πηγή: Ελληνική Ένωση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου
της ρατσιστικής βίας και κυρίως της ανέξοδης καλλιέργειας φοβικών συνδρόμων
Του Κωνσταντίνου Τσιτσελίκη
Πέρασε ήδη ένας μήνας μετά το τέλος της, και η έκβαση της απεργίας πείνας των 300 μεταναστών προκαλεί διττά αισθήματα: Πρώτον, αίσθημα επιτυχίας στους ίδιους τους απεργούς και σε όσους τους στάθηκαν στον δύσκολο αγώνα τους αλλά και στους πολλούς εκείνους, άτομα και φορείς, που εξέφρασαν την αλληλεγγύη τους. Παράλληλα, δημιούργησε αισθήματα ήττας και αυτόματα αναπαρήγαγε φοβικό λόγο από εκείνους που κατήγγειλαν την κυβέρνηση ότι υποχώρησε, και ότι έτσι κύματα μεταναστών θα κατακλύσουν την χώρα. Σε κάθε περίπτωση, το τέλος της απεργίας πείνας δεν πρόσφερε δομικές λύσεις για το μεταναστευτικό, το οποίο περιμένει τα φώτα της δημοσιότητας στο ξέσπασμα της επόμενης κρίσης.
Ασφαλώς, ούτε η ηττοπάθεια ούτε η υπεραισιοδοξία μπορούν να αποτελέσουν σίγουρο οδηγό πλεύσης σε ένα όχι εύκολο μέλλον για τους μετανάστες. Αντίθετα, η επόμενη μέρα της απεργίας πείνας πρέπει να συσχετιστεί με το μεταναστευτικό ως προς τις εκκρεμότητες που επείγει να ρυθμιστούν. Εκκρεμότητες που αφορούν δεκάδες χιλιάδες ανθρώπους που ζουν και εργάζονται στην Ελλάδα, συχνά έχοντας παιδιά στο σχολείο. Εάν η απεργία πείνας έληξε με την εφαρμογή του υφιστάμενου δικαίου (θυμίζω ότι κατά σύμπτωση ο ν. 3907/11 τέθηκε σε εφαρμογή ταυτόχρονα με την έναρξη της απεργίας πείνας) και την υπόσχεση βελτιωτικής τροποποίησής του, το μεταναστευτικό στο σύνολό του συνιστά ένα πολυδαίδαλο ζήτημα, και το έχουμε τονίσει ξανά, με βαθιά πολιτικό χαρακτήρα, καθώς είναι συνυφασμένο με την (αν)ασφάλεια και τη συνοχή της ευρύτερης ελληνικής κοινωνίας.
Κρίσιμη προσδοκία παραμένει η αποτελεσματική συμπερίληψη μέσα από το κατώφλι της νομιμότητας για εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπους οι οποίοι έχουν συγκροτήσει βιοτικούς δεσμούς στην Ελλάδα. Όσο οι άνθρωποι αυτοί ζουν σε ζώνες ανασφάλειας, τόσο η περιπέτεια των ιδίων και της ευρύτερης κοινωνίας συνεχίζεται, βαίνοντας σε ολοένα σκοτεινότερα μονοπάτια. Στα μονοπάτια του ακροδεξιού λόγου, της ρατσιστικής βίας και κυρίως της ανέξοδης καλλιέργειας φοβικών συνδρόμων. Σε αυτά πρέπει να αντιταχθεί ένας ρεαλιστικός λόγος βασισμένος στην πραγματικότητα και να αντιπροτείνει λύσεις που θα εμπεδώσουν την ασφάλεια δικαίου για όλους τους μετανάστες και την προστασία της ανθρώπινης αξιοπρέπειας. Που θα απεγκλωβίσουν δεκάδες χιλιάδες ανθρώπους που επιθυμούν να φύγουν. Που θα απαλείψουν τις γκρίζες ζώνες οι οποίες παραπέμπουν στην παραβατικότητα, τη μαύρη εργασία, την εκμετάλλευση και την αποσάθρωση των κοινωνικών δομών αλληλεγγύης. Δεν είναι σίγουρο ότι εν τέλει η απεργία πείνας μεσοπρόθεσμα λειτούργησε προς αυτή την κατεύθυνση. Ενδεχομένως να ενδυναμώσει συντηρητικά αντανακλαστικά δυσχεραίνοντας την υιοθέτηση νομοθετικών μεταρρυθμίσεων, οι οποίες θα φανούν ως έκτακτη παραχώρηση σε εκβιαστικά αιτήματα και όχι ως αποτέλεσμα κοινωνικών αιτημάτων και διεργασιών. Εξάλλου, στο ίδιο κλίμα εντάσσεται και η τελική έκβαση της υπόθεσης του νόμου για την ιθαγένεια που κρίνεται σε λίγους μήνες ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας. Μια υπόθεση που εν μέσω έντονων ιδεολογικών αντιπαραθέσεων αποτελεί έναν ακόμη κρίσιμο σταθμό στη δύσκολη πορεία συμπερίληψης των αλλοδαπών στην ελληνική κοινωνία.
Για να λυθεί με δικαιοσύνη το ζήτημα εκείνων που ζουν μακροχρόνια στη χώρα και που επιζητούν τη νομιμότητα, θεωρώ ότι προέχει άμεσα η εφαρμογή πολιτικών ενσωμάτωσης και η περαιτέρω μεταρρύθμιση του σχετικού δικαίου στο πνεύμα αυτό (βλ. και προτάσεις της Ελληνικής Ένωσης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, http://www.hlhr.gr/) ώστε να επιτευχθεί:
— Η επανεξέταση και απόδοση άδειας παραμονής σε όσους εξέπεσαν από την νομιμοποίηση του 2005 ή σε όσους δεν είχαν «πιάσει» τότε τις προδιαγραφές (σε συνδυασμό με την μείωση των απαιτούμενων ενσήμων για την έκδοση άδειας παραμονής κ.λπ.),
— Η εφαρμογή της δυνατότητας που δίνει το άρθρο 24, ν. 3907/11 (και που ήδη εφαρμόστηκε στους «300»), δηλαδή την απόδοση 6μηνιαίων ανανεώσιμων αδειών,
— Η μείωση του προαπαιτούμενου χρόνου διαμονής τών χωρίς χαρτιά από 12ετία σε 7ετία ή και λιγότερο για την έκδοση ειδικής άδειας διαμονής του νέου άρθρου 44, ν. 3386/05 όταν διαπιστώνεται η ύπαρξη βιοτικών δεσμών.
— Η εφαρμογή ενός δίκαιου συστήματος αναγνώρισης του πολιτικού ασύλου, σύμφωνα με τον ν. 3907/11 και η ταχεία εκκαθάριση των εκκρεμών αιτήσεων.
— Η καταγραφή των μεταναστών διαφορετικών κατηγοριών ώστε να είναι γνωστό στους ίδιους και τη διοίκηση ποιοι δικαιούνται τι. Η απογραφή πληθυσμού μπορεί να είναι μια καλή ευκαιρία.
Τους πανηγυρισμούς για την κατάληξη της απεργίας πείνας δεν θα πρέπει να διαδεχθεί ο εφησυχασμός. Ούτε οι κραυγές φόβου να αποπροσανατολίσουν τη δημόσια συζήτηση από τις μεταβαλλόμενες πραγματικότητες. Οι επάλληλες εκφάνσεις του μεταναστευτικού αναμένουν να αντιμετωπιστούν με γενναίες νομοθετικές μεταρρυθμίσεις και την άσκηση τολμηρών πολιτικών. Διαφορετικά, η οπισθοδρόμηση θα γίνει μονόδρομος, διογκώνοντας τα προβλήματα, όχι μόνο για τα υποκείμενα της διεκδικούμενης προστασίας, αλλά και για ολόκληρη την ελληνική κοινωνία.
Ο Κωνσταντίνος Τσιτσελίκης είναι επίκουρος καθηγητής στο Τμήμα Βαλκανικών, Σλαβικών και Ανατολικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Μακεδονίας. Διδάσκει διεθνές δίκαιο, δικαιώματα του ανθρώπου και των μειονοτήτων. Αντιπρόεδρος της Ελληνικής Ένωσης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου.
Πηγή: Ελληνική Ένωση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου