tvxsteam
Στην εκδήλωση για τα 90χρονα του ΚΚΕ στο νοσοκομείο «Σωτηρία» έγινε ιδιαίτερη αναφορά στις ηρωικές σελίδες που γράφτηκαν από τους φυματικούς εργάτες, τους κομμουνιστές, τους ανάπηρους, τους υγειονομικούς στα νοσοκομεία την περίοδο της Κατοχής. Το νοσοκομείο «Σωτηρία» συνδέεται με την ηρωική δράση του Κόμματος την περίοδο της αντίστασης, όπως και πολλοί άλλοι χώροι της Υγείας. Είναι παραδείγματα οργάνωσης, σχεδιασμού, στήριξης στις εργατικές - λαϊκές μάζες.
Πως όταν υπάρχει μια πρωτοπορία αποφασισμένη εμπνέει και κινητοποιεί και ευρύτερες δυνάμεις.
Μια από τις σπουδαιότερες επιχειρήσεις του ΕΛΑΣ Αθήνας ήταν η απελευθέρωση των 56 κομμουνιστών Ακροναυπλιωτών, που κρατούνταν ως φυματικοί, στο νοσοκομείο «Σωτηρία». Πρόκειται για τους πολιτικούς κρατούμενους στην Ακροναυπλία από τη δικτατορία του Μεταξά, οι οποίοι στη συνέχεια παραδόθηκαν στις δυνάμεις κατοχής το 1940 - '41. Το Πολιτικό Γραφείο της Κεντρικής Επιτροπής ανέθεσε στην ΚΕ του ΕΛΑΣ την επιχείρηση.
Το σχέδιο καταστρώθηκε σε ειδική συνεδρίαση σε σπίτι της οδού Ιωάννου Δροσοπούλου 162 και συμμετείχαν ο Γιώργης Σιάντος, ο Σπύρος Κωτσάκης και ο Πολύδωρος Δανιηλίδης. Οργανωτής και καθοδηγητής της επιχείρησης ορίστηκε ο Σπύρος Κωτσάκης, υπεύθυνος του ΕΛΑΣ Αθήνας. Τον Δεκέμβρη του 1942 ο Βασίλης Μπαρτζιώτας που ήταν Γραμματέας της κομματικής επιτροπής στην Ακροναυπλία παίρνει κρυπτογραφημένο σημείωμα του ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ, το οποίο του έδινε την ευθύνη των μέτρων ώστε να ενταχθούν στον κατάλογο των 50 - 60 φυματικών που θα πήγαιναν στο Σανατόριο «Σωτηρία», εγκεκριμένοι από τους Ιταλούς γιατρούς.
Η σύνταξη του καταλόγου κράτησε ένα μήνα, με καθοριστική βοήθεια του επίσης κρατούμενου γιατρού Δημήτρη Μπαρτζιώτα, τον οποίο έβαλαν οι Ιταλοί γιατροί στον κατάλογο από συναδελφική αλληλεγγύη. Συμβούλευε τους Ιταλούς γιατρούς να φερθούν σαν επιστήμονες και όχι σαν κατακτητές, εκπαίδευε τους κρατούμενους, ώστε να δείχνουν ότι είναι φυματικοί, για να μπουν στον κατάλογο. Συγκροτήθηκε ο κατάλογος με 57 μέλη και στελέχη του ΚΚΕ, ανάμεσά τους και όλοι οι φυματικοί.
Υποδειγματική φυγάδευση
Η μεταφορά έγινε το Φλεβάρη του 1943, στο «Σωτηρία», σαν φυματικοί. Την τρίτη μέρα της κράτησής του στο νοσοκομείο πέθανε ο Γιάννης Κονταξής, σιδηροδρομικός από τη Θεσσαλονίκη, μένοντας έτσι 56 κρατούμενοι. Στη διάρκεια της κράτησης μαζικές επιτροπές ασθενών και υγειονομικών επισκέπτονταν τους κρατούμενους, τους έδιναν παράνομο Τύπο, τους ενημέρωναν για τις εξελίξεις.
Στην οργάνωση της επιχείρησης είχαν αποφασιστική συμβολή άνθρωποι από τη φρουρά των κρατουμένων, γιατροί και άλλοι εργαζόμενοι του νοσοκομείου που ήδη ήταν μέλη του ΕΑΜ. Οπως του επιλοχία του αστικού στρατού και υπερνομάρχη της φρουράς Γιάννη Γυπάρη, μετέπειτα αξιωματικού του ΕΛΑΣ, του υφηγητή του Πανεπιστημίου Γιάννη Λαμέρα, του Γραμματέα της ΚΟ Σπύρου Βλαχούλη. Ολοι δούλευαν σαν ένας άνθρωπος. Στις 31.3.1943 ο Σπύρος Κωτσάκης - ντυμένος γιατρός - ο υφηγητής Λαμέρας και ο Βλαχούλης, επισκέφτηκαν τον Βασίλη Μπαρτζιώτα, δήθεν για καρδιολογική εξέταση και ως επικεφαλής των 56 τού έδωσαν το σημείωμα του Πολιτικού Γραφείου, αναπτύσσοντας σύντομα και με ακρίβεια το όλο σχέδιο και την προετοιμασία από μέσα των 56 για την απόδραση.
Η επιχείρηση έγινε στις 7 Απρίλη του 1943 στις 5.30 το πρωί. Η ομάδα εφόδου απαρτιζόταν από 27 ΕΛΑΣίτες, ντυμένοι όλοι χωροφύλακες. Στις 5.35 όλα είχαν ολοκληρωθεί, χωρίς να πέσει ντουφεκιά. Οι 56 έφυγαν από τον υπόνομο του «Σωτηρία» και μέσα από τα Τουρκοβούνια πήγαν στα σπίτια που είχαν προκαθοριστεί από την ΚΟΑ. Από 'κει ανέλαβαν καθήκοντα σε Οργανώσεις τόσο στην Αθήνα, όσο και στην επαρχία. Η απόδραση έγινε γνωστή στις δυνάμεις κατοχής και στους συνεργάτες τους μετά από πέντε ώρες, αφού ο ΕΛΑΣ είχε κόψει και τα τηλεφωνικά καλώδια. Η απόδραση δημιούργησε κλίμα ενθουσιασμού και αγωνιστικής ανάτασης στο λαό της Αθήνας.
Φρούρια του αγώνα
Στο «Σωτηρία» οι φυματικοί - εργάτες στη συντριπτική τους πλειοψηφία - είχαν μετατρέψει το νοσοκομείο σε φρούριο του αγώνα. Ενισχύθηκε η δράση και με τον ερχομό των αναπήρων του πολέμου. Συνδύαζαν τον αγώνα για την επιβίωση με τον αγώνα για την απελευθέρωση. Η αρχικά αυθόρμητη πάλη μετατράπηκε σε οργανωμένη - σχεδιασμένη δράση με την ίδρυση του ΕΑΜ και την ένταξή τους σε αυτό.
Τα νοσοκομεία χρησιμοποιούνταν για συνεδριάσεις της ΟΠΛΑ και της Λαϊκής Πολιτοφυλακής, για περιφρούρηση με τη συμβολή των αναπήρων. Εκαναν εράνους με κουπόνια, διακινούσαν τον παράνομο Τύπο. Ηταν οργανωμένοι σε πεντάδες και ένας μόνο με ψευδώνυμο είχε την επαφή ανάμεσα στις πεντάδες.
Οι ανάπηροι είχαν συγκροτήσει τις νοσοκομειακές επιτροπές σε κάθε νοσοκομείο και την Παννοσοκομειακή Επιτροπή, ένα συντονιστικό όργανο με πρόεδρο τον λογοτέχνη Θέμο Κορνάρο. Στην πράξη, είχαν πάρει στα χέρια τους τη διαχείριση των τροφίμων και των φαρμάκων από τους αξιωματικούς των χιτλερικών ελληνικών κυβερνήσεων, οι οποίοι τα αξιοποιούσαν για μαύρη αγορά.
Συμμετείχαν, μαζί με τους εργαζόμενους στα νοσοκομεία σε όλες τις κινητοποιήσεις. Ενάντια στην επιστράτευση, στην επέκταση της φασιστικής Βουλγαρίας. Στις 27.11.43 τα μέλη του συνδέσμου των αναπήρων, Γονατάς, Τζαμουράκης, Σίλιβος και Ανυφαντής, όλοι μέλη της ΚΟΑ, εκτελέστηκαν από τους γερμανοτσολιάδες. Τους ανάπηρους Γονατά και Τζαμουράκη τους έβαλαν σε σκαμνιά και τους εκτέλεσαν, γιατί ήταν κομμένα και τα δυο τους πόδια και δεν μπορούσαν να σταθούν όρθιοι.
Η μεγάλη και συνειδητή δράση, ο ηρωισμός που βγαίνει από την εκπλήρωση του καθήκοντος, αποτυπώνεται στην απολογία του Νίκου Μπελογιάννη που εκτελέστηκε στις 30 Μάρτη του 1952 στις 4.10 τα ξημερώματα, έξω από τη μάντρα του νοσοκομείου «Σωτηρία»: «Εάν έκανα δήλωση αποκήρυξης, θα αθωωνόμουνα κατά πάσα πιθανότητα μετά μεγάλων τιμών... αλλά η ζωή μου συνδέεται με το ΚΚΕ και τη δράση του. Δεκάδες φορές μπήκε μπροστά μου το δίλημμα να ζω προδίδοντας τις πεποιθήσεις μου, την ιδεολογία μου, είτε να πεθάνω παραμένοντας πιστός σ' αυτές. Πάντοτε προτίμησα τον δεύτερο δρόμο και σήμερα τον ξαναδιαλέγω».
Στο Ασκληπιείο και τον «Ερυθρό Σταυρό»
Λίγα χιλιόμετρα πιο κάτω, στο Ασκληπιείο της Βούλας, με τη δράση του Κόμματος, γραφόταν άλλη μια ηρωική σελίδα συμβολής στον αγώνα. Εκεί, το σύνολο σχεδόν του προσωπικού οργανώθηκε ή συνεργάστηκε στο ΕΑΜ, διέθετε και ένοπλο τμήμα του ΕΛΑΣ. Ο ΕΛΑΣ τροφοδοτούσε με δυναμίτη δύο ΕΑΜίτες ψαράδες, οι οποίοι προωθούσαν τα ψάρια στο νοσοκομείο για τη βελτίωση του συσσιτίου των ασθενών αλλά και συσσίτιο για το λαό της περιοχής. Οταν διαγραφόταν η επερχόμενη μάχη της Αθήνας το 1944 με τις εγχώριες αστικές δυνάμεις και τους Εγγλέζους, ο ΕΛΑΣ δημιούργησε νοσοκομεία για τις ανάγκες. Αυτά τα νοσοκομεία στελεχώθηκαν από γιατρούς και νοσηλευτικό προσωπικό, καθώς και με υγειονομικό υλικό από το Ασκληπιείο Βούλας.
Υπεύθυνος της κομματικής και ΕΑΜίτικης δουλειάς στο νοσοκομείο ήταν ο Θάνος ο δάσκαλος, ο οποίος κρατούσε επαφή προσωπική με ΕΑΜίτες που αξιοποιούνταν σε ειδικές περιπτώσεις, όπως ήταν ο Παπαδημήτρης (Κοντάρας) εφημέριος στην εκκλησία της Βούλας, ο πρόεδρος στην Κοινότητα της Βούλας Νίκος Στάικος, ο διευθυντής του νοσοκομείου Ιατρίδης, ο υπεύθυνος διοικητικού Μπαριτάκης, ο καθηγητής - χειρουργός Γαροφαλίδης. Σπουδαίο ρόλο έπαιξαν επίσης ο γιατρός Μανώλης Κοντός, η νοσοκόμα Ελένη Σωτηρίου, οι μάγειροι Χρόνης και Οικονόμου, οι θυρωροί, ο υπεύθυνος του ΕΛΑΣ του νοσοκομείου Βασίλης Ρηγόπουλος κ.ά.
Αντίστοιχη δράση αναπτύχθηκε και στο νοσοκομείο του Ελληνικού Ερυθρού Σταυρού στους Αμπελόκηπους. Τον Οκτώβρη του 1941 με πρωτοστάτες τους κομμουνιστές Δημήτρη Μούρη - καθαριστή, Γιάννη Κοντίνη που δούλευε στο μαγειρείο, Βασίλη Ράδο - παρασκευαστή και τη δασκάλα Τσάχα που δούλευε στο οικονομικό, φτιάχτηκε το ΕΑΜ στον «Ερυθρό Σταυρό». Μετά την παννοσοκομειακή απεργία και την ίδρυση του ΕΑΜ, πάνω από 40 άτομα μπήκαν στην ΚΟ από όλες τις ειδικότητες. Ανάμεσά τους η νοσοκόμα Σπίθα που σκοτώθηκε σε διαδήλωση. Οι Οργανώσεις που φτιάχτηκαν - ΕΑΜ, Εθνική Αλληλεγγύη, τμήμα ΕΛΑΣ, Επιμελητεία του Αντάρτη - είχαν την πλήρη κυριαρχία του νοσοκομείου. Βάση αυτής της Οργάνωσης ήταν ο αρχικός πυρήνας του ΚΚΕ με Γραμματείς τον καθαριστή Δημήτρη Μούρη και την δασκάλα Τσάχα.
Οι Οργανώσεις του «Ερυθρού Σταυρού» τροφοδοτούσαν μέσω συνδέσμων με υγειονομικό υλικό τις ένοπλες ομάδες και αργότερα μετά το 1942 τον ΕΛΑΣ. Το ένοπλο τμήμα του «Ερυθρού Σταυρού» είχε συμβολή - μαζί με άλλα τμήματα - στην απελευθέρωση των 56 κομμουνιστών από το «Σωτηρία». Υπερασπίστηκε μαζί με την ΕΛΑΣίτικη ομάδα του Γηροκομείου το νοσοκομείο από την επίθεση του αστικού στρατού και των Εγγλέζων στις 4 Δεκέμβρη του 1944.
ΙΙ. Το αναπηρικό κίνημα 1940-1944 (από Disabled.gr)
Στις 30 Νοέμβρη 1943 τη νύχτα οι ταγματασφαλίτες συνεργάτες των χιτλερικών εξαπολύουν επίθεση σε 19 νοσοκομεία της Αθήνας. Γιατί στα νοσοκομεία; Γιατί τα νοσοκομεία είχαν μετατραπεί σε κάστρα της Αντίστασης κατά των κατακτητών. Ψυχή οι ανάπηροι πολέμου κατά των Ιταλών φασιστών εισβολέων στα 1940-1941, που έμεναν αναγκαστικά στα νοσοκομεία αφού δεν υπήρχε δυνατότητα περίθαλψής τους στα σπίτια τους. Ετσι μέσα από τα νοσοκομεία οι ανάπηροι αναπτύσσουν τη δική τους αντιστασιακή δράση, ενταγμένη βεβαίως στη λαϊκοαπελευθερωτική πάλη του λαού μας με την καθοδήγηση του ΕΑΜ και του ΚΚΕ. Είναι μια πτυχή της ιστορίας σχεδόν άγνωστη, αλλά ηρωική, όπως όλες οι μεγάλες ηρωικές πράξεις εκείνη την περίοδο.
Όταν όλα τα σκίαζε η φοβέρα
Με την εισβολή των Γερμανών ιμπεριαλιστών στην Ελλάδα ξεκινά η ξενική κατοχή.
Στις πόλεις, πείνα, γύμνια και κατατρεγμός των εργατών. «Κι ήταν όλα σιωπηλά γιατί τα σκίαζε η φοβέρα και τα πλάκωνε η σκλαβιά».
Μες στης σκλαβιάς την καταιγίδα, οι ανάπηροι στον πόλεμο κατά των Ιταλών εισβολέων μετά την εισβολή των Γερμανών κατακτητών δε σταματούν τον αγώνα. Συνεχίζουν στην πρώτη γραμμή, έστω κι αν ήταν ανήμποροι, σκελετωμένοι, νηστικοί.
Πάνω από 15.000 ήταν οι ανάπηροι πολέμου 1940-1941 που έμειναν στα δεκαεννιά νοσοκομεία της Αθήνας. Ήταν η μεραρχία της Κρήτης που απομονώθηκε στην Αθήνα, αλλά και από άλλες περιοχές της Ελλάδας που δεν μπορούσαν να πάνε στα σπίτια τους γιατί τα τραύματά τους ήταν τέτοια που απαιτούσαν περίθαλψη νοσοκομειακή. Ετσι συγκεντρώθηκαν στα νοσοκομεία της Αθήνας για να τα μετατρέψουν στην πορεία σε κάστρα της Αντίστασης. Εκεί οργάνωσαν τη ζωή τους έτσι που να αντεπεξέλθουν οι ίδιοι στις ανυπέρβλητες δυσκολίες λόγω της θέσης τους ως ανάπηροι, αλλά και της σκλαβιάς, οργανώνοντας ταυτόχρονα πυρήνες αντίστασης στον κατακτητή.
Έτσι στα νοσοκομεία οι ανάπηροι πολέμου οργάνωσαν Νοσοκομειακές Επιτροπές, διεκδικώντας ιατρική περίθαλψη και καλή διατροφή. Οι επιτροπές αυτές οργάνωσαν και την Παννοσοκομειακή Επιτροπή, δηλαδή επιτροπή πάνω από τις νοσοκομειακές, σαν ενιαίο κέντρο όλων των νοσοκομείων. Πρόεδρος της Παννοσοκομειακής ήταν ο αείμνηστος, ο λογοτέχνης, Θέμος Κορνάρος, με το ψευδώνυμο Κουμπάρος. Στη συνέχεια οι Νοσοκομειακές Επιτροπές πήραν τη διαχείριση των τροφίμων και των φαρμάκων στα χέρια τους, κάνοντας πέρα τους αξιωματικούς που είχε διορίσει στα νοσοκομεία το καθεστώς των χιτλερικών ελληνικών κυβερνήσεων, οι οποίοι έκαναν «μαύρη αγορά» με τα εφόδια των νοσοκομείων. Έτσι βελτίωναν τους όρους ζωής και διαμονής στα νοσοκομεία.
Μέσα στα νοσοκομεία έπνεε πνοή λευτεριάς. Με τις συζητήσεις στην αρχή για την ανάγκη οργάνωσης του αγώνα για τη διαβίωσή τους έως την ανάγκη οργάνωσης της πάλης κατά των χιτλερικών.
Οργάνωσαν μαθήματα μόρφωσης για όσους δεν είχαν πάει στο Δημοτικό Σχολείο, ενώ για όσους το είχαν τελειώσει οργάνωσαν μαθήματα Γυμνασίου.
Κάθε Κυριακή πρωί γίνονταν ομιλίες πατριωτικού περιεχομένου, με σκοπό την αναπτέρωση της ελπίδας για λευτεριά. Όλοι είχαν δικαίωμα λόγου.
Οι πιο ενθουσιώδεις ομιλίες εκφωνούνταν την παραμονή της διοργάνωσης διαδηλώσεων. Εδώ τονιζόταν η θέση των αναπήρων πολέμου 1940-1941, η αναγκαιότητα της συμμετοχής στις διαδηλώσεις, η οργάνωσή τους και η θέση των αναπήρων σ’ αυτές, καθώς και οι στόχοι των κινητοποιήσεων. Στις διαδηλώσεις οι ανάπηροι ήταν πάντα στην εμπροσθοφυλακή, όπως για παράδειγμα στο συλλαλητήριο για τη ματαίωση της πολιτικής επιστράτευσης το Μάρτη του 1943, ή σ’ αυτό κατά της καθόδου των Βουλγάρων στη Μακεδονία, τον Ιούλη του 1943, που ήταν από τα πιο σημαντικά γεγονότα στις πόλεις στην περίοδο της Αντίστασης και μάλιστα και οι δυο διαδηλώσεις πέτυχαν τους στόχους τους.
Οι ανάπηροι στις διαδηλώσεις
Η πρώτη αντιστασιακή διαδήλωση την περίοδο της κατοχής έγινε από τους ανάπηρους πολέμου 1940-1941 με πορεία στο υπουργείο Στρατιωτικών. Κατέβηκαν στην πορεία με τις πατερίτσες τους, τα αναπηρικά καροτσάκια, διεκδικώντας βελτίωση της κατάστασης στα νοσοκομεία και της διαβίωσής τους, τόσο σε τρόφιμα όσο και σε νοσηλεία. Στο υπουργείο έδωσαν υπόμνημα με τα αιτήματά τους στον στρατηγό Μπάκο, αλλά αρνήθηκε να τα δεχτεί ως υπερβολικά. Έτσι έγινε ενημέρωση στους συγκεντρωμένους για την αρνητική στάση του στρατηγού, στο άκουσμα της οποίας έσπασαν με πάταγο όλα τα τζάμια του υπουργείου. Τότε τα ικανοποίησε όλα. Εως και μισθό στους έφεδρους Κρήτες που εγκλωβίστηκαν στην Αθήνα μετά την εισβολή των Γερμανών έδωσε.
Έγινε επίσης συγκέντρωση με συμμετοχή 5.000 αναπήρων στο Παναθηναϊκό Στάδιο, η οποία και χτυπήθηκε από τους Ιταλούς, ενώ έγιναν συλλήψεις αναπήρων τους οποίους έκλεισαν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης.
Ακόμη στις 28 Οκτώβρη του 1941, οι ανάπηροι μαζί με τους φοιτητές πήγαν για κατάθεση στεφανιού στον Αγνωστο Στρατιώτη κάτω από τα έκπληκτα μάτια των Ιταλών κατακτητών.
Με το ΕΑΜ
Αρχικά βεβαίως αυτό το κίνημα ήταν ανοργάνωτο, αυθόρμητο. Μετά την ίδρυση του ΕΑΜ, το Σεπτέμβρη του 1941, πήρε οργανωμένο χαρακτήρα ως σημαντικό κομμάτι του λαϊκού απελευθερωτικού κινήματος.
Μέσα στα νοσοκομεία, για παράδειγμα, με κάθε δυνατή προφύλαξη, και σ’ αυτό συνέβαλαν οι ανάπηροι, συνεδρίαζε η ΟΠΛΑ, η Λαϊκή Πολιτοφυλακή που είχε ιδρύσει το ΕΑΜ.
Μέσα στα νοσοκομεία, οι ανάπηροι οργανώθηκαν στο ΕΑΜ. Ηταν οργανωμένοι κατά πεντάδες. Η μία πεντάδα απ’ την άλλη δε γνώριζε άλλους παρά μόνο έναν κι εκείνον με ψευδώνυμο.
Πριν από κάθε κινητοποίηση γινόταν ομιλία προετοιμασίας της, ενώ υπήρχε και καταμερισμός καθηκόντων, όπως διανομή παράνομου Τύπου, έρανος για τον αγώνα με κουπόνια κλπ.
Μετά το Φλεβάρη του 1943 και την είδηση από το ραδιόφωνο για τη νίκη του Κόκκινου Στρατού στο Στάλινγκραντ, οι ελπίδες για γρήγορη ήττα των χιτλερικών ιμπεριαλιστών και των συμμάχων τους έδιναν δύναμη και πνοή για ένταση της αντιστασιακής δράσης. Αλλά και οι επιθέσεις των κατακτητών εντάθηκαν. Έτσι το Μάρτη του 1943 δόθηκε η διαταγή για την πολιτική επιστράτευση και την αποστολή Ελλήνων να πολεμήσουν στο Ανατολικό Μέτωπο κατά των σοβιετικών στρατευμάτων, που ήδη είχαν αρχίσει την αντεπίθεση κατά των χιτλερικών. Η απόφαση ήταν: Κανείς Έλληνας να μην επιστρατευτεί, κανείς Έλληνας δε θα πολεμήσει στο πλευρό των χιτλερικών κατά των Σοβιετικών. Η επιστράτευση με κάθε θυσία έπρεπε να ματαιωθεί.
Έτσι οργανώθηκε το μεγάλο συλλαλητήριο στις 3 Μάρτη 1943 για τη ματαίωση της πολιτικής επιστράτευσης, που και τα κατάφερε. Οι ανάπηροι αποτελούσαν την εμπροσθοφυλακή στο συλλαλητήριο. Η εικόνα ήταν κάτι παραπάνω από συγκινητική. Έβλεπες από τη μια τα σιδηρόφρακτα τανκς και απ’ την άλλη ανάπηρους πολέμου. Και όμως αγωνίζονταν μ’ όλες τους τις δυνάμεις.
Τον Ιούλη, επίσης, του 1943 οι Βούλγαροι φασίστες επιδιώκουν την επέκταση της δικής τους κατοχής σ’ όλη τη Μακεδονία. Μαχητικές διαδηλώσεις οργανώνονται σ’ όλη την Ελλάδα και κρατούν από τις 8 Ιούλη έως τις 22 Ιούλη του 1943, που οργανώθηκε μεγάλη διαδήλωση του λαού της Αθήνας.
Μπροστάρηδες σ’ αυτήν, όπως πάντα, οι ανάπηροι πολέμου, με τα δίκυκλα καροτσάκια που τα έσπρωχναν οι νοσοκόμες με στολή, πιο πίσω ήταν οι ανάπηροι με δεκανίκια και ακολουθούσαν οι τυφλοί, οι φυματικοί, όσοι έμειναν ανάπηροι από τα κρυοπαγήματα το 1940-1941 στα βουνά της Αλβανίας. Η εικόνα ολόιδια με την προηγούμενη μεγάλη διαδήλωση. Ανδρες ανάπηροι, με σθένος και ψυχικό μεγαλείο, αντίπαλοι σε σιδηρόφρακτους στρατιώτες. Δεν την αντέχουν τη σκλαβιά. Έδωσαν μέρος του κορμιού τους για να πετάξουν τους Ιταλούς φασίστες έξω από την Ελλάδα το 1940-1941. Και τότε ήταν αποφασισμένοι. Και τώρα, παρά την αναπηρία τους δίνουν όση δύναμη έχουν να θυσιάσουν τη ζωή τους.
Στη συνέχεια μετά τους ανάπηρους ακολουθούσε η μεγάλη διαδήλωση, άνδρες και γυναίκες κάθε ηλικίας και τάξης, από κάθε συνοικία και γωνιά της Αθήνας. Ο όγκος της διαδήλωσης τεράστιος. Έφτανε απ’ τη Βιβλιοθήκη ως την Ομόνοια και την οδό Πατησίων. Έπιανε όλη την οδό Πανεπιστημίου. Τα πεζοδρόμια ήταν γεμάτα.
Αλλά οι χιτλερικοί δε διστάζουν ούτε μπροστά στους ανάπηρους. Ρίχνουν με τα όπλα. Ένας ανάπηρος που κρατούσε πλακάτ πέφτει τραυματισμένος. Ανασήκωσε το κεφάλι ζητώντας βοήθεια απ’ το νοσοκομειακό αυτοκίνητο που ήταν στο στενό Οφθαλμιατρείο – Πανεπιστημίου. Τότε του έριξαν τη χαριστική βοή. Μια 17χρονη Ελληνοπούλα, που έτρεξε να τους παρεμποδίσει, τη σκότωσαν και αυτή.
Μεγαλύτερα καθήκοντα
Μετά τη συνθηκολόγηση της Ιταλίας το Σεπτέμβρη του 1943 και την έξοδό της από τον πόλεμο, ο αγώνας των αναπήρων στα νοσοκομεία αποκτά και ευρύτερο περιεχόμενο.
Συγκεντρώνουν τον οπλισμό των Ιταλών από τα στρατόπεδα που ήταν κοντά στα νοσοκομεία. Ο οπλισμός από τα νοσοκομεία διοχετεύεται στον ΕΛΑΣ. Αλλά δεν περιοριζόταν μόνο σ’ αυτό η δράση. Ήταν σημαντική η συμβολή τους στη ματαίωση των μπλόκων που σχεδίαζαν οι χιτλερικοί με τους ταγματασφαλίτες που είχε δημιουργήσει η κυβέρνηση του Ράλλη. Άλλωστε χρειαζόταν και δικό της στρατό προκειμένου να υπηρετήσει αποτελεσματικά τους κατακτητές. Ήταν μισθοφορικός στρατός, αντί πινακίου φακής, στον οποίο είχαν στρατολογηθεί όλα τα κοινωνικά αποβράσματα, με σκοπό να τσακίσουν την αντιστασιακή δράση. Ουσιαστικά αποτελούσαν ένα στρατό κοινών εγκληματιών που ήξεραν να «καρφώνουν» και να σκοτώνουν.
Το 1943 ήδη η πλειοψηφία του ελληνικού λαού ήταν οργανωμένη στο ΕΑΜ. Ο λαϊκός απελευθερωτικός στρατός, ο θρυλικός ΕΛΑΣ, έχει μπει στις καρδιές του ελληνικού λαού και απελευθερώνει τη μία μετά την άλλη τις περιοχές της Ελλάδας, ενώ η νεολαία έχει οργανωθεί στην ΕΠΟΝ. Το κίνημα της αντίστασης θεριεύει. Ετσι αυξάνονται οι επιθέσεις και τα μπλόκα στις πόλεις. Μόνο που το αναπηρικό αντιστασιακό κίνημα στα νοσοκομεία είναι μεγάλο εμπόδιο στα σχέδια των χιτλερικών και των ταγματασφαλιτών. Αυτά τα κάστρα του αγώνα πρέπει να τσακιστούν. Απόπειρα να μεταφέρουν τους ανάπηρους από τα νοσοκομεία σε άλλο μέρος βρίσκει καθολική αντίδραση και η μεταφορά τους ματαιώνεται.
Το μπλόκο στα νοσοκομεία
Δεν υπάρχει επομένως άλλος δρόμος για να υποτάξουν τη δράση των αναπήρων, από το χτύπημα μέσα στα ίδια τα νοσοκομεία.
Έτσι στις 30 Νοέμβρη του 1943 οι ταγματασφαλίτες κάνουν επίθεση. Στις 2 μετά τα μεσάνυχτα, αφού μπλοκάρουν όλα τα νοσοκομεία, μπήκαν στους θαλάμους, άρπαζαν στους ώμους ακρωτηριασμένους ανάπηρους, παραπληγικούς, όλους όσοι ήταν ανίκανοι να κινηθούν, τους σώριασαν στα φορτηγά και τους μετέφεραν στις φυλακές Χατζηκώστα. Τους άλλους χωρίς χέρια, με δερμάτινο θώρακα, με τραύματα στο κρανίο, τυφλούς, απ’ το ένα ή τα δυο μάτια τους, παραμορφωμένους, φυματικούς τους μετέφεραν επίσης στις φυλακές Χατζηκώστα και στο στρατόπεδο Χαϊδαρίου.
Τα ξημερώματα εκτελούν 283 ανάπηρους, ήρωες της Εθνικής Αντίστασης, που έδωσαν, όπως όλοι οι ήρωες εκτελεσμένοι της συγκεκριμένης περιόδου, τη ζωή τους για την απελευθέρωση της Ελλάδας και του λαού της. Άλλωστε, παιδιά του λαού ήταν και οι ανάπηροι. Αυτή η όχι και τόσο γνωστή πτυχή στο ευρύ κοινό του λαϊκοαπελευθερωτικού αγώνα δείχνει το μεγαλείο του αγώνα για μια Ελλάδα του λαού της. Ενός αγώνα που διεξαγόταν στις τότε συνθήκες στο βουνό και την πόλη με κάθε μέσο. Και οι ανάπηροι πολέμου 1940-1941 πήραν μέρος σ’ ολόκληρη την αντιστασιακή δράση ως τη διάλυση των νοσοκομείων στις 30 Νοέμβρη 1943, ενώ μετά τη διάλυση του κινήματος στα νοσοκομεία έδρασαν, όσοι έζησαν από άλλο μετερίζι, ως την απελευθέρωση, αλλά και μετά απ’ αυτήν.
Ισως σήμερα φαντάζει αδύνατη αυτή η δράση. Αλλά η ιστορία έχει καταγράψει τα γεγονότα, αποδεικνύοντας ότι όταν ο σκοπός της οργανωμένης πάλης είναι συγκεκριμένος και έχει συνειδητοποιηθεί, ακόμη και λαϊκοί άνθρωποι σαν τους ανάπηρους μπορούν να κάνουν κατορθώματα ηρωικά. Και το αναπηρικό κίνημα την περίοδο της Αντίστασης στους χιτλερικούς ιμπεριαλιστές κατακτητές και του λαϊκοαπελευθερωτικού αγώνα αποδεικνύει ότι τίποτα δεν είναι ακατόρθωτο όταν οι λαοί θέλουν. Τότε μπορούν να επιβάλουν τη δική τους θέληση και ιδιαίτερα για τις σύγχρονες συνθήκες αυτή η ιστορία του αναπηρικού κινήματος διδάσκει πως ο λαός μας μπορεί να ανοίξει το δικό του δρόμο, για το δικό του μέλλον.
III. Το νοσοκομείο του Μεγάλου Χωριού στην Αντίσταση (από evrytania.gr)
Ο ένοπλος αγώνας προϋποθέτει να έχεις διασπασμένες γερές υγειονομικές υπηρεσίες. Σταθμούς πρώτων βοηθειών, χειρουργεία, αναρρωτήρια, γιατρούς, νοσοκομειακό προσωπικό, φάρμακα, ειδικά εργαλεία και μηχανήματα. Η ηγεσία τα πρόβλεψε. Ακολουθούν λεπτομερειακά στοιχεία για το νοσοκομεία στο Μεγάλο Χωριό:
Το νοσοκομείο λειτούργησε από τις 12 Ιουνίου 1943, μέχρι το Νοέμβριο 1944, στο Δημοτικό Σχολείο, στο σπίτι που ανήκε στο Δ. Δημητρακόπουλο, καθώς και στο μεγάλο σπίτι του Γ. Κακαράντζα.
Το Επιστημονικό Προσωπικό του Νοσοκομείου αποτελούσαν οι: Γιάννης Ευθυμίου: Διευθυντής, Βασίλειος Υφαντής: Διευθυντής Χειρουργείου, Παπαδημητρίου: Οφθαλμίατρος, Κ. Ζαρκαδούλας: Ακτινολόγος, Ιωάννης Πριγκιφύλλης, Κ. Μακρυκώστας: Παθολόγος, Τζαμαλάς: Παθολόγος, Κ. Κούσκος: Μικροβιολόγος, Γιάννης Κοτρώνας: Φαρμακοποιός, Παναγιώτης Κόκκινος: Καθηγητής Πανεπιστημίου Καΐρου, (Χειρουργός). Δημήτριος Τριαντάφυλλου: Οφθαλμίατρος, Ιωαννίδης: Παθολόγος, Αναστασάκης: Παθολόγος, Τ. Δημητρίου: Παθολόγος, Ανδρέας Βλάχος: Παθολόγος, Ιωάννης Μακρής: Παθολόγος, Κατερίνα Κίτσα: Παθολόγος, Τζιοβάνι: Ιταλός γιατρός Ταγματάρχης, Κώστας Σκαρμού-τσος: Παθολόγος.
Στις πρώτες Νοσοκόμες συγκαταλέγονται οι: Ιωάννα Σουλοπούλου, Βάσω Φωτοπούλου, Μαρία Μανθοπούλου, Μαρίκα Δασκαλάκη, Χριστίνα Αραπογιάννη, Ελένη, Κατίνα Καψάλη, Κλάρα, Γενική Προϊσταμένη, Κατίνα Κόκκινου, Προϊσταμένη Χειρουργείου, Αργύρης - Καπετάνιος Νοσοκομείου.
Στην οργάνωση του Νοσοκομείου πήραν μέρος οι παρακάτω αγωνίστριες: Μαρία Ζωγραφοπούλου, Μαρίκα- Αραπογιάννη, Κωνσταντίνα Μουντούρη, Ελένη Δουλαβέρη, Μαρίκα Παΐδα, Σοφία Παΐδα, Παναγιώτα Αραπογιάννη, Μαρία Μπούρλου, Βασιλική Κατσιγιάννη, Τερψιχόρη Σιλεούνη, Αικατερίνη Σιταρά.
Η πρώτη εγχείριση
3 Ιουνίου 1943. Στη μάχη της Παύλιανης ο ανταρτοεπονίτης Αυγέρης Αυγερόπουλος από το χωριό Πυρά της Γκιόνας χτυπήθηκε βαριά, από ιταλικό όλμο. Τον τραυματισμένο τον μετακινούσαν πάνω σ' ένα φορείο από ελατόκλαδα, από λόγγους και γκρεμούς επειδή οι γερμανοϊταλοί χτένιζαν και βομβάρδιζαν την περιοχή. Ώρες κρίσιμες του αγώνα. Ο Αυγέρης πάνω στο φορείο έλιωνε στους πόνους. Ο πυρετός ανέβαινε και η αιμορραγία δεν σταμάταγε. Οι μέρες περνούσαν. Ώρες - ώρες ήταν σε αφασία. Τη δέκατη μέρα όταν η ζωή του κρέμονταν σε μια κλωστή, έφτασαν στο Μεγάλο Χωριό. Τότε δεν είχε γίνει ακόμα το μεγάλο νοσοσκομείο. Ο χειρουργός Κακαρούγκας από την Ιτέα, με ανύπαρκτα ιατρικά μέσα, έδωσε εντολή για άμεση χειρουργική επέμβαση. Τον Αυγέρη τον ξάπλωσαν σε μια πόρτα και τον έδεσαν με χοντρές τριχιές. Ο χειρούργος είπε: «Ή του ύψους ή του βάθους, αλλά πιστεύω πως όλα θα πάνε καλά».
Στην εγχείριση που έγινε χωρίς αναισθητικό και χωρίς όλα τα απαραίτητα χειρουργικά εργαλεία, συνεργάστηκε και ο παθολόγος Γιάννης Πριγκιφύλλης. Η εγχείριση κράτησε πολλές ώρες και πέτυχε. Ήταν 14 Ιουνίου 1943 στο Μεγάλο Χωριό...
... Το νοσοκομείο είχε ανοιχτές τις πόρτες σε όλους, και πρόσφερε δωρεάν ιατρική και νοσοκομειακή περίθαλψη σ' όλον τον πληθυσμό της περιοχής.
Νοσηλεύτηκαν 250 άρρωστοι αντάρτες και 523 τραυματισμένοι αντάρτες. Χειρουργήθηκαν 152 αντάρτες. Ακόμη βρήκαν βοήθεια οι Εβραίοι που φιλοξενούνταν από το ΕΑΜ, καθώς και Ιταλοί φαντάροι που είχαν προσχωρήσει στο ΕΑΜ.
Ο ηλεκτροφωτισμός του Νοσοκομείου και του Μεγάλου Χωριού.
Ο Αυγέρης Αυγερόπουλος έγινε καλά, μπήκε στη ζωή, στη δράση. Πολύστροφο πνεύμα καθώς ήταν, πήρε μια υδροτουρμπίνα, βρήκε σωλήνες γαλβανισμένους, σωλήνες σόμπας, καλώδια και σύρματα. Πήγε πίσω από το σχολείο, που έπεφτε ένας καταρράκτης, κι. έβαλε μπροστά το έργο του. Μέρες μαστόρευε. Συνάντησε δυσκολίες, του έλειπαν και ορισμένα εργαλεία, μα δεν το �βαζε κάτω. Με τα πολλά κατάφερε να παράγει ηλεκτρική ενέργεια από το νερό του καταρράκτη. Το νοσοκομείο, τα χειρουργεία, και τα σπίτια του Μεγάλου Χωριού φωτίστηκαν για πρώτη φορά.
Το δεύτερο Νοσοκομείο στο Μοναστήρι της Τατάρνας (Οκτώβριος 1943 - Νοέμβριος 1944)
Διευθυντής, Δημήτριος Πανόπουλος, Ουρολόγος Γιάννης Παυλικάκης, καθηγητής Πανεπιστημίου Αθηνών σήμερα. Ωτορινολαρυγγολόγος, Βίκτωρ Αλκαλάι εβραϊκής καταγωγής, καθηγητής Πανεπιστημίου Αθηνών, σήμερα. Παθολόγοι: Θανάσης Παπαθεοδώρου, Κώστας Χάριτος, Γιώργος Ασπρογέρακας, Γιάννης Βλάχος. Φαρμακοποιός Τάκης Μπελέτσης, Αρχινοσοκόμα: Αντιγόνη. Βοηθητικό Προσωπικό: Πάνος Μπώκος, Θανάσης Κατσίκας.
Στο μοναστήρι του Προύσσου
Επί ηγουμένου Σταθογιάννη, λειτούργησε αναρρωτήριο από την αρχή μέχρι το τέλος του αγώνα. Επίσης αναρρωτήρια λειτούργησαν στην Ποταμιά Καρπενησίου, στη θέση Γκόρο και στο χωριό Κεράσοβο. Στο Καροπλέσι, στο Μοναστήρι της Σάικας λειτούργησε από τον ΕΛΑΣ ειδικό αναρρωτήριο νοσοκομείο -ειδικά για τους Ιταλούς τραυματίες, αρρώστους και αιχμαλώτους.
ΙV. O ελασίτης γιατρός Δημοσθένης Γρίβας (από grivas.info)
Ο Δημοσθένης Γρίβας γεννήθηκε το 1912 και εκτελέστηκε από τους εθνικιστές το 1947, σε ηλικία 35 ετών.
Ο πατέρας του, Βασίλης Γρίβας, γιατρός και διδάκτορας της ιατρικής (1899), ήταν «ένας από τους ηγέτες της εξέγερσης των αγροτών της Θεσσαλίας» και των γεγονότων του Κιλελέρ (1910). Στις 19-6-1910 παραπέμφθηκε μαζί με 34 άλλους συντρόφους του στο κακουργιοδικείο της Χαλκίδας όπου στις 23-6-1910 οι ένορκοι αθώωσαν όλους τους κατηγορούμενους. [βλ. Γιάννης Κορδάτος, Ιστορία της Νεώτερης Ελλάδας. Αθήνα, 20ός Αιώνας, 1958, τόμ. 5, σελ. 185-194. Τα πρακτικά της δίκης και η απολογία του Βασίλη Γρίβα καταχωρούνται στο Γιώργος Καρανικόλας, Κιλελέρ, Αθήνα, Μπάυρον, 1980, σελ. 358-9].
Ο Δημοσθένης Γρίβας, νεαρός φοιτητής εγκολπώθηκε τις ιδέες της αριστεράς κατά τη διάρκεια των σπουδών του στην ιατρική σχολή του πανεπιστημίου Αθηνών, απ' όπου πήρε το πτυχίο του το 1939. Την ίδια χρονιά παντρεύτηκε την Έλλη Συμεωνίδου, τότε φοιτήτρια της νομικής, με την οποία έκαναν δυο παιδιά, τον Βασίλη (1940) και τον Κλεάνθη (1944).
Το 1941, αρνήθηκε να υποχωρήσει σε ποικίλες πιέσεις για να καλωσορίσει τους Γερμανούς κατακτητές κατά την είσοδο τους στην Καρδίτσα (δεδομένου ότι τότε ήταν ο μόνος επιστήμονας στην πόλη που μιλούσε γερμανικά). Και, προκειμένου να αποφύγει τα αντίποινα των Γερμανών, βγήκε στο βουνό (συνοδευόμενος από τη γυναίκα του) πολύ πριν σχηματιστούν οι πρώτες αντάρτικες ομάδες.
Ήταν μέλος του Αγροτικού Κόμματος Ελλάδας και του Εθνικού Απελευθερωτικού Μετώπου (ΕΑΜ) από τη στιγμή της δημιουργίας του και υπηρέτησε ως γιατρός στο «Υγειονομικό Σώμα» του ΕΛΑΣ μέχρι την απελευθέρωση.
Η απολύτως ανιδιοτελής άσκηση της ιατρικής και η πολιτική και πολιτιστική του δραστηριότητα, του εξασφάλισαν το μίσος της ντόπιας ιατρικής συντεχνίας και των πολιτικών του αντιπάλων, που έπαιξαν σημαντικό ρόλο στην καταδίκη του σε θάνατο από τους ένστολους φονιάδες του Έκτακτου Στρατοδικείου Καρδίτσας κατά τον εμφύλιο πόλεμο (Ιούνιος 1947), ύστερα από μια παρωδία «δίκης» που έγινε απροειδοποίητα, υπό καθεστώς τρομοκρατίας και χωρίς μάρτυρες κατηγορίας. Η δεξιά «λευκή τρομοκρατία» που κάλυψε τη χώρα μετά τη Συμφωνία της Βάρκιζας τον ανάγκασε να βγει στο βουνό ως γιατρός του «Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας», παρά τις εκφρασμένες διαφωνίες του με την απόφαση για Εμφύλιο Πόλεμο της αλλοπρόσαλλης και ολοκληρωτικής ηγεσίας του Νίκου Ζαχαριάδη που έλεγχε το ΚΚΕ.
Όπως σημειώνει ο Επαμεινώνδας Σακελλαρίου, αρχίατρος του ΕΛΑΣ αρχικά και στη συνέχεια του ΔΣΕ: «Η ζωή του γιατρού στο Αντάρτικο έχει δραματικές εξελίξεις μεταξύ καθήκοντος και ζωής. Παράδειγμα ο γιατρός Δημοσθένης Γρίβας από την Καρδίτσα, ίσως και άλλοι που δεν περιέπεσαν στην αντίληψη μου... Ο γιατρός Δημοσθένης Γρίβας πιάστηκε στα Άγραφα μαζί με τραυματίες από τα κυβερνητικά στρατεύματα, πέρασε από Στρατοδικείο και με απόφαση του εκτελέστηκε στις 20 Ιουνίου του 1947… Ο γιατρός πιάστηκε μαζί με τους τραυματίες: αυτό δείχνει ότι τήρησε τον Ιατρικό Όρκο που έδωσε. Παρέμεινε μαζί τους και θυσιάστηκε, δεν τους εγκατέλειψε για να αποφύγει τη σύλληψη και την καταδίκη του από το Στρατοδικείο. Γι' αυτό νομίζω ότι επαξίως μπορεί να κηρυχθεί ως ήρωας, τηρητής του Ιατρικού Όρκου. Και θεωρώ πως το Κράτος πρέπει να επιληφθεί και να κατοχυρώσει με ειδική νομολογία τους ‘Ήρωες του Ιατρικού Όρκου’». [Βλ. Επαμεινώνδας Σακελλαρίου, Διαθέσαμε τη ζωή μας, Θεσσαλονίκη, 1991, σ.. 12 και 108].
[Όλα τα στοιχεία που περιλαμβάνονται σ το κείμενο, και όλο το ανέκδοτο υλικό -αλληλογραφία και φωτογραφίες- που αφορά τον Δημοσθένη Γρίβα, βρίσκονται στο αρχείο του γράφοντος]
2. Δίκη και εκτέλεση κατά παραγγελία
Για να αποφευχθούν λαϊκές αντιδράσεις και να καταστεί αδύνατη η προετοιμασία της υπεράσπισης του, η δίκη του ορίστηκε αιφνιδιαστικά και έγινε στο Έκτακτο Στρατοδικείο στο «Κιέριον» της Καρδίτσας στις 13 Ιουνίου 1947. Στη διάρκεια της δίκης οι αρχές επέβαλαν το κλείσιμο των καταστημάτων της πόλης. Συνήγορός του ήταν ο δικηγόρος Αναγνωστόπουλος (πατέρας του μετέπειτα υπουργού της ΝΔ, Θ. Αναγνωστόπουλου) που ειδοποιήθηκε λίγη ώρα πριν από τη δίκη.
Μάρτυρες κατηγορίας δεν υπήρχαν, ενώ ορισμένοι στρατιώτες του «εθνικού» στρατού (που είχαν αιχμαλωτιστεί από τους αντάρτες, είχαν νοσηλευτεί από τον Δημοσθένη Γρίβα και στη συνέχεια ανταλλάχτηκαν με αντάρτες που είχαν πιαστεί από το στρατό) μετεξελίχτηκαν σε μάρτυρες υπεράσπισης του. Ανάμεσα τους ήταν και ο γιατρός Αθανάσιος Νασιάκος. Όλοι τους έπλεξαν το εγκώμιο του ήθους και της συμπεριφοράς του Δημοσθένη Γρίβα ο οποίος, όπως κατέθεσαν, «δεν έκανε καμιά διάκριση μεταξύ των αριστερών και των δεξιών».
Για αυτή την παρωδία δίκης, η ημερήσια εφημερίδα των Τρικάλων «Θάρρος» γράφει στις 14 Ιουνίου 1947: «Κατά την απολογία του ο κατηγορούμενος μίλησε επί μία ώρα αναφερθείς αρχικώς εις :ους λόγους οι οποίοι τον εξανάγκασαν να κρύπτεται εντός της πόλεως λόγω της αποφάσεως της Επιτροπής Ασφαλείας διά της οποίας είχε εκτοπισθεί επί ένα έτος.
Ισχυρίστηκε, εν συνεχεία ότι αναγκάσθηκε να μεταβεί στην Μπελοκομίτη, για να εργαστεί ως ιατρός εις την περιφέρεια. Καταλήγοντας, είπε ότι δεν αποδίδει σημασία στην καταδίκη του, αλλά ενδιαφέρεται αποκλειστικώς για τον μη χαρακτηρισμό του από το Στρατοδικείο ως κοινού ληστή, γεγονός το οποίο θα συνεπαγόταν την κηλίδωση της τιμής του. Ο Βασιλικός Επίτροπος μίλησε δι' ολίγων και ζήτησε την επιβολή της εσχάτης των ποινών. Το απόγευμα εξεδόθη η απόφαση με την οποία επιβλήθηκε εις τον Δημοσθένη Γρίβα η ποινή του θανάτου. Αίτηση της υπερασπίσεως να εκφρασθεί η ευχή του Στρατοδικείου προς μετριασμό της ποινής απερρίφθη. Ο Μητροπολίτης Θεσσαλιώτιδος Ιεζεκιήλ απέστειλε τηλεγράφημα προς τον Βασιλέα έχον ούτω:
‘Υπτίαις χερσίν καθικετεύω Υμετέρα Μεγαλειότητα ευαρεστηθή διάταξη αναστολή ποινής δικασθέντος εις θάνατον ιατρού Γρίβα.
Ταπεινός ευχέτης και ευπειθέστατος θεράπων, Μητροπολίτης Θεσσαλιώτιδος Ιεζεκιήλ». [Βλ. Εφημ. Θάρρος: «Εις θάνατον ο ιατρός Γρίβας», Τρίκαλα, 14 Ιουνίου 1947].
Αυτή η καθ' υπαγόρευση δίκη χωρίς μάρτυρες κατηγορίας, συγκλόνισε την τοπική κοινωνία και παρότι η αντιπαλότητα και το μίσος της ντόπιας ιατρικής συντεχνίας και των πολιτικών αντιπάλων του γιατρού Δημοσθένη Γρίβα αποτέλεσαν τα ξύλα για το προσάναμμα της πυράς, οι ενοχές και η αμηχανία τους ήταν καθολική.
Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι μετά την εκφώνηση της καταδικαστικής απόφασης, ο πρόεδρος του στρατοδικείου δήλωσε στη γυναίκα του Έλλη, παρουσία του δικηγόρου του, «Λυπάμαι πολύ κυρία Γρίβα. Ο άνδρας σας είναι αθώος. Πιέστηκα αφάνταστα για να βγάλω αυτή την απόφαση και δεν είχα άλλη εκλογή». Ενώ, ο αρχιμανδρίτης που τον εξομολόγησε πριν εκτελεστεί, είπε στους δικούς του: «Δεν ήμουν άξιος να εξομολογήσω έναν τέτοιο άνθρωπο».
Στις 20 Ιουνίου 1947, σε ηλικία 35 ετών, ο γιατρός Δημοσθένης Γρίβας οδηγήθηκε στο εκτελεστικό απόσπασμα, φορώντας τις πυτζάμες του, γιατί είχε χαρίσει το κοστούμι και το πανωφόρι του σε συγκρατούμενους τους («για να συνεχίσουν να είναι χρήσιμα»).
Δυο αποσπάσματα κατά σειρά (που αποτελούνταν από συμπατριώτες του και τον γνώριζαν), αρνήθηκαν να εκτελέσουν τη διαταγή «Σκοπεύσατε. Πυρ» και αντικαταστάθηκαν από ένα τρίτο απόσπασμα που το αποτελούσαν στρατιώτες προερχόμενοι από άλλα μέρη της Ελλάδας.
Θάφτηκε σε έναν ομαδικό τάφο που κρατήθηκε μυστικός από την οικογένεια του επί δύο εβδομάδες.
Στη διάρκεια του Εμφυλίου, από το σύνολο των γιατρών του Υγειονομικού Σώματος του ΔΣΕ πέντε έχασαν τη ζωή τους:
● Δυο καταδικάστηκαν σε θάνατο από τους ένστολους φονιάδες των Εκτάκτων Στρατοδικείων και στήθηκαν στο εκτελεστικό απόσπασμα (ο Δημοσθένης Γρίβας στην Καρδίτσα στις 20-6-1947 και ο Κουβαράς).
● Τρεις σκοτώθηκαν σε επιθέσεις του «εθνικού» στρατού κατά των ανταρτών (ο Νίκος Κουκουλιός ή Παλιούρας στον Κόζιακα την άνοιξη του 1947, ο Αθανάσιος Καράμπαμπας στην Κεντρική Μακεδονία το 1948 και ο Κουρδουκλάς στον Όλυμπο το 1949).
[Βλ. Επαμ. Σακελλαρίου: Το Υγειονομικό του Δημοκρατικού Στρατού, Αθήνα, Τολίδης, χ.χ., σ. 8-9 και 31]
3. Τα περιουσιακά του στοιχεία και η διάθεση τους
Ίσως φανεί παράξενο το ότι στέκομαι στο σημείο αυτό, που είναι όμως ένα απτό δείγμα αλλά και παράδειγμα ενός άλλου ήθους και μιας άλλης εποχής που έχει πλέον οριστικά, ίσως, παρέλθει. Ο Δημοσθένης Γρίβας, αν και γιατρός ο ίδιος (και γιος διδάκτορα της ιατρικής σε μια εποχή που οι γιατροί με διδακτορικό στην Ελλάδα μπορούσαν να μετρηθούν στα δάκτυλα των δυο χεριών), τα μόνα περιουσιακά στοιχεία που κατείχε την ώρα της εκτέλεσης του, είναι τα γυαλιά, το δακτυλίδι, η ταυτότητα, η βέρα, το ρολόι, η σιγαροθήκη, ο αναπτήρας, τα ξυριστικά εργαλεία, το πουλόβερ, το στυλό του και ένα χειροποίητο σκάκι, τα οποία, στο τελευταίο του γράμμα στη γυναίκα του, της ζητάει να τα μοιράσει στους δικούς του σαν ενθύμιο:
«Από τα λίγα ατομικά μου πράγματα πού αφήνω, δώσε στους δικούς μας από κάτι για ενθύμιο. Στη μανούλα μας, τα γυαλιά μου, εσύ να κρατήσεις το δακτυλίδι και την ταυτότητα, τη βέρα μου να την κάνεις ενθύμιο στον Τούλη, το ρολόι μου στο Λάκη, στο Μήτσο μας, την μαύρη σιγαροθήκη, στον αδελφό μας Γιώργο, τον αναπτήρα μου, στον Κροίσο τα ξυριστικά εργαλεία, στον Βάγιο μας το πουλόβερ, στον Αποστολάκη της Πόπης το στυλογράφο. Το σκάκι καμωμένο από αγαπητούς φίλους συγκροτούμενους να το κρατήσεις για ενθύμιο». Ενώ για τα υπόλοιπα «περιουσιακά» του στοιχεία (δηλαδή τις μελέτες, εισηγήσεις και ομιλίες που έκανε σε λαϊκά σεμινάρια και δημόσιες εκδηλώσεις του ΕΑΜ), οι οδηγίες που αφήνει στη γυναίκα του είναι: «αφού τις αντιγράψεις να τις κρατήσεις για ενθύμιο και τα αντίγραφα να τα παραδώσεις εν καιρώ στον προορισμό τους».
V. To νοσοκομείο της Νέας Σμύρνης (από Μια Πόλη Ανάποδα)
Στις 6 Δεκέμβρη αρχίζει να λειτουργεί ως κεντρικό νοσοκομείο της Νέας Σμύρνης το ήδη υπάρχον νοσοκομείο του Ελληνικού Ερυθρού Σταυρού στην οδό Κοραή και Σοφούλη, που είχε δημιουργήσει το καλοκαίρι του 1944 η Λαϊκή Επιτροπή Νέας Σμύρνης. Διαθέτει 6 δωμάτια και 2 χειρουργεία εξοπλισμένα από το Ασκληπιείο Βούλας και επανδρώνεται με αρκετούς γιατρούς. Στα νοσοκομεία της Νέας Σμύρνης νοσηλεύονται εκατοντάδες αντάρτες, άμαχοι πολίτες και άγγλοι στρατιώτες.
Η Λαϊκή Επιτροπή Νέας Σμύρνης συστάθηκε τον Οκτώβρη του 1943, με πρωτοβουλία του ΕΑΜ, στο πρότυπο της «Παναθηναϊκής Επιτροπής Επιβίωσης». Βασικές δραστηριότητές της ήταν τα συσσίτια για παιδιά και υπερήλικες, για να φτάσουν στο τέλος της Κατοχής τις 800 κάθε Κυριακή), τα μαθήματα σε παιδιά και ενήλικες και η συγκρότηση επιτροπής υγείας με κύριο έργο τη δημιουργία νοσοκομείου του Ελληνικού Ερυθρού Σταυρού στη Νέα Σμύρνη, όπου συμμετείχε το σύνολο του ιατρικού δυναμικού της περιοχής. Οι σχέσεις της Λαϊκής Επιτροπής με τους δημάρχους Καρύλλο και, αργότερα, Μαγκριώτη ήταν καλές, λόγω της μετριοπαθούς στάσης που έδειξαν απέναντι στην Αντίσταση. Επί δημαρχίας Μαγκριώτη προσφέρθηκε γραφείο στη Λαϊκή Επιτροπή στο οίκημα της Δημαρχίας. Τα μέλη της ανήλθαν σε περίπου 2.000 στο τέλος της Κατοχής.
Πηγές: Ριζοσπάστης, Ημιόροφος
Στην εκδήλωση για τα 90χρονα του ΚΚΕ στο νοσοκομείο «Σωτηρία» έγινε ιδιαίτερη αναφορά στις ηρωικές σελίδες που γράφτηκαν από τους φυματικούς εργάτες, τους κομμουνιστές, τους ανάπηρους, τους υγειονομικούς στα νοσοκομεία την περίοδο της Κατοχής. Το νοσοκομείο «Σωτηρία» συνδέεται με την ηρωική δράση του Κόμματος την περίοδο της αντίστασης, όπως και πολλοί άλλοι χώροι της Υγείας. Είναι παραδείγματα οργάνωσης, σχεδιασμού, στήριξης στις εργατικές - λαϊκές μάζες.
Πως όταν υπάρχει μια πρωτοπορία αποφασισμένη εμπνέει και κινητοποιεί και ευρύτερες δυνάμεις.
Μια από τις σπουδαιότερες επιχειρήσεις του ΕΛΑΣ Αθήνας ήταν η απελευθέρωση των 56 κομμουνιστών Ακροναυπλιωτών, που κρατούνταν ως φυματικοί, στο νοσοκομείο «Σωτηρία». Πρόκειται για τους πολιτικούς κρατούμενους στην Ακροναυπλία από τη δικτατορία του Μεταξά, οι οποίοι στη συνέχεια παραδόθηκαν στις δυνάμεις κατοχής το 1940 - '41. Το Πολιτικό Γραφείο της Κεντρικής Επιτροπής ανέθεσε στην ΚΕ του ΕΛΑΣ την επιχείρηση.
Το σχέδιο καταστρώθηκε σε ειδική συνεδρίαση σε σπίτι της οδού Ιωάννου Δροσοπούλου 162 και συμμετείχαν ο Γιώργης Σιάντος, ο Σπύρος Κωτσάκης και ο Πολύδωρος Δανιηλίδης. Οργανωτής και καθοδηγητής της επιχείρησης ορίστηκε ο Σπύρος Κωτσάκης, υπεύθυνος του ΕΛΑΣ Αθήνας. Τον Δεκέμβρη του 1942 ο Βασίλης Μπαρτζιώτας που ήταν Γραμματέας της κομματικής επιτροπής στην Ακροναυπλία παίρνει κρυπτογραφημένο σημείωμα του ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ, το οποίο του έδινε την ευθύνη των μέτρων ώστε να ενταχθούν στον κατάλογο των 50 - 60 φυματικών που θα πήγαιναν στο Σανατόριο «Σωτηρία», εγκεκριμένοι από τους Ιταλούς γιατρούς.
Η σύνταξη του καταλόγου κράτησε ένα μήνα, με καθοριστική βοήθεια του επίσης κρατούμενου γιατρού Δημήτρη Μπαρτζιώτα, τον οποίο έβαλαν οι Ιταλοί γιατροί στον κατάλογο από συναδελφική αλληλεγγύη. Συμβούλευε τους Ιταλούς γιατρούς να φερθούν σαν επιστήμονες και όχι σαν κατακτητές, εκπαίδευε τους κρατούμενους, ώστε να δείχνουν ότι είναι φυματικοί, για να μπουν στον κατάλογο. Συγκροτήθηκε ο κατάλογος με 57 μέλη και στελέχη του ΚΚΕ, ανάμεσά τους και όλοι οι φυματικοί.
Υποδειγματική φυγάδευση
Η μεταφορά έγινε το Φλεβάρη του 1943, στο «Σωτηρία», σαν φυματικοί. Την τρίτη μέρα της κράτησής του στο νοσοκομείο πέθανε ο Γιάννης Κονταξής, σιδηροδρομικός από τη Θεσσαλονίκη, μένοντας έτσι 56 κρατούμενοι. Στη διάρκεια της κράτησης μαζικές επιτροπές ασθενών και υγειονομικών επισκέπτονταν τους κρατούμενους, τους έδιναν παράνομο Τύπο, τους ενημέρωναν για τις εξελίξεις.
Στην οργάνωση της επιχείρησης είχαν αποφασιστική συμβολή άνθρωποι από τη φρουρά των κρατουμένων, γιατροί και άλλοι εργαζόμενοι του νοσοκομείου που ήδη ήταν μέλη του ΕΑΜ. Οπως του επιλοχία του αστικού στρατού και υπερνομάρχη της φρουράς Γιάννη Γυπάρη, μετέπειτα αξιωματικού του ΕΛΑΣ, του υφηγητή του Πανεπιστημίου Γιάννη Λαμέρα, του Γραμματέα της ΚΟ Σπύρου Βλαχούλη. Ολοι δούλευαν σαν ένας άνθρωπος. Στις 31.3.1943 ο Σπύρος Κωτσάκης - ντυμένος γιατρός - ο υφηγητής Λαμέρας και ο Βλαχούλης, επισκέφτηκαν τον Βασίλη Μπαρτζιώτα, δήθεν για καρδιολογική εξέταση και ως επικεφαλής των 56 τού έδωσαν το σημείωμα του Πολιτικού Γραφείου, αναπτύσσοντας σύντομα και με ακρίβεια το όλο σχέδιο και την προετοιμασία από μέσα των 56 για την απόδραση.
Η επιχείρηση έγινε στις 7 Απρίλη του 1943 στις 5.30 το πρωί. Η ομάδα εφόδου απαρτιζόταν από 27 ΕΛΑΣίτες, ντυμένοι όλοι χωροφύλακες. Στις 5.35 όλα είχαν ολοκληρωθεί, χωρίς να πέσει ντουφεκιά. Οι 56 έφυγαν από τον υπόνομο του «Σωτηρία» και μέσα από τα Τουρκοβούνια πήγαν στα σπίτια που είχαν προκαθοριστεί από την ΚΟΑ. Από 'κει ανέλαβαν καθήκοντα σε Οργανώσεις τόσο στην Αθήνα, όσο και στην επαρχία. Η απόδραση έγινε γνωστή στις δυνάμεις κατοχής και στους συνεργάτες τους μετά από πέντε ώρες, αφού ο ΕΛΑΣ είχε κόψει και τα τηλεφωνικά καλώδια. Η απόδραση δημιούργησε κλίμα ενθουσιασμού και αγωνιστικής ανάτασης στο λαό της Αθήνας.
Φρούρια του αγώνα
Στο «Σωτηρία» οι φυματικοί - εργάτες στη συντριπτική τους πλειοψηφία - είχαν μετατρέψει το νοσοκομείο σε φρούριο του αγώνα. Ενισχύθηκε η δράση και με τον ερχομό των αναπήρων του πολέμου. Συνδύαζαν τον αγώνα για την επιβίωση με τον αγώνα για την απελευθέρωση. Η αρχικά αυθόρμητη πάλη μετατράπηκε σε οργανωμένη - σχεδιασμένη δράση με την ίδρυση του ΕΑΜ και την ένταξή τους σε αυτό.
Τα νοσοκομεία χρησιμοποιούνταν για συνεδριάσεις της ΟΠΛΑ και της Λαϊκής Πολιτοφυλακής, για περιφρούρηση με τη συμβολή των αναπήρων. Εκαναν εράνους με κουπόνια, διακινούσαν τον παράνομο Τύπο. Ηταν οργανωμένοι σε πεντάδες και ένας μόνο με ψευδώνυμο είχε την επαφή ανάμεσα στις πεντάδες.
Οι ανάπηροι είχαν συγκροτήσει τις νοσοκομειακές επιτροπές σε κάθε νοσοκομείο και την Παννοσοκομειακή Επιτροπή, ένα συντονιστικό όργανο με πρόεδρο τον λογοτέχνη Θέμο Κορνάρο. Στην πράξη, είχαν πάρει στα χέρια τους τη διαχείριση των τροφίμων και των φαρμάκων από τους αξιωματικούς των χιτλερικών ελληνικών κυβερνήσεων, οι οποίοι τα αξιοποιούσαν για μαύρη αγορά.
Συμμετείχαν, μαζί με τους εργαζόμενους στα νοσοκομεία σε όλες τις κινητοποιήσεις. Ενάντια στην επιστράτευση, στην επέκταση της φασιστικής Βουλγαρίας. Στις 27.11.43 τα μέλη του συνδέσμου των αναπήρων, Γονατάς, Τζαμουράκης, Σίλιβος και Ανυφαντής, όλοι μέλη της ΚΟΑ, εκτελέστηκαν από τους γερμανοτσολιάδες. Τους ανάπηρους Γονατά και Τζαμουράκη τους έβαλαν σε σκαμνιά και τους εκτέλεσαν, γιατί ήταν κομμένα και τα δυο τους πόδια και δεν μπορούσαν να σταθούν όρθιοι.
Η μεγάλη και συνειδητή δράση, ο ηρωισμός που βγαίνει από την εκπλήρωση του καθήκοντος, αποτυπώνεται στην απολογία του Νίκου Μπελογιάννη που εκτελέστηκε στις 30 Μάρτη του 1952 στις 4.10 τα ξημερώματα, έξω από τη μάντρα του νοσοκομείου «Σωτηρία»: «Εάν έκανα δήλωση αποκήρυξης, θα αθωωνόμουνα κατά πάσα πιθανότητα μετά μεγάλων τιμών... αλλά η ζωή μου συνδέεται με το ΚΚΕ και τη δράση του. Δεκάδες φορές μπήκε μπροστά μου το δίλημμα να ζω προδίδοντας τις πεποιθήσεις μου, την ιδεολογία μου, είτε να πεθάνω παραμένοντας πιστός σ' αυτές. Πάντοτε προτίμησα τον δεύτερο δρόμο και σήμερα τον ξαναδιαλέγω».
Στο Ασκληπιείο και τον «Ερυθρό Σταυρό»
Λίγα χιλιόμετρα πιο κάτω, στο Ασκληπιείο της Βούλας, με τη δράση του Κόμματος, γραφόταν άλλη μια ηρωική σελίδα συμβολής στον αγώνα. Εκεί, το σύνολο σχεδόν του προσωπικού οργανώθηκε ή συνεργάστηκε στο ΕΑΜ, διέθετε και ένοπλο τμήμα του ΕΛΑΣ. Ο ΕΛΑΣ τροφοδοτούσε με δυναμίτη δύο ΕΑΜίτες ψαράδες, οι οποίοι προωθούσαν τα ψάρια στο νοσοκομείο για τη βελτίωση του συσσιτίου των ασθενών αλλά και συσσίτιο για το λαό της περιοχής. Οταν διαγραφόταν η επερχόμενη μάχη της Αθήνας το 1944 με τις εγχώριες αστικές δυνάμεις και τους Εγγλέζους, ο ΕΛΑΣ δημιούργησε νοσοκομεία για τις ανάγκες. Αυτά τα νοσοκομεία στελεχώθηκαν από γιατρούς και νοσηλευτικό προσωπικό, καθώς και με υγειονομικό υλικό από το Ασκληπιείο Βούλας.
Υπεύθυνος της κομματικής και ΕΑΜίτικης δουλειάς στο νοσοκομείο ήταν ο Θάνος ο δάσκαλος, ο οποίος κρατούσε επαφή προσωπική με ΕΑΜίτες που αξιοποιούνταν σε ειδικές περιπτώσεις, όπως ήταν ο Παπαδημήτρης (Κοντάρας) εφημέριος στην εκκλησία της Βούλας, ο πρόεδρος στην Κοινότητα της Βούλας Νίκος Στάικος, ο διευθυντής του νοσοκομείου Ιατρίδης, ο υπεύθυνος διοικητικού Μπαριτάκης, ο καθηγητής - χειρουργός Γαροφαλίδης. Σπουδαίο ρόλο έπαιξαν επίσης ο γιατρός Μανώλης Κοντός, η νοσοκόμα Ελένη Σωτηρίου, οι μάγειροι Χρόνης και Οικονόμου, οι θυρωροί, ο υπεύθυνος του ΕΛΑΣ του νοσοκομείου Βασίλης Ρηγόπουλος κ.ά.
Αντίστοιχη δράση αναπτύχθηκε και στο νοσοκομείο του Ελληνικού Ερυθρού Σταυρού στους Αμπελόκηπους. Τον Οκτώβρη του 1941 με πρωτοστάτες τους κομμουνιστές Δημήτρη Μούρη - καθαριστή, Γιάννη Κοντίνη που δούλευε στο μαγειρείο, Βασίλη Ράδο - παρασκευαστή και τη δασκάλα Τσάχα που δούλευε στο οικονομικό, φτιάχτηκε το ΕΑΜ στον «Ερυθρό Σταυρό». Μετά την παννοσοκομειακή απεργία και την ίδρυση του ΕΑΜ, πάνω από 40 άτομα μπήκαν στην ΚΟ από όλες τις ειδικότητες. Ανάμεσά τους η νοσοκόμα Σπίθα που σκοτώθηκε σε διαδήλωση. Οι Οργανώσεις που φτιάχτηκαν - ΕΑΜ, Εθνική Αλληλεγγύη, τμήμα ΕΛΑΣ, Επιμελητεία του Αντάρτη - είχαν την πλήρη κυριαρχία του νοσοκομείου. Βάση αυτής της Οργάνωσης ήταν ο αρχικός πυρήνας του ΚΚΕ με Γραμματείς τον καθαριστή Δημήτρη Μούρη και την δασκάλα Τσάχα.
Οι Οργανώσεις του «Ερυθρού Σταυρού» τροφοδοτούσαν μέσω συνδέσμων με υγειονομικό υλικό τις ένοπλες ομάδες και αργότερα μετά το 1942 τον ΕΛΑΣ. Το ένοπλο τμήμα του «Ερυθρού Σταυρού» είχε συμβολή - μαζί με άλλα τμήματα - στην απελευθέρωση των 56 κομμουνιστών από το «Σωτηρία». Υπερασπίστηκε μαζί με την ΕΛΑΣίτικη ομάδα του Γηροκομείου το νοσοκομείο από την επίθεση του αστικού στρατού και των Εγγλέζων στις 4 Δεκέμβρη του 1944.
ΙΙ. Το αναπηρικό κίνημα 1940-1944 (από Disabled.gr)
Στις 30 Νοέμβρη 1943 τη νύχτα οι ταγματασφαλίτες συνεργάτες των χιτλερικών εξαπολύουν επίθεση σε 19 νοσοκομεία της Αθήνας. Γιατί στα νοσοκομεία; Γιατί τα νοσοκομεία είχαν μετατραπεί σε κάστρα της Αντίστασης κατά των κατακτητών. Ψυχή οι ανάπηροι πολέμου κατά των Ιταλών φασιστών εισβολέων στα 1940-1941, που έμεναν αναγκαστικά στα νοσοκομεία αφού δεν υπήρχε δυνατότητα περίθαλψής τους στα σπίτια τους. Ετσι μέσα από τα νοσοκομεία οι ανάπηροι αναπτύσσουν τη δική τους αντιστασιακή δράση, ενταγμένη βεβαίως στη λαϊκοαπελευθερωτική πάλη του λαού μας με την καθοδήγηση του ΕΑΜ και του ΚΚΕ. Είναι μια πτυχή της ιστορίας σχεδόν άγνωστη, αλλά ηρωική, όπως όλες οι μεγάλες ηρωικές πράξεις εκείνη την περίοδο.
Όταν όλα τα σκίαζε η φοβέρα
Με την εισβολή των Γερμανών ιμπεριαλιστών στην Ελλάδα ξεκινά η ξενική κατοχή.
Στις πόλεις, πείνα, γύμνια και κατατρεγμός των εργατών. «Κι ήταν όλα σιωπηλά γιατί τα σκίαζε η φοβέρα και τα πλάκωνε η σκλαβιά».
Μες στης σκλαβιάς την καταιγίδα, οι ανάπηροι στον πόλεμο κατά των Ιταλών εισβολέων μετά την εισβολή των Γερμανών κατακτητών δε σταματούν τον αγώνα. Συνεχίζουν στην πρώτη γραμμή, έστω κι αν ήταν ανήμποροι, σκελετωμένοι, νηστικοί.
Πάνω από 15.000 ήταν οι ανάπηροι πολέμου 1940-1941 που έμειναν στα δεκαεννιά νοσοκομεία της Αθήνας. Ήταν η μεραρχία της Κρήτης που απομονώθηκε στην Αθήνα, αλλά και από άλλες περιοχές της Ελλάδας που δεν μπορούσαν να πάνε στα σπίτια τους γιατί τα τραύματά τους ήταν τέτοια που απαιτούσαν περίθαλψη νοσοκομειακή. Ετσι συγκεντρώθηκαν στα νοσοκομεία της Αθήνας για να τα μετατρέψουν στην πορεία σε κάστρα της Αντίστασης. Εκεί οργάνωσαν τη ζωή τους έτσι που να αντεπεξέλθουν οι ίδιοι στις ανυπέρβλητες δυσκολίες λόγω της θέσης τους ως ανάπηροι, αλλά και της σκλαβιάς, οργανώνοντας ταυτόχρονα πυρήνες αντίστασης στον κατακτητή.
Έτσι στα νοσοκομεία οι ανάπηροι πολέμου οργάνωσαν Νοσοκομειακές Επιτροπές, διεκδικώντας ιατρική περίθαλψη και καλή διατροφή. Οι επιτροπές αυτές οργάνωσαν και την Παννοσοκομειακή Επιτροπή, δηλαδή επιτροπή πάνω από τις νοσοκομειακές, σαν ενιαίο κέντρο όλων των νοσοκομείων. Πρόεδρος της Παννοσοκομειακής ήταν ο αείμνηστος, ο λογοτέχνης, Θέμος Κορνάρος, με το ψευδώνυμο Κουμπάρος. Στη συνέχεια οι Νοσοκομειακές Επιτροπές πήραν τη διαχείριση των τροφίμων και των φαρμάκων στα χέρια τους, κάνοντας πέρα τους αξιωματικούς που είχε διορίσει στα νοσοκομεία το καθεστώς των χιτλερικών ελληνικών κυβερνήσεων, οι οποίοι έκαναν «μαύρη αγορά» με τα εφόδια των νοσοκομείων. Έτσι βελτίωναν τους όρους ζωής και διαμονής στα νοσοκομεία.
Μέσα στα νοσοκομεία έπνεε πνοή λευτεριάς. Με τις συζητήσεις στην αρχή για την ανάγκη οργάνωσης του αγώνα για τη διαβίωσή τους έως την ανάγκη οργάνωσης της πάλης κατά των χιτλερικών.
Οργάνωσαν μαθήματα μόρφωσης για όσους δεν είχαν πάει στο Δημοτικό Σχολείο, ενώ για όσους το είχαν τελειώσει οργάνωσαν μαθήματα Γυμνασίου.
Κάθε Κυριακή πρωί γίνονταν ομιλίες πατριωτικού περιεχομένου, με σκοπό την αναπτέρωση της ελπίδας για λευτεριά. Όλοι είχαν δικαίωμα λόγου.
Οι πιο ενθουσιώδεις ομιλίες εκφωνούνταν την παραμονή της διοργάνωσης διαδηλώσεων. Εδώ τονιζόταν η θέση των αναπήρων πολέμου 1940-1941, η αναγκαιότητα της συμμετοχής στις διαδηλώσεις, η οργάνωσή τους και η θέση των αναπήρων σ’ αυτές, καθώς και οι στόχοι των κινητοποιήσεων. Στις διαδηλώσεις οι ανάπηροι ήταν πάντα στην εμπροσθοφυλακή, όπως για παράδειγμα στο συλλαλητήριο για τη ματαίωση της πολιτικής επιστράτευσης το Μάρτη του 1943, ή σ’ αυτό κατά της καθόδου των Βουλγάρων στη Μακεδονία, τον Ιούλη του 1943, που ήταν από τα πιο σημαντικά γεγονότα στις πόλεις στην περίοδο της Αντίστασης και μάλιστα και οι δυο διαδηλώσεις πέτυχαν τους στόχους τους.
Οι ανάπηροι στις διαδηλώσεις
Η πρώτη αντιστασιακή διαδήλωση την περίοδο της κατοχής έγινε από τους ανάπηρους πολέμου 1940-1941 με πορεία στο υπουργείο Στρατιωτικών. Κατέβηκαν στην πορεία με τις πατερίτσες τους, τα αναπηρικά καροτσάκια, διεκδικώντας βελτίωση της κατάστασης στα νοσοκομεία και της διαβίωσής τους, τόσο σε τρόφιμα όσο και σε νοσηλεία. Στο υπουργείο έδωσαν υπόμνημα με τα αιτήματά τους στον στρατηγό Μπάκο, αλλά αρνήθηκε να τα δεχτεί ως υπερβολικά. Έτσι έγινε ενημέρωση στους συγκεντρωμένους για την αρνητική στάση του στρατηγού, στο άκουσμα της οποίας έσπασαν με πάταγο όλα τα τζάμια του υπουργείου. Τότε τα ικανοποίησε όλα. Εως και μισθό στους έφεδρους Κρήτες που εγκλωβίστηκαν στην Αθήνα μετά την εισβολή των Γερμανών έδωσε.
Έγινε επίσης συγκέντρωση με συμμετοχή 5.000 αναπήρων στο Παναθηναϊκό Στάδιο, η οποία και χτυπήθηκε από τους Ιταλούς, ενώ έγιναν συλλήψεις αναπήρων τους οποίους έκλεισαν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης.
Ακόμη στις 28 Οκτώβρη του 1941, οι ανάπηροι μαζί με τους φοιτητές πήγαν για κατάθεση στεφανιού στον Αγνωστο Στρατιώτη κάτω από τα έκπληκτα μάτια των Ιταλών κατακτητών.
Με το ΕΑΜ
Αρχικά βεβαίως αυτό το κίνημα ήταν ανοργάνωτο, αυθόρμητο. Μετά την ίδρυση του ΕΑΜ, το Σεπτέμβρη του 1941, πήρε οργανωμένο χαρακτήρα ως σημαντικό κομμάτι του λαϊκού απελευθερωτικού κινήματος.
Μέσα στα νοσοκομεία, για παράδειγμα, με κάθε δυνατή προφύλαξη, και σ’ αυτό συνέβαλαν οι ανάπηροι, συνεδρίαζε η ΟΠΛΑ, η Λαϊκή Πολιτοφυλακή που είχε ιδρύσει το ΕΑΜ.
Μέσα στα νοσοκομεία, οι ανάπηροι οργανώθηκαν στο ΕΑΜ. Ηταν οργανωμένοι κατά πεντάδες. Η μία πεντάδα απ’ την άλλη δε γνώριζε άλλους παρά μόνο έναν κι εκείνον με ψευδώνυμο.
Πριν από κάθε κινητοποίηση γινόταν ομιλία προετοιμασίας της, ενώ υπήρχε και καταμερισμός καθηκόντων, όπως διανομή παράνομου Τύπου, έρανος για τον αγώνα με κουπόνια κλπ.
Μετά το Φλεβάρη του 1943 και την είδηση από το ραδιόφωνο για τη νίκη του Κόκκινου Στρατού στο Στάλινγκραντ, οι ελπίδες για γρήγορη ήττα των χιτλερικών ιμπεριαλιστών και των συμμάχων τους έδιναν δύναμη και πνοή για ένταση της αντιστασιακής δράσης. Αλλά και οι επιθέσεις των κατακτητών εντάθηκαν. Έτσι το Μάρτη του 1943 δόθηκε η διαταγή για την πολιτική επιστράτευση και την αποστολή Ελλήνων να πολεμήσουν στο Ανατολικό Μέτωπο κατά των σοβιετικών στρατευμάτων, που ήδη είχαν αρχίσει την αντεπίθεση κατά των χιτλερικών. Η απόφαση ήταν: Κανείς Έλληνας να μην επιστρατευτεί, κανείς Έλληνας δε θα πολεμήσει στο πλευρό των χιτλερικών κατά των Σοβιετικών. Η επιστράτευση με κάθε θυσία έπρεπε να ματαιωθεί.
Έτσι οργανώθηκε το μεγάλο συλλαλητήριο στις 3 Μάρτη 1943 για τη ματαίωση της πολιτικής επιστράτευσης, που και τα κατάφερε. Οι ανάπηροι αποτελούσαν την εμπροσθοφυλακή στο συλλαλητήριο. Η εικόνα ήταν κάτι παραπάνω από συγκινητική. Έβλεπες από τη μια τα σιδηρόφρακτα τανκς και απ’ την άλλη ανάπηρους πολέμου. Και όμως αγωνίζονταν μ’ όλες τους τις δυνάμεις.
Τον Ιούλη, επίσης, του 1943 οι Βούλγαροι φασίστες επιδιώκουν την επέκταση της δικής τους κατοχής σ’ όλη τη Μακεδονία. Μαχητικές διαδηλώσεις οργανώνονται σ’ όλη την Ελλάδα και κρατούν από τις 8 Ιούλη έως τις 22 Ιούλη του 1943, που οργανώθηκε μεγάλη διαδήλωση του λαού της Αθήνας.
Μπροστάρηδες σ’ αυτήν, όπως πάντα, οι ανάπηροι πολέμου, με τα δίκυκλα καροτσάκια που τα έσπρωχναν οι νοσοκόμες με στολή, πιο πίσω ήταν οι ανάπηροι με δεκανίκια και ακολουθούσαν οι τυφλοί, οι φυματικοί, όσοι έμειναν ανάπηροι από τα κρυοπαγήματα το 1940-1941 στα βουνά της Αλβανίας. Η εικόνα ολόιδια με την προηγούμενη μεγάλη διαδήλωση. Ανδρες ανάπηροι, με σθένος και ψυχικό μεγαλείο, αντίπαλοι σε σιδηρόφρακτους στρατιώτες. Δεν την αντέχουν τη σκλαβιά. Έδωσαν μέρος του κορμιού τους για να πετάξουν τους Ιταλούς φασίστες έξω από την Ελλάδα το 1940-1941. Και τότε ήταν αποφασισμένοι. Και τώρα, παρά την αναπηρία τους δίνουν όση δύναμη έχουν να θυσιάσουν τη ζωή τους.
Στη συνέχεια μετά τους ανάπηρους ακολουθούσε η μεγάλη διαδήλωση, άνδρες και γυναίκες κάθε ηλικίας και τάξης, από κάθε συνοικία και γωνιά της Αθήνας. Ο όγκος της διαδήλωσης τεράστιος. Έφτανε απ’ τη Βιβλιοθήκη ως την Ομόνοια και την οδό Πατησίων. Έπιανε όλη την οδό Πανεπιστημίου. Τα πεζοδρόμια ήταν γεμάτα.
Αλλά οι χιτλερικοί δε διστάζουν ούτε μπροστά στους ανάπηρους. Ρίχνουν με τα όπλα. Ένας ανάπηρος που κρατούσε πλακάτ πέφτει τραυματισμένος. Ανασήκωσε το κεφάλι ζητώντας βοήθεια απ’ το νοσοκομειακό αυτοκίνητο που ήταν στο στενό Οφθαλμιατρείο – Πανεπιστημίου. Τότε του έριξαν τη χαριστική βοή. Μια 17χρονη Ελληνοπούλα, που έτρεξε να τους παρεμποδίσει, τη σκότωσαν και αυτή.
Μεγαλύτερα καθήκοντα
Μετά τη συνθηκολόγηση της Ιταλίας το Σεπτέμβρη του 1943 και την έξοδό της από τον πόλεμο, ο αγώνας των αναπήρων στα νοσοκομεία αποκτά και ευρύτερο περιεχόμενο.
Συγκεντρώνουν τον οπλισμό των Ιταλών από τα στρατόπεδα που ήταν κοντά στα νοσοκομεία. Ο οπλισμός από τα νοσοκομεία διοχετεύεται στον ΕΛΑΣ. Αλλά δεν περιοριζόταν μόνο σ’ αυτό η δράση. Ήταν σημαντική η συμβολή τους στη ματαίωση των μπλόκων που σχεδίαζαν οι χιτλερικοί με τους ταγματασφαλίτες που είχε δημιουργήσει η κυβέρνηση του Ράλλη. Άλλωστε χρειαζόταν και δικό της στρατό προκειμένου να υπηρετήσει αποτελεσματικά τους κατακτητές. Ήταν μισθοφορικός στρατός, αντί πινακίου φακής, στον οποίο είχαν στρατολογηθεί όλα τα κοινωνικά αποβράσματα, με σκοπό να τσακίσουν την αντιστασιακή δράση. Ουσιαστικά αποτελούσαν ένα στρατό κοινών εγκληματιών που ήξεραν να «καρφώνουν» και να σκοτώνουν.
Το 1943 ήδη η πλειοψηφία του ελληνικού λαού ήταν οργανωμένη στο ΕΑΜ. Ο λαϊκός απελευθερωτικός στρατός, ο θρυλικός ΕΛΑΣ, έχει μπει στις καρδιές του ελληνικού λαού και απελευθερώνει τη μία μετά την άλλη τις περιοχές της Ελλάδας, ενώ η νεολαία έχει οργανωθεί στην ΕΠΟΝ. Το κίνημα της αντίστασης θεριεύει. Ετσι αυξάνονται οι επιθέσεις και τα μπλόκα στις πόλεις. Μόνο που το αναπηρικό αντιστασιακό κίνημα στα νοσοκομεία είναι μεγάλο εμπόδιο στα σχέδια των χιτλερικών και των ταγματασφαλιτών. Αυτά τα κάστρα του αγώνα πρέπει να τσακιστούν. Απόπειρα να μεταφέρουν τους ανάπηρους από τα νοσοκομεία σε άλλο μέρος βρίσκει καθολική αντίδραση και η μεταφορά τους ματαιώνεται.
Το μπλόκο στα νοσοκομεία
Δεν υπάρχει επομένως άλλος δρόμος για να υποτάξουν τη δράση των αναπήρων, από το χτύπημα μέσα στα ίδια τα νοσοκομεία.
Έτσι στις 30 Νοέμβρη του 1943 οι ταγματασφαλίτες κάνουν επίθεση. Στις 2 μετά τα μεσάνυχτα, αφού μπλοκάρουν όλα τα νοσοκομεία, μπήκαν στους θαλάμους, άρπαζαν στους ώμους ακρωτηριασμένους ανάπηρους, παραπληγικούς, όλους όσοι ήταν ανίκανοι να κινηθούν, τους σώριασαν στα φορτηγά και τους μετέφεραν στις φυλακές Χατζηκώστα. Τους άλλους χωρίς χέρια, με δερμάτινο θώρακα, με τραύματα στο κρανίο, τυφλούς, απ’ το ένα ή τα δυο μάτια τους, παραμορφωμένους, φυματικούς τους μετέφεραν επίσης στις φυλακές Χατζηκώστα και στο στρατόπεδο Χαϊδαρίου.
Τα ξημερώματα εκτελούν 283 ανάπηρους, ήρωες της Εθνικής Αντίστασης, που έδωσαν, όπως όλοι οι ήρωες εκτελεσμένοι της συγκεκριμένης περιόδου, τη ζωή τους για την απελευθέρωση της Ελλάδας και του λαού της. Άλλωστε, παιδιά του λαού ήταν και οι ανάπηροι. Αυτή η όχι και τόσο γνωστή πτυχή στο ευρύ κοινό του λαϊκοαπελευθερωτικού αγώνα δείχνει το μεγαλείο του αγώνα για μια Ελλάδα του λαού της. Ενός αγώνα που διεξαγόταν στις τότε συνθήκες στο βουνό και την πόλη με κάθε μέσο. Και οι ανάπηροι πολέμου 1940-1941 πήραν μέρος σ’ ολόκληρη την αντιστασιακή δράση ως τη διάλυση των νοσοκομείων στις 30 Νοέμβρη 1943, ενώ μετά τη διάλυση του κινήματος στα νοσοκομεία έδρασαν, όσοι έζησαν από άλλο μετερίζι, ως την απελευθέρωση, αλλά και μετά απ’ αυτήν.
Ισως σήμερα φαντάζει αδύνατη αυτή η δράση. Αλλά η ιστορία έχει καταγράψει τα γεγονότα, αποδεικνύοντας ότι όταν ο σκοπός της οργανωμένης πάλης είναι συγκεκριμένος και έχει συνειδητοποιηθεί, ακόμη και λαϊκοί άνθρωποι σαν τους ανάπηρους μπορούν να κάνουν κατορθώματα ηρωικά. Και το αναπηρικό κίνημα την περίοδο της Αντίστασης στους χιτλερικούς ιμπεριαλιστές κατακτητές και του λαϊκοαπελευθερωτικού αγώνα αποδεικνύει ότι τίποτα δεν είναι ακατόρθωτο όταν οι λαοί θέλουν. Τότε μπορούν να επιβάλουν τη δική τους θέληση και ιδιαίτερα για τις σύγχρονες συνθήκες αυτή η ιστορία του αναπηρικού κινήματος διδάσκει πως ο λαός μας μπορεί να ανοίξει το δικό του δρόμο, για το δικό του μέλλον.
III. Το νοσοκομείο του Μεγάλου Χωριού στην Αντίσταση (από evrytania.gr)
Ο ένοπλος αγώνας προϋποθέτει να έχεις διασπασμένες γερές υγειονομικές υπηρεσίες. Σταθμούς πρώτων βοηθειών, χειρουργεία, αναρρωτήρια, γιατρούς, νοσοκομειακό προσωπικό, φάρμακα, ειδικά εργαλεία και μηχανήματα. Η ηγεσία τα πρόβλεψε. Ακολουθούν λεπτομερειακά στοιχεία για το νοσοκομεία στο Μεγάλο Χωριό:
Το νοσοκομείο λειτούργησε από τις 12 Ιουνίου 1943, μέχρι το Νοέμβριο 1944, στο Δημοτικό Σχολείο, στο σπίτι που ανήκε στο Δ. Δημητρακόπουλο, καθώς και στο μεγάλο σπίτι του Γ. Κακαράντζα.
Το Επιστημονικό Προσωπικό του Νοσοκομείου αποτελούσαν οι: Γιάννης Ευθυμίου: Διευθυντής, Βασίλειος Υφαντής: Διευθυντής Χειρουργείου, Παπαδημητρίου: Οφθαλμίατρος, Κ. Ζαρκαδούλας: Ακτινολόγος, Ιωάννης Πριγκιφύλλης, Κ. Μακρυκώστας: Παθολόγος, Τζαμαλάς: Παθολόγος, Κ. Κούσκος: Μικροβιολόγος, Γιάννης Κοτρώνας: Φαρμακοποιός, Παναγιώτης Κόκκινος: Καθηγητής Πανεπιστημίου Καΐρου, (Χειρουργός). Δημήτριος Τριαντάφυλλου: Οφθαλμίατρος, Ιωαννίδης: Παθολόγος, Αναστασάκης: Παθολόγος, Τ. Δημητρίου: Παθολόγος, Ανδρέας Βλάχος: Παθολόγος, Ιωάννης Μακρής: Παθολόγος, Κατερίνα Κίτσα: Παθολόγος, Τζιοβάνι: Ιταλός γιατρός Ταγματάρχης, Κώστας Σκαρμού-τσος: Παθολόγος.
Στις πρώτες Νοσοκόμες συγκαταλέγονται οι: Ιωάννα Σουλοπούλου, Βάσω Φωτοπούλου, Μαρία Μανθοπούλου, Μαρίκα Δασκαλάκη, Χριστίνα Αραπογιάννη, Ελένη, Κατίνα Καψάλη, Κλάρα, Γενική Προϊσταμένη, Κατίνα Κόκκινου, Προϊσταμένη Χειρουργείου, Αργύρης - Καπετάνιος Νοσοκομείου.
Στην οργάνωση του Νοσοκομείου πήραν μέρος οι παρακάτω αγωνίστριες: Μαρία Ζωγραφοπούλου, Μαρίκα- Αραπογιάννη, Κωνσταντίνα Μουντούρη, Ελένη Δουλαβέρη, Μαρίκα Παΐδα, Σοφία Παΐδα, Παναγιώτα Αραπογιάννη, Μαρία Μπούρλου, Βασιλική Κατσιγιάννη, Τερψιχόρη Σιλεούνη, Αικατερίνη Σιταρά.
Η πρώτη εγχείριση
3 Ιουνίου 1943. Στη μάχη της Παύλιανης ο ανταρτοεπονίτης Αυγέρης Αυγερόπουλος από το χωριό Πυρά της Γκιόνας χτυπήθηκε βαριά, από ιταλικό όλμο. Τον τραυματισμένο τον μετακινούσαν πάνω σ' ένα φορείο από ελατόκλαδα, από λόγγους και γκρεμούς επειδή οι γερμανοϊταλοί χτένιζαν και βομβάρδιζαν την περιοχή. Ώρες κρίσιμες του αγώνα. Ο Αυγέρης πάνω στο φορείο έλιωνε στους πόνους. Ο πυρετός ανέβαινε και η αιμορραγία δεν σταμάταγε. Οι μέρες περνούσαν. Ώρες - ώρες ήταν σε αφασία. Τη δέκατη μέρα όταν η ζωή του κρέμονταν σε μια κλωστή, έφτασαν στο Μεγάλο Χωριό. Τότε δεν είχε γίνει ακόμα το μεγάλο νοσοσκομείο. Ο χειρουργός Κακαρούγκας από την Ιτέα, με ανύπαρκτα ιατρικά μέσα, έδωσε εντολή για άμεση χειρουργική επέμβαση. Τον Αυγέρη τον ξάπλωσαν σε μια πόρτα και τον έδεσαν με χοντρές τριχιές. Ο χειρούργος είπε: «Ή του ύψους ή του βάθους, αλλά πιστεύω πως όλα θα πάνε καλά».
Στην εγχείριση που έγινε χωρίς αναισθητικό και χωρίς όλα τα απαραίτητα χειρουργικά εργαλεία, συνεργάστηκε και ο παθολόγος Γιάννης Πριγκιφύλλης. Η εγχείριση κράτησε πολλές ώρες και πέτυχε. Ήταν 14 Ιουνίου 1943 στο Μεγάλο Χωριό...
... Το νοσοκομείο είχε ανοιχτές τις πόρτες σε όλους, και πρόσφερε δωρεάν ιατρική και νοσοκομειακή περίθαλψη σ' όλον τον πληθυσμό της περιοχής.
Νοσηλεύτηκαν 250 άρρωστοι αντάρτες και 523 τραυματισμένοι αντάρτες. Χειρουργήθηκαν 152 αντάρτες. Ακόμη βρήκαν βοήθεια οι Εβραίοι που φιλοξενούνταν από το ΕΑΜ, καθώς και Ιταλοί φαντάροι που είχαν προσχωρήσει στο ΕΑΜ.
Ο ηλεκτροφωτισμός του Νοσοκομείου και του Μεγάλου Χωριού.
Ο Αυγέρης Αυγερόπουλος έγινε καλά, μπήκε στη ζωή, στη δράση. Πολύστροφο πνεύμα καθώς ήταν, πήρε μια υδροτουρμπίνα, βρήκε σωλήνες γαλβανισμένους, σωλήνες σόμπας, καλώδια και σύρματα. Πήγε πίσω από το σχολείο, που έπεφτε ένας καταρράκτης, κι. έβαλε μπροστά το έργο του. Μέρες μαστόρευε. Συνάντησε δυσκολίες, του έλειπαν και ορισμένα εργαλεία, μα δεν το �βαζε κάτω. Με τα πολλά κατάφερε να παράγει ηλεκτρική ενέργεια από το νερό του καταρράκτη. Το νοσοκομείο, τα χειρουργεία, και τα σπίτια του Μεγάλου Χωριού φωτίστηκαν για πρώτη φορά.
Το δεύτερο Νοσοκομείο στο Μοναστήρι της Τατάρνας (Οκτώβριος 1943 - Νοέμβριος 1944)
Διευθυντής, Δημήτριος Πανόπουλος, Ουρολόγος Γιάννης Παυλικάκης, καθηγητής Πανεπιστημίου Αθηνών σήμερα. Ωτορινολαρυγγολόγος, Βίκτωρ Αλκαλάι εβραϊκής καταγωγής, καθηγητής Πανεπιστημίου Αθηνών, σήμερα. Παθολόγοι: Θανάσης Παπαθεοδώρου, Κώστας Χάριτος, Γιώργος Ασπρογέρακας, Γιάννης Βλάχος. Φαρμακοποιός Τάκης Μπελέτσης, Αρχινοσοκόμα: Αντιγόνη. Βοηθητικό Προσωπικό: Πάνος Μπώκος, Θανάσης Κατσίκας.
Στο μοναστήρι του Προύσσου
Επί ηγουμένου Σταθογιάννη, λειτούργησε αναρρωτήριο από την αρχή μέχρι το τέλος του αγώνα. Επίσης αναρρωτήρια λειτούργησαν στην Ποταμιά Καρπενησίου, στη θέση Γκόρο και στο χωριό Κεράσοβο. Στο Καροπλέσι, στο Μοναστήρι της Σάικας λειτούργησε από τον ΕΛΑΣ ειδικό αναρρωτήριο νοσοκομείο -ειδικά για τους Ιταλούς τραυματίες, αρρώστους και αιχμαλώτους.
ΙV. O ελασίτης γιατρός Δημοσθένης Γρίβας (από grivas.info)
Ο Δημοσθένης Γρίβας γεννήθηκε το 1912 και εκτελέστηκε από τους εθνικιστές το 1947, σε ηλικία 35 ετών.
Ο πατέρας του, Βασίλης Γρίβας, γιατρός και διδάκτορας της ιατρικής (1899), ήταν «ένας από τους ηγέτες της εξέγερσης των αγροτών της Θεσσαλίας» και των γεγονότων του Κιλελέρ (1910). Στις 19-6-1910 παραπέμφθηκε μαζί με 34 άλλους συντρόφους του στο κακουργιοδικείο της Χαλκίδας όπου στις 23-6-1910 οι ένορκοι αθώωσαν όλους τους κατηγορούμενους. [βλ. Γιάννης Κορδάτος, Ιστορία της Νεώτερης Ελλάδας. Αθήνα, 20ός Αιώνας, 1958, τόμ. 5, σελ. 185-194. Τα πρακτικά της δίκης και η απολογία του Βασίλη Γρίβα καταχωρούνται στο Γιώργος Καρανικόλας, Κιλελέρ, Αθήνα, Μπάυρον, 1980, σελ. 358-9].
Ο Δημοσθένης Γρίβας, νεαρός φοιτητής εγκολπώθηκε τις ιδέες της αριστεράς κατά τη διάρκεια των σπουδών του στην ιατρική σχολή του πανεπιστημίου Αθηνών, απ' όπου πήρε το πτυχίο του το 1939. Την ίδια χρονιά παντρεύτηκε την Έλλη Συμεωνίδου, τότε φοιτήτρια της νομικής, με την οποία έκαναν δυο παιδιά, τον Βασίλη (1940) και τον Κλεάνθη (1944).
Το 1941, αρνήθηκε να υποχωρήσει σε ποικίλες πιέσεις για να καλωσορίσει τους Γερμανούς κατακτητές κατά την είσοδο τους στην Καρδίτσα (δεδομένου ότι τότε ήταν ο μόνος επιστήμονας στην πόλη που μιλούσε γερμανικά). Και, προκειμένου να αποφύγει τα αντίποινα των Γερμανών, βγήκε στο βουνό (συνοδευόμενος από τη γυναίκα του) πολύ πριν σχηματιστούν οι πρώτες αντάρτικες ομάδες.
Ήταν μέλος του Αγροτικού Κόμματος Ελλάδας και του Εθνικού Απελευθερωτικού Μετώπου (ΕΑΜ) από τη στιγμή της δημιουργίας του και υπηρέτησε ως γιατρός στο «Υγειονομικό Σώμα» του ΕΛΑΣ μέχρι την απελευθέρωση.
Η απολύτως ανιδιοτελής άσκηση της ιατρικής και η πολιτική και πολιτιστική του δραστηριότητα, του εξασφάλισαν το μίσος της ντόπιας ιατρικής συντεχνίας και των πολιτικών του αντιπάλων, που έπαιξαν σημαντικό ρόλο στην καταδίκη του σε θάνατο από τους ένστολους φονιάδες του Έκτακτου Στρατοδικείου Καρδίτσας κατά τον εμφύλιο πόλεμο (Ιούνιος 1947), ύστερα από μια παρωδία «δίκης» που έγινε απροειδοποίητα, υπό καθεστώς τρομοκρατίας και χωρίς μάρτυρες κατηγορίας. Η δεξιά «λευκή τρομοκρατία» που κάλυψε τη χώρα μετά τη Συμφωνία της Βάρκιζας τον ανάγκασε να βγει στο βουνό ως γιατρός του «Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας», παρά τις εκφρασμένες διαφωνίες του με την απόφαση για Εμφύλιο Πόλεμο της αλλοπρόσαλλης και ολοκληρωτικής ηγεσίας του Νίκου Ζαχαριάδη που έλεγχε το ΚΚΕ.
Όπως σημειώνει ο Επαμεινώνδας Σακελλαρίου, αρχίατρος του ΕΛΑΣ αρχικά και στη συνέχεια του ΔΣΕ: «Η ζωή του γιατρού στο Αντάρτικο έχει δραματικές εξελίξεις μεταξύ καθήκοντος και ζωής. Παράδειγμα ο γιατρός Δημοσθένης Γρίβας από την Καρδίτσα, ίσως και άλλοι που δεν περιέπεσαν στην αντίληψη μου... Ο γιατρός Δημοσθένης Γρίβας πιάστηκε στα Άγραφα μαζί με τραυματίες από τα κυβερνητικά στρατεύματα, πέρασε από Στρατοδικείο και με απόφαση του εκτελέστηκε στις 20 Ιουνίου του 1947… Ο γιατρός πιάστηκε μαζί με τους τραυματίες: αυτό δείχνει ότι τήρησε τον Ιατρικό Όρκο που έδωσε. Παρέμεινε μαζί τους και θυσιάστηκε, δεν τους εγκατέλειψε για να αποφύγει τη σύλληψη και την καταδίκη του από το Στρατοδικείο. Γι' αυτό νομίζω ότι επαξίως μπορεί να κηρυχθεί ως ήρωας, τηρητής του Ιατρικού Όρκου. Και θεωρώ πως το Κράτος πρέπει να επιληφθεί και να κατοχυρώσει με ειδική νομολογία τους ‘Ήρωες του Ιατρικού Όρκου’». [Βλ. Επαμεινώνδας Σακελλαρίου, Διαθέσαμε τη ζωή μας, Θεσσαλονίκη, 1991, σ.. 12 και 108].
[Όλα τα στοιχεία που περιλαμβάνονται σ το κείμενο, και όλο το ανέκδοτο υλικό -αλληλογραφία και φωτογραφίες- που αφορά τον Δημοσθένη Γρίβα, βρίσκονται στο αρχείο του γράφοντος]
2. Δίκη και εκτέλεση κατά παραγγελία
Για να αποφευχθούν λαϊκές αντιδράσεις και να καταστεί αδύνατη η προετοιμασία της υπεράσπισης του, η δίκη του ορίστηκε αιφνιδιαστικά και έγινε στο Έκτακτο Στρατοδικείο στο «Κιέριον» της Καρδίτσας στις 13 Ιουνίου 1947. Στη διάρκεια της δίκης οι αρχές επέβαλαν το κλείσιμο των καταστημάτων της πόλης. Συνήγορός του ήταν ο δικηγόρος Αναγνωστόπουλος (πατέρας του μετέπειτα υπουργού της ΝΔ, Θ. Αναγνωστόπουλου) που ειδοποιήθηκε λίγη ώρα πριν από τη δίκη.
Μάρτυρες κατηγορίας δεν υπήρχαν, ενώ ορισμένοι στρατιώτες του «εθνικού» στρατού (που είχαν αιχμαλωτιστεί από τους αντάρτες, είχαν νοσηλευτεί από τον Δημοσθένη Γρίβα και στη συνέχεια ανταλλάχτηκαν με αντάρτες που είχαν πιαστεί από το στρατό) μετεξελίχτηκαν σε μάρτυρες υπεράσπισης του. Ανάμεσα τους ήταν και ο γιατρός Αθανάσιος Νασιάκος. Όλοι τους έπλεξαν το εγκώμιο του ήθους και της συμπεριφοράς του Δημοσθένη Γρίβα ο οποίος, όπως κατέθεσαν, «δεν έκανε καμιά διάκριση μεταξύ των αριστερών και των δεξιών».
Για αυτή την παρωδία δίκης, η ημερήσια εφημερίδα των Τρικάλων «Θάρρος» γράφει στις 14 Ιουνίου 1947: «Κατά την απολογία του ο κατηγορούμενος μίλησε επί μία ώρα αναφερθείς αρχικώς εις :ους λόγους οι οποίοι τον εξανάγκασαν να κρύπτεται εντός της πόλεως λόγω της αποφάσεως της Επιτροπής Ασφαλείας διά της οποίας είχε εκτοπισθεί επί ένα έτος.
Ισχυρίστηκε, εν συνεχεία ότι αναγκάσθηκε να μεταβεί στην Μπελοκομίτη, για να εργαστεί ως ιατρός εις την περιφέρεια. Καταλήγοντας, είπε ότι δεν αποδίδει σημασία στην καταδίκη του, αλλά ενδιαφέρεται αποκλειστικώς για τον μη χαρακτηρισμό του από το Στρατοδικείο ως κοινού ληστή, γεγονός το οποίο θα συνεπαγόταν την κηλίδωση της τιμής του. Ο Βασιλικός Επίτροπος μίλησε δι' ολίγων και ζήτησε την επιβολή της εσχάτης των ποινών. Το απόγευμα εξεδόθη η απόφαση με την οποία επιβλήθηκε εις τον Δημοσθένη Γρίβα η ποινή του θανάτου. Αίτηση της υπερασπίσεως να εκφρασθεί η ευχή του Στρατοδικείου προς μετριασμό της ποινής απερρίφθη. Ο Μητροπολίτης Θεσσαλιώτιδος Ιεζεκιήλ απέστειλε τηλεγράφημα προς τον Βασιλέα έχον ούτω:
‘Υπτίαις χερσίν καθικετεύω Υμετέρα Μεγαλειότητα ευαρεστηθή διάταξη αναστολή ποινής δικασθέντος εις θάνατον ιατρού Γρίβα.
Ταπεινός ευχέτης και ευπειθέστατος θεράπων, Μητροπολίτης Θεσσαλιώτιδος Ιεζεκιήλ». [Βλ. Εφημ. Θάρρος: «Εις θάνατον ο ιατρός Γρίβας», Τρίκαλα, 14 Ιουνίου 1947].
Αυτή η καθ' υπαγόρευση δίκη χωρίς μάρτυρες κατηγορίας, συγκλόνισε την τοπική κοινωνία και παρότι η αντιπαλότητα και το μίσος της ντόπιας ιατρικής συντεχνίας και των πολιτικών αντιπάλων του γιατρού Δημοσθένη Γρίβα αποτέλεσαν τα ξύλα για το προσάναμμα της πυράς, οι ενοχές και η αμηχανία τους ήταν καθολική.
Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι μετά την εκφώνηση της καταδικαστικής απόφασης, ο πρόεδρος του στρατοδικείου δήλωσε στη γυναίκα του Έλλη, παρουσία του δικηγόρου του, «Λυπάμαι πολύ κυρία Γρίβα. Ο άνδρας σας είναι αθώος. Πιέστηκα αφάνταστα για να βγάλω αυτή την απόφαση και δεν είχα άλλη εκλογή». Ενώ, ο αρχιμανδρίτης που τον εξομολόγησε πριν εκτελεστεί, είπε στους δικούς του: «Δεν ήμουν άξιος να εξομολογήσω έναν τέτοιο άνθρωπο».
Στις 20 Ιουνίου 1947, σε ηλικία 35 ετών, ο γιατρός Δημοσθένης Γρίβας οδηγήθηκε στο εκτελεστικό απόσπασμα, φορώντας τις πυτζάμες του, γιατί είχε χαρίσει το κοστούμι και το πανωφόρι του σε συγκρατούμενους τους («για να συνεχίσουν να είναι χρήσιμα»).
Δυο αποσπάσματα κατά σειρά (που αποτελούνταν από συμπατριώτες του και τον γνώριζαν), αρνήθηκαν να εκτελέσουν τη διαταγή «Σκοπεύσατε. Πυρ» και αντικαταστάθηκαν από ένα τρίτο απόσπασμα που το αποτελούσαν στρατιώτες προερχόμενοι από άλλα μέρη της Ελλάδας.
Θάφτηκε σε έναν ομαδικό τάφο που κρατήθηκε μυστικός από την οικογένεια του επί δύο εβδομάδες.
Στη διάρκεια του Εμφυλίου, από το σύνολο των γιατρών του Υγειονομικού Σώματος του ΔΣΕ πέντε έχασαν τη ζωή τους:
● Δυο καταδικάστηκαν σε θάνατο από τους ένστολους φονιάδες των Εκτάκτων Στρατοδικείων και στήθηκαν στο εκτελεστικό απόσπασμα (ο Δημοσθένης Γρίβας στην Καρδίτσα στις 20-6-1947 και ο Κουβαράς).
● Τρεις σκοτώθηκαν σε επιθέσεις του «εθνικού» στρατού κατά των ανταρτών (ο Νίκος Κουκουλιός ή Παλιούρας στον Κόζιακα την άνοιξη του 1947, ο Αθανάσιος Καράμπαμπας στην Κεντρική Μακεδονία το 1948 και ο Κουρδουκλάς στον Όλυμπο το 1949).
[Βλ. Επαμ. Σακελλαρίου: Το Υγειονομικό του Δημοκρατικού Στρατού, Αθήνα, Τολίδης, χ.χ., σ. 8-9 και 31]
3. Τα περιουσιακά του στοιχεία και η διάθεση τους
Ίσως φανεί παράξενο το ότι στέκομαι στο σημείο αυτό, που είναι όμως ένα απτό δείγμα αλλά και παράδειγμα ενός άλλου ήθους και μιας άλλης εποχής που έχει πλέον οριστικά, ίσως, παρέλθει. Ο Δημοσθένης Γρίβας, αν και γιατρός ο ίδιος (και γιος διδάκτορα της ιατρικής σε μια εποχή που οι γιατροί με διδακτορικό στην Ελλάδα μπορούσαν να μετρηθούν στα δάκτυλα των δυο χεριών), τα μόνα περιουσιακά στοιχεία που κατείχε την ώρα της εκτέλεσης του, είναι τα γυαλιά, το δακτυλίδι, η ταυτότητα, η βέρα, το ρολόι, η σιγαροθήκη, ο αναπτήρας, τα ξυριστικά εργαλεία, το πουλόβερ, το στυλό του και ένα χειροποίητο σκάκι, τα οποία, στο τελευταίο του γράμμα στη γυναίκα του, της ζητάει να τα μοιράσει στους δικούς του σαν ενθύμιο:
«Από τα λίγα ατομικά μου πράγματα πού αφήνω, δώσε στους δικούς μας από κάτι για ενθύμιο. Στη μανούλα μας, τα γυαλιά μου, εσύ να κρατήσεις το δακτυλίδι και την ταυτότητα, τη βέρα μου να την κάνεις ενθύμιο στον Τούλη, το ρολόι μου στο Λάκη, στο Μήτσο μας, την μαύρη σιγαροθήκη, στον αδελφό μας Γιώργο, τον αναπτήρα μου, στον Κροίσο τα ξυριστικά εργαλεία, στον Βάγιο μας το πουλόβερ, στον Αποστολάκη της Πόπης το στυλογράφο. Το σκάκι καμωμένο από αγαπητούς φίλους συγκροτούμενους να το κρατήσεις για ενθύμιο». Ενώ για τα υπόλοιπα «περιουσιακά» του στοιχεία (δηλαδή τις μελέτες, εισηγήσεις και ομιλίες που έκανε σε λαϊκά σεμινάρια και δημόσιες εκδηλώσεις του ΕΑΜ), οι οδηγίες που αφήνει στη γυναίκα του είναι: «αφού τις αντιγράψεις να τις κρατήσεις για ενθύμιο και τα αντίγραφα να τα παραδώσεις εν καιρώ στον προορισμό τους».
V. To νοσοκομείο της Νέας Σμύρνης (από Μια Πόλη Ανάποδα)
Στις 6 Δεκέμβρη αρχίζει να λειτουργεί ως κεντρικό νοσοκομείο της Νέας Σμύρνης το ήδη υπάρχον νοσοκομείο του Ελληνικού Ερυθρού Σταυρού στην οδό Κοραή και Σοφούλη, που είχε δημιουργήσει το καλοκαίρι του 1944 η Λαϊκή Επιτροπή Νέας Σμύρνης. Διαθέτει 6 δωμάτια και 2 χειρουργεία εξοπλισμένα από το Ασκληπιείο Βούλας και επανδρώνεται με αρκετούς γιατρούς. Στα νοσοκομεία της Νέας Σμύρνης νοσηλεύονται εκατοντάδες αντάρτες, άμαχοι πολίτες και άγγλοι στρατιώτες.
Η Λαϊκή Επιτροπή Νέας Σμύρνης συστάθηκε τον Οκτώβρη του 1943, με πρωτοβουλία του ΕΑΜ, στο πρότυπο της «Παναθηναϊκής Επιτροπής Επιβίωσης». Βασικές δραστηριότητές της ήταν τα συσσίτια για παιδιά και υπερήλικες, για να φτάσουν στο τέλος της Κατοχής τις 800 κάθε Κυριακή), τα μαθήματα σε παιδιά και ενήλικες και η συγκρότηση επιτροπής υγείας με κύριο έργο τη δημιουργία νοσοκομείου του Ελληνικού Ερυθρού Σταυρού στη Νέα Σμύρνη, όπου συμμετείχε το σύνολο του ιατρικού δυναμικού της περιοχής. Οι σχέσεις της Λαϊκής Επιτροπής με τους δημάρχους Καρύλλο και, αργότερα, Μαγκριώτη ήταν καλές, λόγω της μετριοπαθούς στάσης που έδειξαν απέναντι στην Αντίσταση. Επί δημαρχίας Μαγκριώτη προσφέρθηκε γραφείο στη Λαϊκή Επιτροπή στο οίκημα της Δημαρχίας. Τα μέλη της ανήλθαν σε περίπου 2.000 στο τέλος της Κατοχής.
Πηγές: Ριζοσπάστης, Ημιόροφος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου